Φθινοπωρινή αλλεργική ρινίτιδα.
Αν και η άνοιξη αποτελεί για τους περισσότερους αλλεργικούς ασθενείς την εποχή έξαρσης των συμπτωμάτων τους δεν είναι καθόλου αμελητέα η επίδραση του φθινοπώρου στην εμφάνιση αλλεργικών συμπτωμάτων σε όλες τις ηλικίες και ίσως περισσότερο στα παιδιά λόγω της γνωστής ως «επιδημίας του Σεπτεμβρίου».
Ο κυριότερος λόγος είναι η επάνοδος στο σχολείο όπου τα παιδιά βρίσκονται εκ νέου σε περιβάλλον με πολυκοσμία και στενή επαφή μεταξύ τους ταυτόχρονα με τη σχετική πτώση της θερμοκρασίας που ευνοεί τις ιογενείς λοιμώξεις αλλά και την αύξηση του φορτίου κάποιων αλλεργιογόνων.
Η αλληλεπίδραση των παραγόντων αυτών εξηγεί την επιδημία κυρίως σε παιδικές ηλικίες η οποία για τον Ελλαδικό χώρο μάλλον είναι «επιδημία Οκτωβρίου» λόγω των καλύτερων κλιματολογικών συνθηκών της χώρας μας σε σχέση με τις υπόλοιπες του Δυτικού κόσμου όπου και ανήκει η πλειοψηφία των δεδομένων που καταγράφονται και οδηγούν σε δημοσιεύσιμες μελέτες.
Το φθινόπωρο και ειδικά το Σεπτέμβριο (ξεκινώντας από Αύγουστο) ανθοφορούν φυτά και ζιζάνια τα οποία είναι ιδιαίτερα αλλεργιογόνα όπως η παριετάρια (γνωστή ως περδικάκι), η αγριάδα, το χηνοπόδιο.
Επίσης οι ασθενείς με ευαισθητοποίηση στον μύκητα Alternaria και τα ακάρεα της οικιακής σκόνης τα οποία είναι ολοετή αλλεργιογόνα αλλά προτιμούν θερμοκρασίες 22-27 o C και υγρασία 75% οπότε και πολλαπλασιάζονται ραγδαία, εμφανίζουν έξαρση. Ένα άλλο αλλεργιογόνο το οποίο δεν είναι εποχιακό αλλά μπορεί να παίζει ρόλο στη έξαρση του Σεπτεμβρίου – Οκτωβρίου είναι αυτό του οικόσιτου.
Παιδιά τα οποία είναι ευαισθητοποιημένα αλλά δεν έχουν οικόσιτα, κατά την επάνοδο τους και την επαφή με άλλα παιδιά που διατηρούν στο σπίτι τους γάτα ή σκύλο μπορεί να εκδηλώσουν συμπτώματα λόγω της έκθεσης στα αλλεργιογόνα που μεταφέρονται.
Τα αλλεργιογόνα των οικοσίτων είναι τόσο ισχυρά που το 1/3 των ασθενών που πάσχουν δεν έχουν οικόσιτο αλλά έχει για παράδειγμα ο διπλανός τους στο σχολείο.
Οι ευαισθητοποιημένοι σε αυτά τα αλλεργιογόνα ασθενείς εκφράζουν αυτή τους την ιδιαιτερότητα με αλλεργική ρινίτιδα ή και άσθμα. Είναι επί της ουσίας μια υπερβολική αντίδραση του ανοσοποιητικού στην έκθεση σε αβλαβείς κατά τα άλλα παράγοντες τους οποίους το αμυντικό σύστημα δεν αναγνωρίζει ως τέτοιους αλλά στην κυριολεξία ως παράσιτα με αποτέλεσμα να παράγει άμυνα, με τη μορφή αντισωμάτων, εναντίον τους.
Η παραγωγή αυτών των αντισωμάτων οδηγεί στην αποκοκκίωση κάποιων κυττάρων που λέγονται σιτευτικά με συνέπεια την απελευθέρωση μεσολαβητών οι οποίοι οδηγούν στην αλλεργική φλεγμονή των οργάνων στόχων.
Τα όργανα στόχος εν προκειμένω είναι οι επιπεφυκότες (οφθαλμοί), ο ρινικός βλεννογόνος (μύτη) και οι βρόγχοι (πνεύμονες).
Το κλινικό αποτέλεσμα θα εκφρασθεί ως ρινίτιδα, επιπεφυκίτιδα και άσθμα. Οι εκδηλώσεις αυτές δεν είναι καθόλου απαραίτητο να συνυπάρχουν. Από την άλλη πλευρά όμως μπορεί η μια να αποτελεί εξέλιξη της άλλης αφού η αλλεργία αποτελεί χρόνια παθολογική κατάσταση.
Η ρινίτιδα χαρακτηρίζεται κατ’ αρχάς από την κλασσική τετράδα των συμπτωμάτων:
καταρροή, συμφόρηση(μπούκωμα), πταρμοί, κνησμός.
Η επιπεφυκίτιδα από κνησμό, δακρύρροια. Το άσθμα από βήχα, δύσπνοια, συριγμό, συσφιγκτικό αίσθημα στήθους, νυκτερινές αφυπνίσεις.
Οι ασθενείς που έχουν αλλεργική ρινίτιδα έχουν 30%-40% πιθανότητα να εμφανίσουν άσθμα ενώ αυτοί που έχουν άσθμα πάνω από 80% πιθανότητα ρινίτιδας.
Οι ιογενείς λοιμώξεις είναι άμεσα συνυφασμένες με την εμφάνιση παροξυσμών άσθματος. Οι ρινοιοί είναι το κύριο αίτιο αυτών των ιογενών λοιμώξεων. Υπάρχουν περισσότερα από 600 είδη (ορότυποι) ρινοιών και το 80-85% των παιδιών που επισκέπτονται Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών σε Παιδιατρικά Νοσοκομεία έχουν προσβληθεί από τέτοιου τύπου ιούς.
Η κύρια ηλικιακή ομάδα που πλήττεται είναι 0-18 ετών με αιχμή τα 5-7 έτη φαινόμενο που μάλλον αποτελεί την πηγή του κακού και για τους ενήλικες στους οποίους το 50% που εμφανίζει κρίση και επισκέπτεται Νοσοκομείο έχει προσβληθεί από ρινοιό.
Οι ασθενείς με ευαισθητοποίηση σε αλλεργιογόνα φιλοξενούν πολύ πιο ευπρόσδεκτα τους ιούς αφού μοιάζουν να τους συμπεριφέρονται ως αλλεργιογόνα. Οι μελέτες δείχνουν ότι ένας αλλεργικός ασθενής διατηρεί πολύ περισσότερο την συμπτωματολογία του κοινού κρυολογήματος ενώ επίσης το εξελίσσει πολύ πιο συχνά σε συμμετοχή από το κατώτερο αναπνευστικό και αυτό το γεγονός μάλιστα μπορεί να αποτελέσει και την αφορμή της διερεύνησης που θα οδηγήσει στη διάγνωση της αλλεργίας.
Η συνεργασία λοιμογόνων παραγόντων είναι άμεση και έμμεση.
Η παραγωγή κυτοκινών, μέσω των οποίων συνεργάζονται τα φλεγμονώδη κύτταρα όπως ιντερλευκίνες και μόρια προσκόλλησης, αλληλοενισχύεται κατά την παράλληλη έκθεση σε ιούς και αλλεργιογόνα αφενός και αφετέρου οι αλλεργικοί ασθενείς έχουν λόγω της ευαισθητοποίησης τους ρινική και βρογχική υπερευαισθησία που σημαίνει χαμηλότερο κατώφλι αντίδρασης σε εξωγενείς παράγοντες ανάμεσα τους και οι ιοί.
Η καλύτερη ιατρική είναι η πρόληψη. Ο αλλεργικός ασθενής πρέπει να ελεγχθεί με αλλεργικές δερματικές δοκιμασίες, τα γνωστά αλλεργικά τεστ. Αυτές οι δοκιμασίες είναι ανώδυνες, με υψηλή ευαισθησία και ειδικότητα άρα αξιόπιστες, δίνουν απάντηση σε είκοσι μόλις λεπτά και πρέπει να εκτελούνται μόνο από ιατρούς εκπαιδευμένους στο εν λόγω αντικείμενο άρα αλλεργιολόγους.
Οι εξετάσεις στο αίμα έπονται και δεν είναι απαραίτητες παρά μόνο σε λίγες περιπτώσεις.
Εφόσον ένας ασθενής διαγνωσθεί έγκαιρα, δεν έχει εδραιώσει σοβαρό άσθμα, δεν έχει γίνει πολυευαίσθητος και φυσικά δεν έχει άλλα σοβαρά προβλήματα υγείας μπορεί να θεραπευθεί οριστικά σε σχέση με τις αλλεργίες του υποβαλλόμενος σε ανοσοθεραπεία (απευαισθητοποίηση, εμβολιασμός).
Είναι μια απολύτως ασφαλής μέθοδος, η οποία μπορεί να εφαρμοσθεί και σε παιδιά και σε ενήλικες, προτείνεται από όλες τις διεθνείς ομοφωνίες και έχει ιστορία άνω των 100 ετών. Τα εμβόλια που χρησιμοποιούντα έχουν στοχευμένη δράση έναντι των υπεύθυνων αλλεργιογόνων και η αποτελεσματικότητα τους έγκειται στο γεγονός ότι παρεμβαίνουν στην φυσική πορεία της νόσου και δεν ελέγχουν απλά το πρόβλημα.
Το γεγονός αυτό συνίσταται σε τέσσερα στοιχεία: την εκρίζωση των συμπτωμάτων, την αναχαίτηση της εξέλιξης της αλλεργικής ρινίτιδας σε άσθμα, την παρεμπόδιση εμφάνισης νέων ευαισθητοποιήσεων και την παραμονή του αποτελέσματος μετά τη διακοπή άρα την οριστική θεραπεία του προβλήματος.
Η ατοπική δερματίτιδα/έκζεμα είναι μια χρόνια δερματίτιδα που οφείλεται στην ευαισθητοποίηση του ασθενούς σε αερο και τροφο αλλεργιογόνα και χαρακτηρίζεται από ξηροδερμία και κνησμό.
Η συντριπτική πλειοψηφία των ασθενών είναι παιδιά, χωρίς να αποκλείεται η παραμονή ή η επανεμφάνιση της δυσάρεστης αυτής κατάστασης και στην ενήλική ζωή.
Η χρόνια αυτή κατάσταση πορεύεται με υφέσεις και εξάρσεις.
Είναι χαρακτηριστικό της η καλοκαιρινή ύφεση, το φθινόπωρο ξεκινά η έξαρση και οι γονείς πρέπει να είναι προετοιμασμένοι για αυτή την εξέλιξη. Η αντιμετώπιση στηρίζεται στην καλλυντική και φαρμακευτική φροντίδα ενώ πλέον υπάρχουν σκευάσματα που δεν περιέχουν κορτιζόνη η κατάχρηση της οποίας πρέπει όσο το δυνατόν να αποφεύγεται. Επίσης είναι σημαντικό η διάγνωση να γίνει σωστά και να αποκλεισθούν άλλες καταστάσεις που μπορεί να μιμηθούν την ατοπική δερματίτιδα.
Οι αλλεργίες είναι χρόνια νοσήματα, η εποχική έξαρση σε κάποιες από αυτές προσφέρει το πλεονέκτημα της προβλεψιμότητας με αποτέλεσμα να είναι δυνατή η πιο σωστή αντιμετώπιση.
Οι γονείς και ο ειδικός αλλεργιολόγος είναι συνεργάτες σε αυτού του είδους τις καταστάσεις αφού η παιδική ηλικία είναι ευαίσθητη και ειδικού χειρισμού.
Στην Ελλάδα όλοι οι ειδικοί Αλλεργιολόγοι έχουν εκπαιδευθεί στην αντιμετώπιση των αλλεργιών και σε παιδιά και σε ενήλικες.