Αντισώματα Καρδιολιπίνης
Επίσης γνωστό ως: Αντισώματα Αντικαρδιολιπινικά, aCL αντίσωμα
Επιστημονική ονομασία: Αντισώματα Καρδιολιπίνης, IgG, IgM, και IgA
Σχετικές εξετάσεις: Αντιπηκτικό Λύκου, Antiphospholipids, Anti-phosphatidylserine, Anti-beta2 glycoprotein I.
Γιατί γίνεται αυτή η εξέταση;
Χρειάζεται για τη διερεύνηση σχηματισμού θρόμβου αίματος χωρίς αιτία, για τον προσδιορισμό της αιτίας επαναλαμβανόμενων αποβολών, ή ως μέρος αξιολόγησης για αντιφωσφολιπιδικό σύνδρομο.
Πότε πρέπει να γίνεται αυτή η εξέταση;
Αν είχατε ένα ή περισσότερα ανεξήγητα φλεβικά ή αρτηριακά θρομβωτικά επεισόδια, αν είχατε επαναλαμβανόμενες αποβολές, κυρίως στο 2ο και 3ο τρίμηνο
Απαιτούμενο δείγμα;
Δείγμα αίματος από φλέβα στο χέρι.
Τι προσδιορίζεται;
Αυτές οι εξετάσεις ανιχνεύουν την παρουσία τριων τάξεων (IgG, IgM, και/ή IgA) αντισωμάτων καρδιολιπίνης. Παράγονται από το ανοσιακό σύστημα σε απάντηση σε αντιληπτή απειλή, και αυτές οι πρωτεΐνες είναι οι πιο συνηθισμένες των αντιφωσφολιπιδικών αντισωμάτων. Είναι επίκτητα aυτοαντισώματα, που μπορούν να επηρεάσουν την ικανότητα του οργανισμού να ρυθμίζει την πηκτικότητα του αίματος με τρόπο ο οποίος δεν έχει κατανοηθεί πλήρως.
Οι καρδιολιπίνες, και άλλα σχετιζόμενα φωσφολιπίδια, είναι μόρια λιπιδίων τα οποία βρίσκονται στις κυτταρικές μεμβράνες και στα αιμοπετάλια. Παίζουν σημαντικό ρόλο στη διαδικασία πήξης του αίματος.
Όταν δημιουργούνται αντισώματα έναντι των καρδιολιπινών, αυξάνεται ο κίνδυνος στον ασθενή να σχηματίσει κατ’ επανάληψη θρόμβους αίματος τόσο στις αρτηρίες όσο και στις φλέβες. Τα αντισώματα καρδιολιπίνης σχετίζονται με μειωμένο αριθμό αιμοπεταλίων (θρομβοκυτταροπενία) και κίνδυνο επαναλαμβανόμενων αποβολών (κυρίως στο 2ο και 3ο τρίμηνο), πρόωρο τοκετό, και προ-εκλαμψία.
Τα αντισώματα καρδιολιπίνης συναντώνται συχνά σε αυτοάνοσα νοσήματα, όπως Συστηματικός Ερυθηματώδης Λύκος (ΣΕΛ), και με άλλα αντιφωσφολιπιδικά αντισώματα, όπως αντιπηκτικό λύκου.
Επίσης, μπορούν να βρεθούν παροδικά σε ασθενείς με οξείες λοιμώξεις, HIV/AIDS, ορισμένους καρκίνους, με φαρμακευτική αγωγή (όπως dilantin, penicillin, και procainamide), και χωρίς συμπτώματα στην τρίτη ηλικία.
Όταν ένας ασθενής έχει σχηματισμό θρόμβων, επαναλαμβανόμενες αποβολές, θρομβοκυτταροπενία, και αντισώματα καρδιολιπίνης (και/ή άλλο αντιφωσφολιπιδικό αντίσωμα), μπορεί να διαγνωσθεί ότι έχει Αντιφωσφολιπιδικό Σύνδρομο (APS).
APS μπορεί να είναι πρωτοπαθές (χωρίς να υπόκειται αυτοάνοσο νόσημα) ή δευτεροπαθές (ύπαρξη διαγνωσμένου αυτοάνοσου νοσήματος).
Πώς συλλέγεται το δείγμα;
Λαμβάνεται δείγμα αίματος με σύριγγα από φλέβα στο χέρι.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Αν υποβαλλόμενος σε ιατρικές εξετάσεις εσείς ή κάποιος δικός σας ανησυχείτε ή έρχεστε σε δύσκολη θέση, ή δυσκολεύεστε να τα καταφέρετε, μπορείτε να διαβάσετε ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα άρθρα: Copingwith Test Pain, Discomfort, and Anxiety, Tipson Blood Testing, Tipsto Help Children through Their Medical Tests, και TipstoHelp the Elderly through Their Medical Tests.
Ένα άλλο άρθρο, FollowThatSample, παρέχει τη δυνατότητα να δείτε την διαδικασία συλλογής και επεξεργασίας δείγματος αίματος και καλλιέργειας τραχήλου.
Πως χρησιμοποιείται;
Εξετάσεις για αντισώματα καρδιολιπίνης (IgGκαι IgM) ζητώνται συχνά για τον καθορισμό της αιτίας θρομβωτικού επεισοδίου αγνώστου αιτιολογίας, επαναλαμβανόμενης αποβολής, ή θρομβοκυτταροπενίας.
Μπορούν να ζητηθούν μαζί με την εξέταση αντιπηκτικό λύκου ώστε να βοηθήσουν στην μελέτη της αιτίας ενός παρατεινόμενου PTT (μερικώς ενεργοποιημένος χρόνος θρομβοπλαστίνης), κυρίως αν κλινικά ευρήματα υποδεικνύουν ότι ο ασθενής μπορεί να έχει SLE ή άλλο αυτοάνοσο νόσημα. Αν τα αρχικά αποτελέσματα της εξέτασης δεν είναι σημαντικά αλλά εξακολουθεί να υπάρχει κλινική υπόνοια, τότε μπορεί να ζητηθεί εξέταση για IgA αντίσωμα καρδιολιπίνης.
Αν μία ή περισσότερες από τις τάξεις των αντισωμάτων καρδιολιπίνης ανιχνευθούν, τότε οι ίδιες εξετάσεις επαναλαμβάνονται το λιγότερο σε 6 εβδομάδες ώστε να καθοριστεί αν η παρουσία αυτών είναι προσωρινή ή επιμένουσα. Αν ένας ασθενής με γνωστό αυτοάνοσο νόσημα δώσει αρνητικά αποτελέσματα στην εξέταση των αντισωμάτων καρδιολιπίνης, μπορεί να επαναλάβει αργότερα την εξέταση αφού τα συγκεκριμένα αντισώματα μπορούν να αναπτυχθούν οποιαδήποτε στιγμή στο μέλλον.
Πότε ζητείται;
Η εξέταση αντισώματα καρδιολιπίνης μπορεί να ζητηθεί όταν ένας ασθενής έχει συμπτώματα που υποδεικνύουν θρομβοτικό επεισόδιο, όπως πόνος και υπερβολικό πρήξιμο, κοφτές αναπνοές, ή πονοκεφάλους. Μπορεί επίσης να ζητηθεί όταν μία γυναίκα είχε επαναλαμβανόμενες αποβολές, και/ή να ζητηθεί μαζί με την εξέταση αντιπηκτικό λύκου ως επακόλουθο μιας παρατεινόμενης PTT εξέτασης. Όταν ένα αντίσωμα καρδιολιπίνης IgG, IgM, και/ή IgA ανιχνευθεί, τότε μπορεί να επαναληφθεί αρκετές εβδομάδες αργότερα ώστε να καθοριστεί αν η παρουσία αυτών είναι προσωρινή ή επιμένουσα.
Αν δεν ανιχνευθούν αντισώματα καρδιολιπίνης σε ασθενή με aυτοάνοσο νόσημα, όπως SLE, εξετάσεις μπορούν να ζητηθούν στο μέλλον για να μελετηθεί η εξέλιξή τους.
Πως αξιολογείται το αποτέλεσμα της εξέτασης;
Ένα αρνητικό αποτέλεσμα σημαίνει μόνο ότι το αντίσωμα καρδιολιπίνης που εξετάστητκε (IgG, IgM, και/ή IgA) δεν υφίσταται την συγκεκριμένη στιγμή. Εφόσον τα αντισώματα καρδιολιπίνης είναι τα πιο συνηθισμένα από τα αντιφωσφολιπιδικά αντισώματα, δεν είναι ασυνήθιστο να βρεθούν, προσωρινά εξαιτίας μιας λοίμωξης ή ενός φαρμάκου, ή ασυμπτωματικά καθώς ένα άτομο μεγαλώνει. Χαμηλές έως μέτριες συγκεντρώσεις αντισωμάτων που βρίσκονται στις παραπάνω περιπτώσεις συνήθως δεν είναι σημαντικές, αλλά πρέπει να εξετάζονται σε συνδυασμό με τα συμπτώματα του ασθενή και άλλες κλινικές πληροφορίες.
Μέτρια έως υψηλά επίπεδα ενός ή περισσοτέρων αντισωμάτων καρδιολιπίνης τα οποία επιμένουν όταν επαναληφθεί η εξέταση μετά από 6 εβδομάδες υποδεικνύουν την συνεχιζόμενη παρουσία του συγκεκριμένου αντισώματος.
Υπάρχει κάτι άλλο που πρέπει να γνωρίζω;
Περιστασιακά, η εξέταση αντισωμάτων καρδιολιπίνης μπορεί να ζητηθεί ώστε να βοηθήσει στον καθορισμό της αιτίας μιας θετικής VDRL/RPR εξέτασης για σύφιλλη. Τα αντιδραστήρια (χημικά) που χρησιμοποιούνται για την εξέταση της σύφιλλης περιέχουν φωσφολιπίδια και μπορούν να προκαλέσουν ένα ψευδώς θετικό αποτέλεσμα σε ασθενείς με αντισώματα καρδιολιπίνης.
Έχει προταθεί πρόσφατα η δοκιμασία της πιο ειδικής δοκιμασίας ανθρώπινης αντι-βητα2-γλυκοπρωτεϊνης I(ß2-GPI) να αντικαταστήσει τη δοκιμασία της αντικαρδιολιπίνης για την ανίχνευση των αντιφωσφολιπιδικών αντισωμάτων.
1. Εάν έχω αντισώματα αντικαρδιολιπίνης, θα αναπτύξω σίγουρα θρόμβους αίματος;
Όχι απαραίτητα. Τα αντισώματα καρδιολιπίνης αντιπροσωπεύουν ένα παράγοντα κινδύνου αλλά δεν μπορούν να προβλέψουν εάν ένα άτομο θα έχει επαναλαμβανόμενους θρόμβους αίματος ή άλλες σχετιζόμενες επιπλοκές. Και, αν ένα άτομο έχει θρόμβους αίματος, η παρουσία των αντισωμάτων δεν μπορεί να προβλέψει την συχνότητα ή την σοβαρότητά τους.
2. Χρειάζεται να πω σε ένα νέο γιατρό ότι έχω αντισώματα αντικαρδιολιπίνης;
Ναι, είναι ένα σημαντικό μέρος του ιατρικού σας ιστορικού. Ο γιατρός σας χρειάζεται αυτή την πληροφορία ακόμη και αν δεν έχετε συμπτώματα ώστε να προσαρμόσει οποιεσδήποτε διαδικασίες ή φαρμακευτικές αγωγές σχετιζόμενες με αυτόν τον παράγοντα κινδύνου.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Δεν είναι διαθέσιμο ένα κοινά αποδεκτό εύρος τιμών αναφοράς (φυσιολογικές τιμές, φτ).
Επειδή οι τιμές αναφοράς εξαρτώνται από πολλούς παράγοντες που περιλαμβάνουν την ηλικία του ασθενούς, το φύλο, την πληθυσμιακή ομάδα και την μέθοδο προσδιορισμού, τα αριθμητικά αποτελέσματα έχουν διαφορετική σημασία σε κάθε Εργαστήριο. Σε κάθε περίπτωση στην απάντησή δίπλα στο αποτέλεσμα πρέπει να αναγράφεται το εύρος των τιμών αναφοράς (φυσιολογικές τιμές, φτ) που έχει το Εργαστήριο για την συγκεκριμμένη εξέταση.
Οι διαδικτυακές εξετάσεις συνιστού θερμά να συζητήσετε τα αποτελεσματα της εξέτασης σας με τον γιατρό σας.
Περισσότερες πληροφορίες για τις τιμές αναφοράς μπορείτε να βρείτε στο άρθρο.