Ογκοι της υπόφυσης
Ο αδένας της υπόφυσης έχει μέγεθος μπιζελιού και βρίσκεται στη βάση του κρανίου. Αποτελείται από διαφορετικές ομάδες κυττάρων που παράγουν αντίστοιχα διαφορετικές ορμόνες. Καθεμία από αυτές τις ορμόνες δρα σε συγκεκριμένα όργανα-στόχους για την πραγματοποίηση ορισμένης λειτουργίας. Λόγω του ελέγχου που ασκεί σε αρκετούς αδένες του σώματος, η υπόφυση ονομάζεται και «κύριος αδένας».
Ογκοι στην υπόφυση δημιουργούνται όταν μια ομάδα κυττάρων υπερπλάσσεται και τελικά δημιουργεί συγκεκριμένους σχηματισμούς, οι οποίοι ονομάζονται αδενώματα. Τα αδενώματα, σπανιότατα, είναι κακοήθη αλλά πολύ συχνά, λόγω της ορμονικής τους έκκρισης ή λόγω της ορμονικής καταστολής από πίεση που δημιουργούν, έχουν αποτέλεσμα τη διαταραχή της ορμονικής ομοιοστασίας.
Οι όγκοι της υπόφυσης διακρίνονται σε λειτουργικούς, όπου παρατηρείται εκκριτική ορμονική δραστηριότητα, και σε μη εκκριτικούς, που διαγιγνώσκονται συνήθως σχετικά αργά, λόγω των πιεστικών φαινομένων που δημιουργούν. Η κλινική εικόνα που εμφανίζουν τα λειτουργικά αδενώματα είναι ανάλογη με την ορμόνη που εκκρίνουν.
***Ποια είναι τα συμπτώματα;
Η συμπτωματολογία των όγκων της υπόφυσης διαφέρει από ασθενή σε ασθενή και εξαρτάται από την ύπαρξη ορμονικής έκκρισης, πιεστικών φαινομένων σε παρακείμενους ιστούς και όργανα, καθώς και ταχύτητα ανάπτυξης. Αν και η λίστα των συμπτωμάτων που έχει διαπιστωθεί σε περιπτώσεις όγκων της υπόφυσης είναι εκτενής, πιο συχνά στη γενική συμπτωματολογία (εκκριτικών ή μη εκκριτικών όγκων) περιλαμβάνονται οι κεφαλαλγίες, καθώς και τα προβλήματα οράσεως.
Τα λειτουργικά αδενώματα της υπόφυσης, ανάλογα με την ορμόνη που εκκρίνουν, δημιουργούν χαρακτηριστικά κλινικά σύνδρομα. Π.χ. στην περίπτωση έκκρισης αδενοκορτικοτρόπου ορμόνης έχουμε την εμφάνιση της νόσου του Cushing, όταν εκκρίνεται αυξητική ορμόνη τότε έχουμε τη νόσο της μεγαλακρίας, σε περίπτωση έκκρισης προλακτίνης προκαλείται στις γυναίκες διαταραχή της περιόδου, καθώς και γαλακτόρροια κ.ά.
Στα μη λειτουργικά αδενώματα, τα συμπτώματα που παρατηρούνται, λόγω πίεσης, από την ανεπαρκή έκκριση ορμονών περιλαμβάνουν κόπωση, σύγχυση, ξηρότητα δέρματος, διαταραχές της περιόδου στις γυναίκες, καθώς και προβλήματα στυτικής δυσλειτουργίας στους άνδρες.
***Πώς γίνεται η διάγνωση;
Μετά την αξιολόγηση της κλινικής εικόνας, ο γιατρός θα συστήσει αιτιολογικά τον προσδιορισμό συγκεκριμένων ορμονικών παραμέτρων ή και την πραγματοποίηση δυναμικών ορμονικών δοκιμασιών. Επιπλέον, χρειάζεται ο απεικονιστικός έλεγχος της υπόφυσης με μαγνητική τομογραφία, όπου θα καθοριστεί το μέγεθος του αδένα και της επεξεργασίας που τυχόν υπάρχει, η σύσταση του αδενώματος, η σχέση του αδενώματος με παρακείμενους ιστούς κ.ά. Επιπροσθέτως, σε περίπτωση ανεύρεσης αδενώματος χρειάζεται να γίνει οφθαλμολογική εξέταση για τυχόν βλάβη του οπτικού νεύρου, το όποιο περνά επάνω από τον αδένα της υπόφυσης, ελέγχοντας τα οπτικά πεδία. Από τη στιγμή που θα καθοριστεί και η ορμονική δραστηριότητα του αδενώματος, τότε προτείνεται και η αντίστοιχη θεραπευτική αγωγή.
**Ποια είναι η θεραπεία;
Η θεραπεία των όγκων της υπόφυσης εξαρτάται από τον τύπο των κυττάρων του αδενώματος, την ύπαρξη ορμονικής έκκρισης, το μέγεθος του αδενώματος, τα υποκείμενα συμπτώματα, την ηλικία του ασθενούς, καθώς και τη γενική κατάσταση της υγείας του. Ορισμένοι κυτταρικοί τύποι αδενωμάτων αντιμετωπίζονται επιτυχώς μόνο με φαρμακευτική αγωγή. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις που χρειάζεται χειρουργική αντιμετώπιση του προβλήματος ή και συνδυασμός θεραπευτικών σχημάτων, ο οποίος να περιλαμβάνει και τη χορήγηση ακτινοβολίας.
Ο συστηματικός κλινικοεργαστηριακός έλεγχος και η αξιολόγησή του σε συνδυασμό με την υπάρχουσα συμπτωματολογία από το θεράποντα ιατρό θα καθορίσει και το θεραπευτικό σχήμα που θα πρέπει να ακολουθηθεί για το συγκεκριμένο ασθενή.