Θηλασμός: Μέγα λάθος η αποφυγή του
Παρά την προσπάθεια που ξεκίνησε στην Ελλάδα στις αρχές του ’80, δεν έχει γίνει ακόμα κατανοητό ότι ο θηλασμός είναι η πρώτη σημαντική προσφορά κάθε μητέρας στο νεογέννητο.
Το ποσοστό των Ελληνίδων που θηλάζουν είναι μεγάλο, πέφτει όμως δραστικά μετά τον πρώτο μήνα. Κι αυτό είναι μέγα λάθος.
Τις τελευταίες δεκαετίες γίνεται μια εκστρατεία σ’ όλο τον κόσμο σχετικά με τον μητρικό θηλασμό, με προτάσεις που προωθούν ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) και η UNICEF.
Στη χώρα μας, παρά την προσπάθεια που ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του ’80, δεν έχει γίνει ακόμα κατανοητό ότι ο θηλασμός είναι η πρώτη σημαντική προσφορά κάθε μητέρας στο νεογέννητο.
Το ποσοστό των Ελληνίδων μητέρων που αρχίζουν τον θηλασμό είναι μεγάλο, πέφτει όμως δραστικά μετά τον πρώτο μήνα. Ο πιο συχνός λόγος που αναφέρει η μητέρα είναι ότι δεν είχε γάλα και η αντίφαση σ’ αυτό είναι ότι πήρε και κάποια φάρμακα για διακοπή της γαλακτοφορίας.
Τα λάθη αρχίζουν από πολύ νωρίς, αμέσως μετά τον τοκετό, με την απομάκρυνση του νεογέννητου από τη μητέρα του (γίνεται στα πιο πολλά μαιευτήρια), με τη χορήγηση ξένου γάλακτος, γιατί δήθεν η μητέρα δεν έχει ακόμα «γάλα», και με τη χορήγηση κάποιας συνταγής με ξένο γάλα κατά την έξοδό της από το μαιευτήριο, που δίνει στη μητέρα το μήνυμα ότι το γάλα της είναι ανεπαρκές.
Το μητρικό γάλα υπερέχει σημαντικά από τα ξένα τροποποιημένα γάλατα. Η σύστασή του μεταβάλλεται από το πύαρ (πρωτόγαλα) των πρώτων ημερών, εξυπηρετώντας τις ανάγκες του νεογέννητου, στο ώριμο πλέον γάλα περίπου τη 10η ημέρα. Διαφέρει αν το μωρό γεννιέται πρόωρο ή τελειόμηνο. Περιέχει κύτταρα, ανοσοσφαιρίνες και άλλους παράγοντες, που ενισχύουν την άμυνα του βρέφους.
Οι λοιμώξεις του πεπτικού, του αναπνευστικού και η σηψαιμία είναι σπανιότερες στα παιδιά που θηλάζουν. Ο θηλασμός αυξάνει την κινητικότητα του εντέρου (δεν παρατηρείται δυσκοιλιότητα), προφυλάσσει από τις αλλεργίες και προάγει τον δεσμό μητέρας-παιδιού. Υποστηρίζεται ότι απομακρύνει το ενδεχόμενο σακχαρώδους διαβήτη και αιφνίδιου θανάτου και ότι επηρεάζει ευνοϊκά την πνευματική ανάπτυξη του βρέφους.
Τα πλεονεκτήματα, όμως, του θηλασμού δεν σταματούν εδώ. Το μητρικό γάλα προσφέρεται όποτε το θελήσει το βρέφος, χωρίς προετοιμασία, βρίσκεται πάντα στην κατάλληλη θερμοκρασία και δεν έχει μικρόβια. Ο θηλασμός προσφέρει προστασία στη μητέρα από τον καρκίνο του μαστού, μείωση της συχνότητας εμφάνισης καρκίνου του ενδομητρίου, προστατεύει από οστεοπόρωση και σε σημαντικό βαθμό προφυλάσσει από πρόωρη νέα εγκυμοσύνη.
Η Αμερικανική Παιδιατρική Εταιρεία συνιστά να διαρκεί ο θηλασμός μέχρι τον 12ο μήνα. Αυτό βέβαια είναι ίσως ανέφικτο και προϋποθέτει σοβαρή στήριξη της μητρότητας. Το διάστημα, όμως, των 4-6 μηνών νομίζω ότι είναι μέσα στις δυνατότητες της κάθε μητέρας, με την ανάλογη πάντα βοήθεια από το περιβάλλον της και την καθοδήγηση από τον παιδίατρό.
Ποια μωρά δεν μπορούν να θηλάσουν
* Μωρά με γαλακτοξαιμία, φαινυλοκετονουρία (προβλήματα σχετικά σπάνια).
* Μωρά με σοβαρό νευρολογικό πρόβλημα.
* Μωρά με σοβαρές ανατομικές ανωμαλίες του προσώπου (μεγάλου βαθμού λαγόχειλος ή λυκόστομα).
* Τα πολύ πρόωρα μωρά (κάτω από 1.500 γραμμ.).
Ο νεογνικός ίκτερος δεν αποτελεί αιτία διακοπής του θηλασμού, με την προϋπόθεση ότι το μωρό είναι τελειόμηνο και υγιές. Θα πρέπει, λοιπόν, να αντιληφθούμε ότι οι περισσότερες μητέρες είναι σε θέση να θηλάσουν τα μωρά τους. Εάν παρατηρήσουμε τη φύση, θα διαπιστώσουμε ότι απ’ όλα τα θηλαστικά ζώα, ο άνθρωπος είναι το μόνο που, παραβιάζοντάς την, χρησιμοποιεί για τη διατροφή του μωρού του γάλα από άλλα είδη θηλαστικών.
Ποιες μητέρες δεν μπορούν να θηλάσουν τα μωρά τους
* Μητέρες με ανατομικές ανωμαλίες ή επεμβάσεις στον μαστό
* Μητέρες με σοβαρή μεταδοτική νόσο (ανοιχτή φυματίωση, AIDS).
* Μητέρες που παίρνουν επικίνδυνα φάρμακα, τα οποία απεκκρίνονται σε σημαντική ποσότητα στο γάλα.
Η γαλακτοφορίτιδα και η μαστίτιδα δεν αποτελούν λόγο, έστω και προσωρινής, διακοπής.