Προβλήματα ψυχικής έντασης παιδιών-Τα τικ!
Το τελευταίο είδος συνηθειών χαλάρωσης, είναι οι αυτόματες-ακούσιες κινήσεις. Οι νευρικές συσπάσεις, που δεν ελέγχονται από το παιδί, ονομάζονται τικ και περιλαμβάνουν ανοιγοκλείσιμο των ματιών, απότομες κινήσεις της κεφαλής, νευρικές κινήσεις των χεριών, γκριμάτσες, ξερόβηχα κ.λπ.
Αν και τα τικ μπορεί να έχουν κάποια βιολογική αιτία και, επομένως, είναι δυνατόν να ελεγχθούν με ιατροφαρμακευτικές μεθόδους, στις περισσότερες περιπτώσεις έχουν ψυχολογική προέλευση.
Όταν τα τικ έχουν ψυχολογική προέλευση, αποτελούν ενδείξεις εσωτερικής έντασης ή εκδήλωση κάποιας ανεπιθύμητης συνήθειας. Τα παιδιά που έχουν τικ είναι κατά κανόνα ανήσυχα, αμήχανα και ευαίσθητα, και συνήθως έχουν γονείς ιδιαίτερα απαιτητικούς – γονείς που ζητούν το τέλειο – που εξουσιάζουν και τιμωρούν αυστηρά. Μεγάλες προσαρμογές στη ζωή, όπως το ξεκίνημα του σχολείου, αποτελούν, κατά κανόνα, το έναυσμα για την εμφάνιση των τικ. Η ηλικία των έξι ετών παρουσιάζει την υψηλότερη συχνότητα.
Τα τικ είναι συνηθέστερα στα αγόρια από ό,τι στα κορίτσια.
Οι θερμές παρακλήσεις, εκ μέρους των γονέων προς το παιδί, να σταματήσει τη συνήθεια, ή/και η γκρίνια και η τιμωρία το μόνο που κάνουν είναι απλώς να επιτείνουν το πρόβλημα. Η επικέντρωση της προσοχής στα τικ του, κάνουν το παιδί να νιώσει αμηχανία και ντροπή για την «περίεργή» του αυτή συνήθεια. Η τακτική αυτή επιτείνει το πρόβλημα, αντί να το ελαττώνει. Η θεραπεία για αυτές τις συνήθειες έντασης καλό είναι να έχει ως στόχο τις αιτίες που ενισχύουν και διατηρούν τα συμπτώματα. Αυτό ίσως απαιτεί τη βοήθεια ειδικού.
Μια ευαισθητοποιημένη – εκ μέρους των γονέων – διερεύνηση των ενισχυτικών διαδικασιών, των φόβων, των απογοητεύσεων και της ανασφάλειας, που αποτελούν το υπόβαθρο των συνηθειών αυτών έντασης, και ο λογικός χειρισμός αυτών των προβλημάτων με τον καθησυχασμό και την συμπαθητική κατανόηση του παιδιού, μπορεί συχνά να είναι επαρκή.
Υπάρχουν και άλλα, ειδικά, μέσα για την τροποποίηση πιο επίμονων συνηθειών. Ο A.J. Yates θεωρεί τα τικ ως μια μαθημένη συνήθεια, η οποία (στους ενηλίκους τουλάχιστον) έχει αποκτήσει τη μεγαλύτερη δυνατή ισχύ της.
Ο Yates θεράπευε τα τικ των παιδιών, με βάση την αρχή ότι είναι δυνατό να εξαλείψουμε τέτοιες συνήθειες, προκαλώντας συνήθειες αρνητικές ή ασυμβίβαστες με τα τικ. Αν εφαρμόσουμε τη μαζική άσκηση – να εξωθήσουμε το άτομο να παρουσιάσει τικ στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, τότε αναπτύσσεται ταχύτατα αντιδραστική αναστολή. Με άλλα λόγια, ο ασθενής οδηγείται να παρουσιάσει συνειδητά τη νευρική του σύσπαση, ξανά και ξανά ώσπου να εξαντληθεί. Όταν η αντιδραστική αναστολή φθάσει σε έναν σημαντικό βαθμό, το άτομο θα νιώσει «κόπωση» και θα αναγκαστεί να «ξεκουραστεί» (να μη παρουσιάζει το τικ). Η παρεμβολή της αντιδραστικής αναστολής στη διάρκεια της «περιόδου ανάπαυσης» ενισχύει τη συνήθεια της μη ανταπόκρισης (της μη δυνατότητας εκδήλωσης του τικ).
Τα τικ των παιδιών έχουν αντιμετωπιστεί με αυτόν τον τρόπο, άλλοτε επιτυχώς και άλλοτε ανεπιτυχώς.
Σε μια σχετική μελέτη, ένα παιδί υπέφερε από πολλαπλά τικ – αναίτιο φύσημα της μύτης, λόξυγγα και κούνημα της κεφαλής – για έντεκα χρόνια. Η θεραπεία συνίστατο σε μακρές περιόδους εφαρμογής της μαζικής άσκησης (μισή ως μιάμιση ώρα την ημέρα). Υπήρχε μια σημαντική μείωση της συχνότητας των τικ για μια περίοδο μεγαλύτερη των πέντε μηνών. Μια άλλη μελέτη όμως έδειξε ότι αυτό το είδος της επιτυχίας δεν στάθηκε δυνατό με ένα δεκατριάχρονο αγόρι που υπέφερε από πολλαπλά τικ στο πρόσωπο, τον λαιμό και το κεφάλι αντίθετα, το χειροτέρεψε.
Αυτές οι τεχνικές-μέθοδοι θα πρέπει να αφεθούν στους ειδικούς, και όχι να δοκιμάζονται σε ερασιτεχνική βάση (Herbert, 1995).