Δρ. Ζαμπόγλου: Μιλά για πρώτη φορά για όλη του τη ζωή και το υπερσύγχρονο Ογκολογικό της Λεμεσού!
Όταν η προσφυγική οικογένεια Ζαμπόγλου από τη Μερσίνα, δημιουργούσε το νέο της σπιτικό στην Κύπρο, το 1924, κανείς δε φανταζόταν ότι το εγγόνι ενός βιοτέχνη που έφτιαχνε καραμέλες, θα δόξαζε τη Λεμεσό σε όλο τον κόσμο. Μπορεί ο παππούς Ζαμπόγλου να ξεχώρισε, φέρνοντας τις πρώτες καραμέλες και τα πρώτα ποτά squash στο νησί, όμως ο εγγονός Νικόλαος Ζάμπογλου, τον ξεπέρασε κατά πολύ.
Επιστρέφοντας μετά από μισό αιώνα σχεδόν, μοιάζει να μην έχει αλλάξει πολύ από τον πιτσιρικά που αλώνιζε τους δρόμους της πόλης. Σκορπάει τα χαμόγελα απλόχερα, μιλάει απλά και ταπεινά κι έχει το καλαμπούρι στην άκρη της γλώσσας. Δεν κρατάει ζωντανές μόνο τις μνήμες των παιδικών του χρόνων, αλλά και τη γνησιότητα των Λεμεσιανών και της Λεμεσού του τότε. «Αν άλλαζα κάτι θα ήταν να έμενα εδώ και θα συνέχιζα την ποδοσφαιρική καριέρα μου στον Άρη Λεμεσού», λέει γελώντας. Ήθελε να κατακτήσει ένα πρωτάθλημα με την αγαπημένη του ομάδα. Συμμετείχε, βέβαια, και στη φοιτητική ομάδα του Άαχεν, στη Γερμανία, αλλά αυτό δεν αναπλήρωσε ποτέ το κενό.
Τα παιδικά χρόνια, οι παρέες στην Τζαμούδα, το σκληρό, αλλά πολύτιμο μάθημα από τις ήττες του Άρη, ζωντανεύουν μπροστά στα μάτια του κάθε φορά που γυρνάει στην πόλη. Στη γειτονιά της Τζαμούδας βρήκε και τη σύντροφο της ζωής του, που του χάρισε 2 παιδιά. Την έχασε πολύ νωρίς, από την ίδια αρρώστια που ο ίδιος πολεμάει εδώ και δεκαετίες. Είναι από εκείνες τις φορές που η τραγική ειρωνεία δίνει μαθήματα ζωής. Αλλά και η ομάδα του, ο Άρης, τον έμαθε να υπομένει στωικά τις ήττες και να προχωρά. Έτσι και έκανε, ακόμα και με αυτή, τη μεγαλύτερη, ίσως, ήττα στη ζωή του. Η ιατρική μπορεί να του έφερε αναγνώριση και δόξα, αλλά είναι και αυτή που τον προσγειώνει καθημερινά. Η επιστήμη του και η μεγάλη αγάπη για την πόλη που τον μεγάλωσε, κάνουν το βραβευμένο γιατρό, έναν από τους πιο ταπεινούς και γνήσιους ανθρώπους εκεί έξω.
Με θέα τη θάλασσα…
Ποια είναι η εικόνα που έχεις για τη Λεμεσό;
Υπάρχουν 2 πανέμορφες πόλεις στη Μεσόγειο. Η μία είναι η Βαρκελώνη και η άλλη η Λεμεσός. Η Βαρκελώνη είχε τους Ολυμπιακούς και απέκτησε σημαντικές υποδομές. Έτσι αναδείχθηκε η παλιά πόλη, η θάλασσα ως χώρος άθλησης, η αρχιτεκτονική της.
Η Λεμεσός είναι, βέβαια, πιο μικρή, αλλά και πιο συμμαζευμένη και ανθρώπινη. Διαθέτει ένα τεράστιο παραλιακό μέτωπο, προσιτό για όλο τον κόσμο. Βέβαια, η Βαρκελώνη έχει και τη Barcelona. Και η Λεμεσός όμως έχει τον Άρη (γέλια). Αλλά, εγώ λέω ότι και η Barcelona και ο Άρης Λεμεσού είναι τρόπος ζωής. Γιατί, το να ξέρεις να κερδίζεις είναι το πιο εύκολο πράγμα, αλλά το να μάθεις να χάνεις είναι τέχνη, είναι τρόπος ζωής, και μας το έμαθε αυτό ο Άρης.
Το μουστάκι άρχισα να το μεγαλώνω από το 1968 και έπειτα. Ήταν τότε και ο Μάης του ’68 στη Γαλλία… Εμάς, βέβαια, μας ενδιέφερε να αρέσουμε στις κοπέλες.
Τι κάνει τη Λεμεσό να ξεχωρίζει;
Μεγάλο πλεονέκτημα είναι σίγουρα η θάλασσα. Προσωπικά με χαλαρώνει η θέα της ή μια βόλτα με το φουσκωτό. Όσα κατάφερα να αποκτήσω μετά από τόσα χρόνια, αφορούν άμεσα τη θάλασσα. Στη Λεμεσό, 1 διαμέρισμα στον παραλιακό, αλλά και το Ογκολογικό Κέντρο, που βλέπει μέχρι τον ορίζοντα. Στη Χαλκιδική 1 εξοχικό και 1 φουσκωτό σκάφος.
Το ιδιαίτερο χάρισμα της Λεμεσού είναι ότι αποτελεί ένα από τα ελάχιστα παραδείγματα πόλεων που δέχθηκαν μεγάλο όγκο προσφύγων, τους αποδέχθηκαν και τους αφομοίωσαν χωρίς να ανοίξει ρουθούνι. Τώρα όλη η Ευρώπη συζητάει για τη φιλοξενία 2 – 3 εκ. προσφύγων. Η Λεμεσός, μια πόλη των 40 χιλιάδων, το 1974 διπλασίασε τους κατοίκους της σε λίγους μήνες, χωρίς υποδομές, χωρίς ούτε καν αποχετευτικό. Ακόμα και εγώ είμαι προσφυγικό στοιχείο, γιατί ο πατέρας μου ήρθε σε ηλικία 7 ετών από τη Μερσίνα, της Μ. Ασίας. Οι πρόσφυγες έκαναν υποχωρήσεις, βέβαια, για να προσαρμοστούν, αλλά πρόσφεραν και πολλά, όσο κι αν κάποιοι δε θέλουν να το παραδεχθούν. Τα σημαντικά έργα υποδομής οφείλονται εν μέρει και σε πρόσφυγες επενδυτές.
Δε θα ήταν ίδια η Λεμεσός, χωρίς τους πρόσφυγες;
Σίγουρα όχι. Την τουριστική υποδομή της Αμμοχώστου, για παράδειγμα, δεν την είχαμε εμείς, ούτε ξέραμε πώς να τη διαχειριστούμε. Ο πατέρας μου με τα αδέρφια του είχαν 1 οικόπεδο στην παραλιακή, εκεί που είναι σήμερα το Apollonia, και το πούλησαν όταν έμαθαν ότι θα υπάρξει τουριστική ανάπτυξη. Πριν το 1974 ουσιαστικά δεν υπήρχαν ούτε ξενοδοχεία, ούτε τουρισμός. Οι Βαρωσιώτες συνέβαλαν τα μέγιστα για να είναι η πόλη μας εδώ που είναι σήμερα και αυτό πρέπει όλοι να το αναγνωρίζουν.
Προβλήματα δεν υπήρχαν;
Πάντα υπάρχουν. Ο Χατζηπαύλος άρχισε το αποχετευτικό στη Λεμεσό και, με όλα τα λάθη που ίσως να έγιναν, το έργο ήταν κρίσιμο για την υγεία των κατοίκων. Στη συνέχεια ήρθε ο Κοντίδης και φρόντισε την Ακτή Ολυμπίων. Μετά ο Χρίστου φρόντισε για την ανάδειξη της παλιάς πόλης, αλλά και την οικονομική ανάπτυξη της περιοχής. Πάντα μεμψιμοιρεί ο κόσμος, αλλά τα έργα πρέπει να γίνονται.
Η Λεμεσός οφείλει την επιτυχία της σε όσους κάνουν τη δουλειά τους καλά και με αγάπη, είτε αυτοί είναι οι επενδυτές στη Μαρίνα Λεμεσού, είτε είναι ο Μελής στην Παρεκκλησιά με τα ψητά του.
Τι προκαλούσε την αντίδραση του κόσμου, λοιπόν;
Ο κόσμος μεμψιμοιρούσε όταν έπρεπε να κατεδαφιστούν κάποια κτίρια στην Ακτή Ολυμπίων, για παράδειγμα, για να προχωρήσουν τα έργα. Πάντα βέβαια χρειάζονται και οι «γκρίνιες» για να μπορούν να διορθώνονται τα λάθη. Είναι καλή η κριτική, αλλά να γίνεται με επιχειρήματα και όχι απλά για να γίνεται. Βλέπουμε, όμως, ότι όλα τα έργα είναι δημιουργικά και αυτό πιστεύω και για τα έργα που προωθεί ο Νίκος Νικολαΐδης στη Φραγκλίνου Ρούζβελτ. Αν, για παράδειγμα, δε γίνονταν τα έργα του αποχετευτικού, η θάλασσα της Λεμεσού, που ήταν σε πολύ κακή κατάσταση, δε θα είχε καθαρίσει.
Ο Λεμεσιανός αγαπά την πόλη του;
Ως ένα βαθμό ναι, αλλά πρέπει να νιώσει μεγαλύτερη περηφάνια και να την αγαπήσει ακόμη πιο ουσιαστικά. Η Λεμεσός είναι το 40 – 50% της οικονομίας της Κύπρου, είναι η ατμομηχανή της οικονομίας της χώρας. Η εξέλιξη της πόλης είναι μοναδική τα τελευταία χρόνια. Πρέπει να καταλάβουμε ως Λεμεσιανοί ότι η πόλη μας έχει τεράστια προοπτική, να νιώσουμε πραγματικά περήφανοι και να την αγαπήσουμε συνειδητά και ουσιαστικά, όχι να μεμψιμοιρούμε για το καθετί.
Νιώθεις ωραία με την εικόνα της Λεμεσού, έτσι όπως εξελίχθηκε τα τελευταία 40 χρόνια;
Διατηρώντας μια ρομαντική διάθεση, θα ήθελα κάποια παλιά κτίρια στον παραλιακό να τα ξαναδώ. Όμως, σίγουρα, δεν μπορούμε να τα έχουμε όλα.
Πως βλέπεις τις μεγάλες αναπτύξεις με ψηλά κτίρια;
Τα κτίρια αυτά είναι αναπόφευκτα. Η εξέλιξη κινείται προς αυτή την κατεύθυνση. Δε με πειράζει καθόλου να χτιστούν μεγάλα κτίρια, εφόσον έχουν γίνει μελέτες περιβαλλοντικές και έχουν ληφθεί υπόψη οικολογικές παράμετροι.
Είναι ανθεκτικοί στην αλλαγή οι Λεμεσιανοί;
Όλοι οι άνθρωποι είναι κάπως ανθεκτικοί στην αλλαγή. Εγώ βλέπω και τη Μαρίνα και σκέφτομαι ότι κάποτε εδώ ήταν μόνο 2 ταβέρνες και ξαφνικά έγινε ολόκληρο σύμπλεγμα, που αντί για 50 – 100 άτομα προσελκύει χιλιάδες, που απολαμβάνουν διασκέδαση και κοινωνικές δραστηριότητες. Το να θέλω να μείνουμε στα παλιά, με τις 2 ταβέρνες, για να μπορώ εγώ να ανακαλώ τις εφηβικές μου αναμνήσεις, είναι εγωιστικό.
Δε μας χρειάζονται οι αναμνήσεις;
Βεβαίως και είναι χρήσιμες. Δεν μπορεί όλη η πόλη να είναι μοντέρνα. Θα πρέπει να αναδειχθούν ορισμένα σημεία στην πόλη και να αναδειχθεί το παρελθόν της, όπως για παράδειγμα το ιστορικό κέντρο της Λεμεσού με το Κάστρο. Παλιά, σχεδόν κανένας Λεμεσιανός δεν πήγαινε εκεί. Σήμερα είναι το πιο πολυσύχναστο σημείο της πόλης. Αυτή την πόλη την αγαπούσα και τότε που δεν είχε τη ζωή που έχει σήμερα, αλλά στεναχωριόμουν όταν έβλεπα το ιστορικό κέντρο εγκαταλελειμμένο, όταν φοβόσουν ακόμα και να περάσεις από τη Σαριπόλου.
Τι βοήθησε τη Λεμεσό να αναδειχθεί;
Στη Λεμεσό είχαμε την ευτυχία να έχουμε 4 Δημάρχους που βρέθηκαν να «τραβούν κουπί». Όλοι είχαν τη στήριξη όλων των παρατάξεων και πολιτών. Και το Νίκο Νικολαΐδη, που ξεκίνησε τώρα, θα τον βοηθήσουμε όλοι «να τραβήξει κουπί», γιατί αγαπάμε τη Λεμεσό. Με τον Αντρέα Χρίστου ήμασταν συμμαθητές. Ο Νίκος Νικολαΐδης, είναι λίγο μικρότερος, αλλά είμαστε πάνω – κάτω της ίδιας γενιάς. Πιστεύω ότι θα προσπαθήσει πολύ, γιατί κι αυτός αγαπά τη Λεμεσό. Πρέπει να αναγνωρίσουμε τις ανάγκες της πόλης μας και να εστιάσουμε στην προσπάθεια. Από την πλευρά μας, θα κάνουμε ό,τι μπορούμε με το Ογκολογικό, για να καλύψουμε τέτοιες ανάγκες στον τομέα μας.
Στη γειτονιά της Τζαμούδας
Που μεγάλωσες;
Το πρώτο σπίτι, στη βορειοδυτική πλευρά της Α’ Αστικής Σχολής είναι το πατρικό μου. Τότε όλη η Λεμεσός ήταν μια γειτονιά. Είχαμε το σουβλατζίδικο του Πάμπου και το σουβλατζίδικο του Θέμη, που μοιράζονταν την πελατεία σύμφωνα με τα κομματικά πιστεύω. Ήμασταν δεμένοι όλοι στην παρέα και ακόμα συνδεόμαστε. Παίζαμε ποδόσφαιρο στις αλάνες ή στις αυλές των σχολείων. Ασχολούμουν και με τις ακαδημίες του Άρη, αν και απαγορευόταν από το σχολείο, που τότε έδινε προτεραιότητα στον κλασικό αθλητισμό.
Που ήταν η έξοδος, η βόλτα, το φλερτ την εποχή εκείνη;
Η έξοδός μας ήταν στην οδό Γλάδστωνος. Σάββατο απόγευμα, μετά την απογευματινή του σινεμά, 14:30 – 17:00, καθόμασταν σε κάποιο ζαχαροπλαστείο και μετά για σουβλάκια. Μέχρι τις 20:30 γυρίζαμε σπίτι. Οι κοπέλες πήγαιναν περίπατο κι εμείς τις βλέπαμε. Το φλερτ ήταν μόνο σε κρυφά πάρτι, όπου λαχταρούσαμε το χορό με την κοπέλα που μας ενδιέφερε.
Επομένως ήταν μεγάλη η αλλαγή με τη Γερμανία.
Ε, ναι. Ήταν κάτι συναρπαστικό. Βέβαια, και η Λεμεσός εξελίχθηκε στο μεταξύ.
Γιατί Γερμανία και όχι Αγγλία, όπως οι περισσότεροι Κύπριοι;
Επέλεξα τη Γερμανία γιατί με την Αγγλία μου είχε μείνει ένα απωθημένο, ας το πούμε. Σε ένα curfew κάποιος Άγγλος στρατιώτης μου έδωσε ένα μπάτσο και από τότε το κρατάω. Γύρω στα 10 – 11 ήμουν, στεκόμουν στην πόρτα του σπιτιού και θυμάμαι ακόμα το μεγαλόσωμο, κοκκινοτρίχη Εγγλέζο, που γύρισε το χέρι του ξαφνικά και με χαστούκισε.
Στην Αγγλία έχω πάει μόνο για συνέδρια. Όταν έτυχε να πάμε με φίλους, ως φοιτητές, με ενόχλησε ο έλεγχος που μας έκαναν στα μαγαζιά. Εμείς ως ξένοι δεν καταφέρναμε να μπούμε στις δισκοθήκες και αυτό μου επιβεβαίωσε εκείνη την προκατάληψη που είχα από το περιστατικό με το curfew.
Άλλωστε, το 1966 ήταν πολύ γνωστές οι επιτυχίες των γερμανικών πανεπιστημίων στις θετικές επιστήμες. Έτσι επέλεξα τη Γερμανία.
Τι συμβαίνει με τον Άρη Λεμεσού;
Μεγάλο σχολείο. Με έμαθε να χάνω. Έχουμε γυρίσει όλα τα χωριά με τον Άρη. Από τότε, μάλλον, ανέπτυξα και τη μεγαλύτερη άμυνα για όλη την υπόλοιπη ζωή μου: να ξεχνάω εύκολα τις ήττες. Μπορώ να αφηγούμαι με τις ώρες τις χαρές, αλλά δυσκολεύομαι να ανακαλέσω τις λύπες.
Το πρώτο σωματείο ήταν στην Αθηνών, απέναντι από τους χώρους του ΤΕΠΑΚ σήμερα. Μαζευόμασταν τακτικά εκεί, όπου έζησα και το γνωστό μαέστρο, το Μαρίνο Μιτέλλα, να παίζει φλίπερ. Ήταν του Άρη και αυτός τότε, νεαρός καθηγητής μουσικής. Τον πείραζε ο Κολώτας, γιατί ήταν πολύ ευγενικός και δεν έβριζε ποτέ. Στα πολλά νεύρα αναφώνησε μια φορά «παλιόμπιλια». Ήταν η πιο «βαριά» βρισιά που μπόρεσε να πει, κάτι που δείχνει το ήθος του.
Ήταν πρότυπα οι δάσκαλοι;
Ήταν αξιόλογοι άνθρωποι και καθηγητές. Ο Σταυράκης, ο μαθηματικός, μας έδωσε τέτοιες βάσεις, ώστε όταν πήγα στο πανεπιστήμιο είχα ήδη καλυμμένη την ύλη. Στα Ελληνικά Κολώτας και Βενιζέλος, στην ιστορία ο Τουλουπής, που μας έμαθε να σκεφτόμαστε πολιτικά, στο δημοτικό ο Γιαννακός, που μας μετέδωσε την αγάπη για το θέατρο, και ο Πίπης, που μας έβαλε στη χορωδία. Είχα την τύχη να έχω σοβαρούς δασκάλους.
Βέβαια, όταν παίρναμε τιμωρία, δεν υπήρχε καμία παρέμβαση από τους γονείς, όπως συμβαίνει σήμερα. Ακόμα κι όταν τόλμησα να παραπονεθώ στον πατέρα μου κάποτε, η απάντηση ήταν «για να σε τιμωρήσει, κάτι έκανες».
Στη Λεμεσό, στα ίδια μέρη, έβλεπες από τον ψαρά και τον εργάτη του λιμανιού, μέχρι το Λανίτη. Όλοι μαζί, κανένας δεν ξεχώριζε. Δε σήκωνε να «αππωθείς».
Ο πατέρας ήταν πρότυπο;
Υπήρχε αγάπη και σεβασμός. Ο πατέρας μου έδωσε τις αρχές με τις οποίες πορεύθηκα στη ζωή μου. Είναι το ηθικό πρότυπο.
Μαθητής υπόδειγμα, δηλαδή;
Όχι ακριβώς. Έχω πάρει και 3 αποβολές.
Η πρώτη ήταν όταν έτυχε να με δει ο γυμνασιάρχης στο δρόμο, με στολή μεν, αλλά με κίτρινες κάλτσες. Ήταν κάτι σαν την προσωπική μου επανάσταση να φορώ με τη στολή χρωματιστές κάλτσες. Περιμέναμε το καλοκαίρι για να βάλουμε χρωματιστά ρούχα, να βγάλουμε τη στολή. Από τότε που τελείωσα το σχολείο, για πολλά χρόνια δε φόρεσα γκρίζο παντελόνι.
Η δεύτερη ήταν όταν βρέθηκα στο σφαιριστήριο δίπλα στο σινεμά του Γιορδαμλή. Μια μέρα έπεσε σήμα ότι έρχεται ο παιδονόμος. Φεύγοντας άφησα το πηλήκιό μου, το οποίο έγραφε μέσα το όνομα. Το βρήκε και τιμωρήθηκα.
Η τρίτη ήταν όταν είχαμε πάει σε ένα πάρτι, με κοπέλες. Μου είχε ζητήσει ο πατέρας να συνοδεύσω την κόρη οικογενειακών φίλων. Το επόμενο πρωί μας μάζεψε όλους ο παιδονόμος στο γραφείο του γυμνασιάρχη, όπου μας μοίρασε αποβολές, επειδή ο αδερφός μιας κοπέλας που είχε πάει στο πάρτι, μας κατήγγειλε όλους για θέμα τιμής.
Ήταν κρυφά τα πάρτι, δηλαδή;
Ήταν κρυφά, ναι. Δεν επιτρεπόταν να συναντιούνται κοπέλες με αγόρια. Το συγκεκριμένο είχε γίνει σε ένα κλειστό club, στο τέλος της οδού Γλάδστωνος.
Για τις αποβολές ενημερώνονταν οι γονείς;
Ναι, βέβαια. Έπρεπε να υπογράψει ο πατέρας το χαρτί. Είχαμε όμως έναν ειδικό πλαστογράφο στην τάξη. Έκανε και τις υπογραφές των γονέων, αλλά και την υπογραφή του παιδονόμου. Προσέφερε σπουδαίες υπηρεσίες ο συγχωρεμένος ο Γιαννάκης Ανδρονίκου και μας έσωσε από πολλές τιμωρίες.
Η μητέρα τι ρόλο είχε στα παιδικά βιώματα;
Ήταν στο τιμόνι. Αυτή έλεγχε τα πάντα. Από τον πατέρα δεν έφαγα ποτέ ξύλο, από τη μητέρα έφαγα. Ήμουν στα 10 – 11, λίγο πριν το Πάσχα και για πρώτη φορά πήγα μόνος να αγοράσω καινούρια παπούτσια. Περνώντας από την Α’ Αστική με το φίλο μου, είδαμε κάποια παιδιά να παίζουν ποδόσφαιρο. Δεν μπορέσαμε να αντισταθούμε. Τα άσπρα παπούτσια μου έγιναν τελικά μαύρα, του φίλου μου ξεκόλλησαν οι σόλες. Επιστρέφοντας στο σπίτι φάγαμε και οι 2 ξύλο. Ακόμη θυμάμαι το κλάμα μας μαζί με γέλιο, βλέποντας ο ένας τον άλλο από τα αντικριστά μπαλκόνια των δωματίων μας (γέλια).
Το ίδιο απλός παραμένεις και σήμερα, παρά την επιτυχία.
Έτσι μεγαλώσαμε. Πήγαμε σχολείο στο Λανίτειο, όπου συνυπήρχαν μαθητές όλων των κοινωνικών τάξεων. Όλη η Λεμεσός ήταν έτσι. Εδώ, στο λιμάνι, ήταν η ταβέρνα του Ποντικού και σε αυτήν έβλεπες από τον ψαρά και τον εργάτη του λιμανιού, μέχρι το Λανίτη. Όλοι μαζί, κανένας δεν ξεχώριζε. Δε σήκωνε να «αππωθείς». Όταν ήμουν μικρός θυμάμαι που ζήτησα από τη μάνα μου να μου μπαλώσει το παντελόνι. Με είδε ο πατέρας μου και μου είπε ότι, είχε κάνει υπόσχεση να μη φορέσει ο γιος του μπαλωμένο παντελόνι, επειδή ο ίδιος είχε φορέσει πολλά ως προσφυγόπουλο. Αλλά το είχε έτσι η γειτονιά, η Τζαμούδα, δε σου επέτρεπε να «αππωθείς»
Το Ογκολογικό είναι κάτι που έπρεπε να το έχει η Λεμεσός… Η πόλη, μέσα στην ευτυχία της και την ομορφιά της, πρέπει και για τους πολίτες που βλέπουν τη δυστυχία της ζωής, να εξασφαλίσει την ανάλογη φροντίδα.
Δε νιώθω την ανάγκη να είμαι αλλιώς. Το σέβομαι όμως αν κάποιος έχει μια τέτοια ανάγκη. Όποιος ζει αυτά που βλέπουμε εμείς στην καθημερινότητά μας, τα πραγματικά υπαρξιακά προβλήματα των ανθρώπων, δε μπορεί να σηκώσει μύτη ψηλά. Ποια έπαρση δικαιούσαι; Βλέπουμε καθημερινά πόσο μικροί είμαστε. Βλέπουμε και ανθρώπους με έπαρση, πόσο προσγειώνονται απότομα όταν έρθουν τα μαντάτα. Αυτό σε καθηλώνει. Ξέρω τα μεγέθη και τις δυνατότητές μας. Έχουμε πολλές δυνατότητες, αλλά η φύση είναι πάνω από εμάς.
Πολλοί και μάλιστα ισχυροί άνθρωποι, στρέφονται σε εσένα για βοήθεια. Δεν εμπνέει κάποια υπεροχή αυτό;
Δεν μπορείς να αντλείς δύναμη από τη δυστυχία του άλλου. Δε με αφορά κάτι τέτοιο. Άλλωστε, υπάρχουν πολλοί συνάδελφοι γιατροί, επιστήμονες, που επιτελούν έργο πολύ μεγαλύτερο από το δικό μου, αλλά δε γεύτηκαν την ευτυχία της αναγνώρισης. Όταν ξέρεις το μέγεθος της προσφοράς τους και βλέπεις ότι τιμούν εσένα, αλλά κανείς δεν αναγνωρίζει εκείνους, καταλαβαίνεις ότι υπάρχουν υπερβολές.
Ότι υπάρχουν γιατροί που εκμεταλλεύονται τον ανθρώπινο πόνο, μπορεί να ισχύει, στον ίδιο βαθμό που υπάρχουν κακοί επαγγελματίες σε όλους τους κλάδους. Δε θα τους κρίνουμε εμείς, υπάρχουν δικαστήρια, ούτε θα τους συγχωρέσουμε εμείς, υπάρχει η εκκλησία για άφεση αμαρτιών.
Είμαστε τελικά εντελώς αδύναμοι;
Όχι εντελώς αδύναμοι. Ξέρω, όμως, ότι η ευτυχία είναι στιγμές. Σημασία έχει πόσο έντονα θα ζήσεις τις στιγμές αυτές. Αυτό το κάνεις όταν συνειδητοποιήσεις πόσο λίγες είναι.
Δε θέλεις να εστιάζεις στα αρνητικά γενικά;
Δεν αποφεύγω το αρνητικό. Η δουλειά μου είναι ό,τι πιο αρνητικό υπάρχει στη ζωή. Απλά δεν μου αρέσει να τα αναμασώ συνεχώς.
Καταφέρνεις να αξιοποιήσεις αυτές τις στιγμές;
Πιστεύω ότι μπορώ να τις διακρίνω και να τις αξιοποιήσω, ναι. Από πάντα έψαχνα τη χαρά. Δεν ήμουν από τους ανθρώπους που τους αρέσει να τους λυπούνται και δεν μου αρέσει η μιζέρια. Έμαθα να εκτιμώ τα μικρά, επειδή βλέπω καθημερινά πόσο μικροί είμαστε οι άνθρωποι μπροστά στη φύση. Μια βόλτα με τα παιδιά μου, ένα καλό φαγητό, ένα τραγούδι με την παρέα.
Η καθημερινότητα τι περιλαμβάνει;
Οι πιο παραγωγικές ώρες για εμένα είναι μεταξύ 3 – 6 το πρωί. Κοιμάμαι γύρω στις 10 – 11 το βράδυ, ξυπνάω τα χαράματα και δουλεύω μέχρι το πρωί. Μετά θα κοιμηθώ καμιά ώρα ακόμα και θα συνεχίσω τη δουλειά μου, αφού ξυπνήσω. Μετά η δουλειά συνεχίζει μέχρι και αργά το βράδυ. Οι ώρες δουλειάς μπορεί να φθάσουν και τις 14 και τις 16 κάποιες μέρες. Η δουλειά είναι στοιχείο της ζωής μου, δε νιώθω ότι με κουράζει.
Τα 50 χρόνια στη Γερμανία
Πώς επιλέχθηκε το Άαχεν;
Ήταν από τα καλύτερα πανεπιστήμια, αλλά ήταν και το πρώτο στην αλφαβητική λίστα, που ήταν άσχετο βέβαια με την ουσία, αλλά έπαιξε ρόλο στην επιλογή μου.
Υπήρχαν Έλληνες ή Κύπριοι στο Άαχεν;
Ναι, βρήκα αμέσως Έλληνες. Κύπριοι άλλοι δεν υπήρχαν. Αυτοί μας βοήθησαν να βρούμε σπίτι. Ήξερα μόνο 2 – 3 λέξεις γερμανικές από το σχολείο. Ήξερα, βέβαια, αγγλικά, αλλά δεν ήξεραν οι Γερμανοί. Ανύπαρκτη αρχικά η επικοινωνία δηλαδή.
Ο Λεμεσιανός δεν αγκάλιασε το ΤΕΠΑΚ… δεν έχουμε ακόμα την κουλτούρα για να το κάνουμε αυτό. Είναι πολύ σημαντικό για τη Λεμεσό. Θα ήξερε κανείς την Οξφόρδη, το Κέιμπριτζ, τη Χαϋδελβέργη χωρίς τα πανεπιστήμιά τους;
Το μουστάκι υπήρχε ήδη;
Όχι, εκεί άρχισα να το μεγαλώνω, από το 1968 και έπειτα. Ήταν τότε και ο Μάης του ’68 στη Γαλλία, ήταν και οι καταλήψεις στα δικά μας πανεπιστήμια. Εμάς, βέβαια, μας ενδιέφερε να αρέσουμε στις κοπέλες. Δεν το έχω ξυρίσει ακόμα. Αν το ξυρίσω, μάλλον θα σημαίνει ότι μπαίνω σε νέα φάση ζωής (γέλια).
Ενεργός συμμετοχή στις κινητοποιήσεις ενάντια στη Χούντα, δηλαδή.
Ναι, ήμουν και πρόεδρος των Ελλήνων φοιτητών στη Γερμανία.
Πως ο μοναδικός Κύπριος στο Άαχεν αναδείχθηκε στην προεδρία του Συλλόγου Ελλήνων;
Ε, με δωροδοκίες (γέλια και πάλι). Ήμουν πολύ δραστήριος τότε στα κοινά. Και το Άαχεν ήταν μια μεγάλη φοιτητική κοινότητα με 2000 άτομα περίπου. Ο Σύλλογος είχε καθαρά αντιδικτατορική δράση. Εκεί γνώρισα και τους πρωτεργάτες του κινήματος εναντίον της Χούντας, τον Παπανδρέου, το Θεοδωράκη, τον Παναγούλη.
Ο Παναγούλης είχε καταφύγει τότε στη Γερμανία, μετά την αμνηστία που δόθηκε επί Μαρκεζίνη. Είχα κάνει κι εγώ ένα φεγγάρι στα κρατητήρια στα 24 μου. Με συνέλαβαν σε μια επίσκεψή μου στην Ελλάδα. Θεωρούσα ότι, επειδή είχα κυπριακό διαβατήριο, θα γλίτωνα τις διώξεις. Ευτυχώς, σε διάστημα μερικών εβδομάδων, ήρθε και η αμνηστία.
Δε συνέχισες να έχεις την ίδια εμπλοκή στα κοινά μετά τη μεταπολίτευση;
Όχι. Διαχώρισα τη θέση μου μετά την εισβολή στην Κύπρο, η οποία ήταν η αιτία για την πτώση της Χούντας. Έβλεπα ότι οι άνθρωποι με τους οποίους αγωνίστηκα, πανηγύριζαν τη δημοκρατία στην Ελλάδα, αλλά ελάχιστα ασχολούνταν με την κατάσταση στην Κύπρο. Εκεί αποφάσισα ότι συνεχίζω μόνο στο ακαδημαϊκό πεδίο.
Πέρα από την πολιτική και τις σπουδές, υπήρχε και καλοπέραση;
Φυσικά. Η Λεμεσός μας μεγαλώνει κοινωνικούς. Πηγαίναμε μαθητές και στα καρναβάλια, ακόμα κι αν απαγορευόταν, και μασκαρευόμασταν από πάνω μέχρι κάτω για να μη μας καταλάβουν οι παιδονόμοι.
Διασκέδαζαν ξεχωριστά οι Γερμανοί από τους ξένους;
Όχι βέβαια. Ίσα – ίσα, υπήρχε το μεταπολεμικό κόμπλεξ του Γερμανού, ο οποίος δεν ήθελε σε καμία περίπτωση να φανεί ρατσιστής. Μάλιστα, σαν Έλληνες, καταπιεσμένοι από τη Χούντα, είχαμε πολλές επιτυχίες στο ντόπιο γυναικείο πληθυσμό, που μας παρηγορούσε για το δράμα της πατρίδας μας. Ζητούσαμε στοργή και μας την έδιναν απλόχερα (γέλια).
Μύθος η ψυχρότητα των Γερμανών, δηλαδή.
Έχουν τις ιδιαιτερότητές τους, βέβαια, αλλιώς δε θα ερχόμουν πίσω στη Λεμεσό. Αλλά, σε κάθε λαό βρίσκεις και καλούς και κακούς. Απλά οι Γερμανοί λειτουργούν με περισσότερο ορθολογισμό και λιγότερο συναίσθημα.
Αυτός είναι ο λόγος που επιστρέφεις σήμερα;
Όχι ακριβώς. Στη Γερμανία πάντα είχα στο μυαλό μου ότι είμαι προσωρινά και έμεινα σχεδόν 50 χρόνια… λίγο παραπάνω από το προσωρινό, αλλά όχι μόνιμο.
Το υπερσύγχρονο Ογκολογικό Κέντρο της Λεμεσού
Είναι μια επιχειρηματική επένδυση το Γερμανικό Ογκολογικό Κέντρο;
Ό,τι και να πω δε θα αλλάξει τίποτα στην αντίληψη μερικών. Θα αποδειχτεί. Αυτοί που θέλουν να πουν ότι είναι μια επιχείρηση, ας το πουν. Θα μπορούσε να είχαν κάνει και άλλοι αυτό που κάνει ο Ζάμπογλου.
Αν ήθελα να επενδύσω επιχειρηματικά, υπήρχαν πολύ πιο προσοδοφόρες επιλογές και με λιγότερους κινδύνους, παρά αυτό που επιχειρώ να κάνω τώρα. Η καλύτερη επένδυση θα ήταν στην ψυχή μου, να κάνω διακοπές και να χαλαρώνω. Αυτή τη στιγμή έχουμε καταβάλει ποσά για την έκταση που ενοικιάζουμε από την Εκκλησία, για την κατασκευή του δημόσιου δρόμου, για τη σύνδεση με παροχή νερού και ευελπιστούμε ότι θα βρεθεί μια φόρμουλα με το κράτος, ώστε οι υπηρεσίες μας να είναι προσιτές σε όλους.
Εγώ δε θεωρώ ότι είμαι επιχειρηματίας. Όταν πια είχε μπει το νερό στο αυλάκι, μας προσέγγισαν επενδυτές ξένοι με πάρα πολύ ευνοϊκούς όρους και αρνηθήκαμε συνεργασία για να μη χρειαστεί να υπονομεύσουμε τα δικά μας κριτήρια κοινωνικής προσφοράς. Εάν αυτό είναι επιχειρηματικότητα, ας το κρίνουν αυτοί που ξέρουν.
Όλο αυτό δεν έγινε για να έχουμε βοήθεια από το κράτος. Δε ζητήσαμε βοήθεια, άλλωστε. Εφόσον προκύψει η φόρμουλα της παροχής υπηρεσιών θα διασφαλιστεί ότι οι υπηρεσίες μας μπορούν να είναι προσιτές στους κατοίκους Κύπρου. Παράλληλα, θα διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του εγχειρήματός μας, ώστε να μπορεί και να εξελίσσεται επιστημονικά, ακολουθώντας τις νέες τεχνολογίες και δεδομένα. Το Ογκολογικό Κέντρο πρέπει να είναι απόλυτα υγιές και να εξελίσσεται συνεχώς.
Υπήρξαν εμπόδια λόγω της λειτουργίας του Ογκολογικού Κέντρου στη Λευκωσία;
Όχι, δα! Άλλωστε, πότε έβαλε εμπόδια η Λευκωσία στην ανάπτυξη της Λεμεσού; Αν μας εμπόδιζε η Λευκωσία, θα μπορούσε να είχε φτάσει σε αυτό το σημείο η ανάπτυξη; (γέλια)
Όταν έγινε το Κέντρο στη Λευκωσία, είχα ουσιαστική συμβολή στην προετοιμασία του, όπως και σε αντίστοιχα κέντρα σε Ελλάδα και Γερμανία. Η Λεμεσός εξήγγελλε τη λειτουργία Ογκολογικού προ δεκαετίας τουλάχιστον. Ποτέ δεν έγινε τίποτα, δε ζήτησαν καν τη συμβολή μου. Τότε, χρειάστηκε να αναλάβω την πρωτοβουλία για την πόλη μου. Είναι ένα έργο αξίας 40 – 50 εκ. ευρώ, το οποίο γίνεται με μεγάλη αγάπη, αλλά κυρίως με τεράστια κατανόηση στις ανάγκες των ασθενών.
Ποια έπαρση δικαιούσαι; Βλέπουμε καθημερινά πόσο μικροί είμαστε. Βλέπουμε και ανθρώπους με έπαρση, πόσο προσγειώνονται απότομα όταν έρθουν τα μαντάτα. Αυτό σε καθηλώνει.
Είναι κάτι που το χρωστούσες στη Λεμεσό;
Είναι κάτι που έπρεπε να το έχει η Λεμεσός, δεν νιώθω ότι χρωστούσα τίποτα. Η πόλη, μέσα την ευτυχία της και την ομορφιά της, πρέπει και για τους πολίτες που βλέπουν τη δυστυχία της ζωής, να εξασφαλίσει την ανάλογη φροντίδα.
Στο δεύτερο όροφο έχουμε δημιουργήσει χώρο με εκπληκτική θέα τη Λεμεσό και πολλά φυτά. Αν μπορείς να προσφέρεις κάτι ευχάριστο σε έναν καταπονημένο – σωματικά και ψυχολογικά – ασθενή, κάτι που εσύ ο ίδιος απολαμβάνεις, γιατί να μην το προσφέρεις; Σίγουρα, πάντως, δεν το κάναμε για να ανεβάσουμε την τιμή του δωματίου (γέλια).
Δένεσαι με τους ασθενείς;
Ναι, δεν μπορείς να μη δεθείς, αλλά δε γίνεται και να ταυτιστείς. Στεναχωριόμαστε με την απώλεια. Έτυχε περίπτωση, όπου έκλεγε όλη η κλινική με το θάνατο ασθενή. Προσπαθώ, όμως, με το που φεύγω από την κλινική να τα αφήνω πίσω μου όλα αυτά, να μην τα μεταφέρω στο σπίτι. Με τα χρόνια ενεργοποιείται το ένστικτο της αυτοσυντήρησης.
Ποια διάκριση, από τις πολλές που είχες, είναι αυτή που ξεχωρίζεις;
Ήρθαν πολλές βραβεύσεις, συγκυριακά, κατά τη γνώμη μου. Υπάρχουν πολλοί που είναι καλύτεροι από εμένα, αλλά δεν είχαν την ευκαιρία να αναγνωριστεί το έργο τους.
Από τις διακρίσεις ξεχωρίζω σίγουρα το βραβείο της Γερμανικής Ακτινοογκολογικής Εταιρείας, το οποίο πριν από εμένα είχε δοθεί μόνο σε άλλους 2 Γερμανούς. Με αυτό βραβεύεται η επιστημονική έρευνα με εφαρμογή στην κλινική ρουτίνα, από όπου προκύπτουν νέες θεραπευτικές μέθοδοι.
Πολύ σημαντική ήταν για εμένα και η διάκριση με το τίτλο της Ακαδημίας Αθηνών. Ήμουν, άλλωστε, για χρόνια συμβεβλημένος καθηγητής με το Μετσόβειο Πολυτεχνείο. Ιδιαίτερη σημασία έχει και η αναγόρευσή μου ως Επίτιμος Διδάκτορας του ΤΕΠΑΚ.
Νιώθεις ότι η Λεμεσός οφείλει την επιτυχία της σε ανθρώπους όπως εσύ;
Η Λεμεσός οφείλει την επιτυχία της σε όσους κάνουν τη δουλειά τους καλά και με αγάπη, είτε αυτοί είναι οι επενδυτές στη Μαρίνα Λεμεσού, είτε είναι ο Μελής στην Παρεκκλησιά με τα ψητά του.
Το Ογκολογικό Κέντρο δημιουργείται από εξαιρετικούς επαγγελματίες, ενσυνείδητους και ευσυνείδητους, τεχνίτες φοβερούς. Αυτό το έργο, που γίνεται σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα, δε θα ήταν τόσο γρήγορα εφικτό χωρίς αυτούς. Ξεκινήσαμε στις 9 Μάη του 2016 και θα είναι σε θέση να λειτουργήσει το Σεπτέμβριο του 2017. Βέβαια, ο αγώνας για την προετοιμασία του ξεκίνησε πριν 10 χρόνια. Πάντα κάποιος πρέπει να «τραβήξει κουπί», αλλά όταν ξεκινήσει η βάρκα, βρίσκεις ανθρώπους να σε βοηθήσουν και να τραβήξουν μαζί σου γερό κουπί.
Η σημασία του ΤΕΠΑΚ για τη Λεμεσό
Το χρειαζόταν η Λεμεσός το πανεπιστήμιο;
Ήταν πολύ σημαντικό το γεγονός ότι το ΤΕΠΑΚ έγινε μέσα στο κέντρο της πόλης. Θα ήταν λάθος να γίνει σε κάποιο campus, μακριά από αυτή. Το πανεπιστήμιο έδωσε ζωή στην πόλη και βοήθησε να ζωντανέψουν και οι αναμνήσεις από την περιοχή.
Βέβαια, έγιναν διάφορα που έκαναν ζημιά στην εικόνα του.
Είναι 2 διαφορετικά πράγματα η ακαδημαϊκή αποστολή του ΤΕΠΑΚ, δηλαδή η εκπαίδευση των φοιτητών και η έρευνα,από τη μία, και η διαχείριση του πανεπιστημίου, από την άλλη. Στο πρώτο, το ΤΕΠΑΚ διακρίνεται και ανταπεξέρχεται άρτια. Το δεύτερο είναι κάτι που δεν μπορεί να το αποτρέψει κανείς. Σκάνδαλα υπήρχαν ακόμα και στο Χάρβαρντ. Αυτά είναι θέματα της δικαιοσύνης, όμως. Καθημερινά είναι πολλά αυτά τα θέματα στη χώρα μας. Πρέπει, βέβαια, να διευκρινιστούν όσα έχουν προκύψει σε σχέση με την οικονομική διαχείριση, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι θα πρέπει να υπονομεύεται το ακαδημαϊκό έργο του πανεπιστημίου.
Η εξέλιξη της πόλης είναι μοναδική τα τελευταία χρόνια. Πρέπει να καταλάβουμε ως Λεμεσιανοί, ότι η πόλη μας έχει τεράστια προοπτική, να νιώσουμε πραγματικά περήφανοι…
Και βέβαια συμβαίνουν. Κι εκεί τα διαχωρίζουν. Τα θέματα δικαιοσύνης δεν βαραίνουν το ακαδημαϊκό κομμάτι. Αλλά, αυτό που διακρίνω είναι ότι ο Λεμεσιανός δεν αγκάλιασε ακόμα το ΤΕΠΑΚ. Οι περισσότερες πόλεις ταυτίζονται με τα πανεπιστήμιά τους. Εμείς δεν έχουμε ακόμα την κουλτούρα για να το κάνουμε αυτό. Τώρα κάνει και το πανεπιστήμιο βήματα για να ανοιχτεί στην κοινωνία. Ο νέος πρύτανης έχει εστιάσει σε αυτό και γίνονται σημαντικά βήματα.
Είναι σημαντικό για μία πόλη ένα καλό πανεπιστήμιο;
Αστειεύεστε; Θα ήξερε κανείς την Οξφόρδη ή το Κέιμπριτζ χωρίς τα πανεπιστήμιά τους; Θα ήξερε κανείς της Χαϋδελβέργη; Οι φοιτητές δημιουργούν το επαγγελματικό τους μέλλον μέσα σε μια πόλη με συγκεκριμένους ανθρώπους, δένονται με αυτή και με όσους τους έδωσαν τα φώτα για να συνεχίσουν και αυτό αποτελεί κομμάτι της παραπέρα πορείας τους. Επιπρόσθετα φέρνει όλες τις νέες ιδέες στον τόπο και μεταλαμπαδεύει τη γνώση.
Είχες από την αρχή στο μυαλό σου να συνδεθείς με κάποιο τρόπο με το ΤΕΠΑΚ;
Ναι, φυσικά. Μετά από 40 χρόνια επαφής με τον ακαδημαϊκό χώρο και διάφορες επιστημονικές επιτροπές, είδα ότι δεν αρκεί να παρακολουθείς τις εξελίξεις για να παραμένεις στην κορυφή της επιστήμης. Πρέπει ένας επιστήμονας να συμμετέχει στην εξέλιξη αυτή, με την έρευνα, με τη μετεκπαίδευση των επιστημόνων και την εκπαίδευση των φοιτητών.
Έτσι προέκυψε και η ιδέα του ερευνητικού κέντρου για τον καρκίνο. Υπάρχει τεράστια δυναμική με επιστήμονες στο ογκολογικό κέντρο και θα ήταν κρίμα να μην το αξιοποιήσουμε για ερευνητικούς σκοπούς και να δώσουμε την ευκαιρία στους φοιτητές να έρθουν σε επαφή με την προσπάθεια για βελτιστοποίηση της γνώσης του τομέα. Μπορεί το κέντρο να προσελκύσει και ξένους φοιτητές, γιατί σε κάποιους τομείς σίγουρα πρωτοπορεί.
Το βλέμμα στο μέλλον της πόλης…
Τι άλλο θα ήθελες να δεις στη Λεμεσό τα επόμενα χρόνια;
Η Λεμεσός είναι καιρός να αποκτήσει ένα γήπεδο, όπου να μπορούν να αγωνίζονται όλες οι ομάδες.
Επίσης, έχουμε βέβαια το παραλιακό μέτωπο και το Δημοτικό Κήπο, αλλά θα ήταν ωραίο να έχουμε ένα ακόμα μεγάλο πάρκο στη Λεμεσό, σε κάποιο ύψωμα. Θα μπορούσε να έχει λίγο παραπάνω πράσινο η πόλη. Βέβαια, είναι καθαρή και χαίρομαι όποτε φιλοξενώ ξένους και εντυπωσιάζονται από το πόσο καθαρή είναι.
Είναι και το θέμα με τα πασαλάκια στα πεζοδρόμια, για τα οποία γίνεται πολλή συζήτηση. Αλλά, αφού είμαστε τόσο ασυνείδητοι οδηγοί, καλά έκανε ο Αντρέας Χρίστου και τα τοποθέτησε. Δεν μπορούσες να περπατήσεις στη Λεμεσό από τα αυτοκίνητα πάνω στα πεζοδρόμια.
Χρειάζεται επίσης να διευθετηθεί το κυκλοφοριακό, ιδίως η κίνηση στους κάθετους δρόμους της πόλης. Εύχομαι ακόμα, να μπορεί να βελτιωθεί ο δρόμος προς τις Πλάτρες, για να ξαναζήσει η ύπαιθρος.
Οι Βαρωσιώτες συνέβαλαν τα μέγιστα για να είναι η πόλη μας εδώ που είναι σήμερα και αυτό πρέπει όλοι να το αναγνωρίζουν.
Επισκέπτεσαι την ύπαιθρο;
Ναι, τις Παρασκευές των Χαιρετισμών πριν το Πάσχα τις περνάω με φίλους μου ψάλλοντας στην εκκλησία της Λάνιας. Στην εκκλησία αυτή ήταν ένας ιερέας τόσο καλλίφωνος, που μας καθήλωνε. Έχω φίλους, όμως, στη Δορά, στο Άρσος, στην Πάχνα, στο Σούνι, στη Ζανατζιά, δηλαδή στα κρασοχώρια. Στην Παρεκκλησιά έχω την ταβέρνα μου, την ταβέρνα του Μελή που την προτιμώ τακτικά για φαγητό.
Αγαπημένο κυπριακό φαγητό;
Στην Κύπρο είναι οι φακές μουτζέντρα και τα μπιζέλια με κρέας. Στη Γερμανία μου αρέσει το παραδοσιακό αρνάκι που φτιάχνει η σύντροφός μου η Ντόρις, ψημένο για ώρες στο φούρνο με κρασί και σερβιρισμένο με σως γιαουρτιού, με μέλι και ξηρούς καρπούς και καλό, γερμανικό ψωμί.
Μετανιώνεις που δεν επέστρεψες νωρίτερα;
Για χρόνια με είχε συνεπάρει η δουλειά στη Γερμανία και έψαχνα τι μπορούσα να κάνω. Ήθελα να δημιουργήσω τις προϋποθέσεις για να έρθω και να συνεχίσω το έργο μου στη Λεμεσό. Τώρα δημιουργήθηκαν.
Το Ογκολογικό Κέντρο στη Λεμεσό ήταν όνειρο ζωής. Το ίδιο και το πρωτάθλημα με τον Άρη. Το πρώτο είναι πια πραγματικότητα. Το δεύτερο παραμένει στην αναμονή. Το αμέσως επόμενο σχέδιο, είναι ένα ταβερνάκι, όπως παλιά, εκεί που παράγγελνες το ποτό και μαζί με αυτό έρχονταν τα μεζεδάκια. Κάπου με θέα στη θάλασσα που τόσο λατρεύει, εκεί που όλα θα είναι όμορφα, γνήσια και απλά, όπως και ο ίδιος σε όλη η ζωή του μέχρι τώρα. Ήρθε ξανά στη Λεμεσό για να βρει τα παλιά, όμως γοητεύεται και λατρεύει το καινούριο. Επέστρεψε στον τόπο του κουβαλώντας τιμές και περγαμηνές, όμως παραμένει ο Νικόλας που τριγυρνούσε στη γειτονιά της Τζαμούδας με κοντά παντελονάκια. Κι αυτό είναι μάλλον το σπουδαιότερο από όλα τα σπουδαία του επιτεύγματα.