Η νόσος Alzheimer
Φυσιολογικός εγκέφαλος στα αριστερά και με Αλτσχάιμερ στα δεξιά.
Η νόσος Αλτσχάϊμερ, ή αλλιώς γεροντική άνοια, είναι η πιο συχνή μορφή άνοιας, υπεύθυνη για το 60-80% όλων των περιπτώσεων άνοιας. Πρόκειται για μια προοδευτική εκφυλιστική πάθηση του εγκεφάλου, η οποία περιγράφηκε για πρώτη φορά το 1906 από τον γερμανό νευρολόγο Αλόϊς Αλτσχάϊμερ. Πλέον υπολογίζεται ότι πάσχει από τη νόσο το 8-10% των ανθρώπων πάνω από 65 ετών και το 30% των ανθρώπων πάνω από 80 ετών. Λόγω και της αύξησης του προσδόκιμου ζωής υπολογίζεται ότι οι 26 περίπου εκατομμύρια ασθενείς παγκοσμίως το 2006 θα τριπλασιαστούν έως το 2050, θα πάσχει δηλαδή το 1,2% του συνολικού πληθυσμού!
ΑΙΤΙΑ
Η πάθηση οφείλεται στην καταστροφή συγκεκριμένων νευρικών κυττάρων, υπεύθυνων για τη μνημονική λειτουργία, τη μάθηση, τη λογική, συνδυασμένη σκέψη, την κρίση, τον προγραμματισμό των πράξεων, όλων αυτών δηλαδή που αποκαλούμε ανώτερες ή σύνθετες νοητικές λειτουργίες.
Η ακριβής αιτία της καταστροφής των κυττάρων αυτών είναι, παρά τη μεγάλη πρόοδο της έρευνας και τη δημιουργία νέων στοιχείων τα τελευταία χρόνια, άγνωστη, γεγονός που παραπέμπει σε μια πολύ-παραγοντική αιτιολογία, σε μια πολύπλοκη διαδικασία που περιλαμβάνει γενετικούς και επιγενετικούς / περιβαλλοντικούς παράγοντες.
Το χαρακτηριστικό εύρημα της νόσου είναι η δημιουργία και η συσσώρευση πλακών β-αμυλοειδούς. Οι γεροντικές ή αμυλοειδικές πλάκες σχηματίζονται μεταξύ των νευρώνων. Οι πλάκες εμποδίζουν την επικοινωνία των κυττάρων, ενεργοποιούν τη φλεγμονή και το οξειδωτικό στρες, καταστρέφουν την αρχιτεκτονική των κυττάρων και επιταχύνουν την καταστροφή των νευρώνων.
Η νόσος ξεκινά στην περιοχή του ιπποκάμπου που είναι υπεύθυνη για τη μνήμη. Εξαπλώνεται γρήγορα προς τον κροταφικό λοβό, την περιοχή του λόγου και του συναισθήματος, το μετωπιαίο λοβό, την περιοχή λήψης αποφάσεων και επίλυσης προβλημάτων,
Η πλειοψηφία των περιπτώσεων (95%) είναι σποραδικές και μόνο ένα μικρό ποσοστό (5%) απαντάται κληρονομικά.
ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ
Υπάρχει σαφής διαφορά από τις αλλαγές που παρατηρούνται στο φυσιολογικό γήρας, όπως τα απλά κενά της μνήμης και η γενικότερη κινητική και ψυχική επιβράδυνση, μιας και η νόσος Αλτσχάϊμερ προκαλεί σαφείς δυσκολίες στον προσανατολισμό και την επικοινωνία του πάσχοντος με τους γύρω του, με αποτέλεσμα τη διατάραξη της οικογενειακής, εργασιακής και κοινωνικής του ζωής.
Τα κύρια συμπτώματα της νόσου, πάνω στα οποία βασίζεται και η διάγνωση, είναι τα εξής:
Απώλεια μνήμης για καθημερινές δραστηριότητες ρουτίνας όπως τηλέφωνα, ονόματα, ραντεβού κλπ., σε πιο προχωρημένα στάδια δε ακόμη και για πρόσωπα.
Δυσκολία στις καθημερινές πράξεις ή στην αλληλουχία μιας ενέργειας όπως για παράδειγμα στο μαγείρεμα.
Διαταραχή εύρεσης λέξεων κατά τη συζήτηση.
Διαταραχή προσανατολισμού στο χώρο ακόμη και σε οικείο περιβάλλον. Πτωχή κριτική ικανότητα όπως για παράδειγμα να επιλέξει κανείς να φορέσει ένα πολύ ζεστό πουλόβερ σε μια ηλιόλουστη ημέρα.
Πτωχή αφαιρετική σκέψη όπως για παράδειγμα στη διενέργεια λογαριασμών.
Διαταραχή στη διάθεση συνήθως ακραίες μορφές είτε ευερεθιστότητας, είτε μελαγχολίας.
Διαταραχή της προσωπικότητας και της επαφής με την πραγματικότητα, συχνά με εκδήλωση ζήλιας, καχυποψίας, ακόμη και με φανταστικές ή ανύπαρκτες αφορμές.
Έλλειψη πρωτοβουλίας, ενδιαφέροντος ακόμη και για προηγούμενα ευχάριστες δραστηριότητες.
ΔΙΑΓΝΩΣΗ
Η διάγνωση γίνεται με τη βοήθεια της εξέτασης από το νευρολόγο, καθώς και με ειδικά τεστ μνήμης και συμπεριφοράς, καθώς και με τον πλήρη εργαστηριακό έλεγχο, προκειμένου να αποκλειστούν νόσοι που μπορεί να μοιάζουν με την Αλτσχάϊμερ, όπως άλλες μορφές άνοιας (αγγειακή-παρκινσονική κλπ) που αντιμετωπίζονται και με διαφορετικό τρόπο.
Η νόσος Αλτσχάϊμερ εμφανίζεται συνήθως μόνη, μπορεί όμως να συνυπάρχει με άλλες νευρολογικές παθήσεις οι οποίες θα πρέπει να αναγνωρισθούν και να αντιμετωπισθούν στο μέτρο του δυνατού.
ΘΕΡΑΠΕΙΑ
Δεν υπάρχει έως σήμερα θεραπεία που να αντιμετωπίζει αιτιολογικά τη νόσο. Οι υπάρχουσες θεραπείες ελέγχουν ή ανακουφίζουν τα συμπτώματα και βελτιώνουν έτσι την ποιότητα ζωής, για περιορισμένο χρονικό διάστημα, περίπου ένα-ενάμιση χρόνο.
Φάρμακα όπως οι λεγόμενοι αναστολείς της χολινεστεράσης, της ουσίας δηλαδή που διασπά την ακετυλοχολίνη, βοηθούν στο να αυξάνεται η διαθέσιμη ποσότητα της ουσίας που λείπει από τον εγκέφαλο στη νόσο του Αλτσχάϊμερ. Έχουμε έτσι τη δυνατότητα να υποκαταστήσουμε έστω και εμμέσως το έλλειμμα αυτό. Άλλες θεραπευτικές παρεμβάσεις περιλαμβάνουν φυσιοθεραπεία, περιπάτους σε οικείο περιβάλλον τήρηση συγκεκριμένης ρουτίνας στις καθημερινές δραστηριότητες, φάρμακα για συνοδά νοσήματα όπως η κατάθλιψη. Σημαντικό είναι να υπάρχει συνεχής φροντίδα από ανθρώπους που να γνωρίζουν πως να αντιμετωπίσουν ένα τέτοιο άρρωστο.