Γλαύκωμα
Η έγκαιρη διάγνωση και η τακτική παρακολούθηση μπορεί να σώσει την όραση των ασθενών που πάσχουν από γλαύκωμα’’, όπως τονίζει ο διαπρεπής χειρουργός οφθαλμίατρος κος. Ιωάννης Μάλλιας με αφορμή την παγκόσμια εβδομάδα γλαυκώματος, η οποία είναι από 11 έως και 18 Μαρτίου 2018. Η Παγκόσμια Οργάνωση γλαυκώματος (World Glaucoma Association) και η Παγκόσμια Ένωση Πασχόντων από γλαύκωμα (World Glaucoma Patient Association) συνεχίζουν από κοινού το στόχο τους που είναι η αύξηση της αναγνωρισιμότητας για τον “ύπουλο κλέφτη της όρασης’’, δηλαδή το γλαύκωμα και ξεκινούν την μεγάλη καμπάνια με την ονομασία BIG (Beat Invisible Glaucoma).
Όπως τονίζει ο κος.Μάλλιας, ο οποίος είναι Διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και Clinical Fellow του Πανεπιστημίου Columbia της Νέας Υόρκης των ΗΠΑ, το γλαύκωμα είναι μία πάθηση κατά την οποία προσβάλλονται τα οπτικά νεύρα, τα οποία είναι υπεύθυνα για την μετάδοση των οπτικών ερεθισμάτων από τα μάτια στον εγκέφαλο και συγκεκριμένα στον ινιακό λοβό του εγκεφάλου, όπου εδρεύει το κέντρο της όρασης με ταυτόχρονη απώλεια των οπτικών ινών του οφθαλμού.
Η πάθηση εμφανίζεται συνήθως σε ασθενείς της 3ης ηλικίας, αν και σπανιότερα μπορεί να εμφανιστεί σε νέους ανθρώπους καθώς επίσης και σε παιδιά.
Η κυριότερη αιτία για την προσβολή του οπτικού νεύρου στους γλαυκωματικούς ασθενείς είναι η αυξημένη ενδοφθάλμιος πίεση (EOΠ). Η νόσος αν παραμείνει ανεξέλεγκτη, συχνά οδηγεί σε τύφλωση.
Συχνά ονομάζεται <<ύπουλος κλέφτης της όρασης>>, διότι η ασθένεια αυτή στα αρχικά σταδία δεν προκαλεί συμπτώματα.
Σε πολλές περιπτώσεις οι ασθενείς παραμένουν ασυμπτωματικοί μέχρις ότου συμβεί σοβαρή απώλεια της όρασης. Και δυστυχώς, όταν η βλάβη έχει ήδη επέλθει, είναι μη αναστρέψιμη.
Για τον λόγο αυτό η πρόληψη, η έγκαιρη διάγνωση και η έγκαιρη θεραπεία είναι καθοριστικής σημασίας.
Όταν τα οπτικά νεύρα πάθουν βλάβη από την υψηλή ενδοφθάλμια πίεση, τότε ένα μέρος των οπτικών ερεθισμάτων δεν μεταδίδεται από τα μάτια στον εγκέφαλο. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα την απώλεια ενός τμήματος του οπτικού πεδίου. Στα αρχικά στάδια η απώλεια του οπτικού πεδίου αφορά την περιφερική όραση (γι’αυτό και δεν γίνεται εύκολα αντιληπτή από τον ασθενή), ενώ στα τελικά στάδια προσβάλλεται και η κεντρική όραση με τελική κατάληξη την τύφλωση.
Ποίοι παράγοντες προδιαθέτουν για την ανάπτυξη γλαυκώματος:
1. Ηλικία άνω των 40ετών
2. Κληρονομικό ιστορικό γλαυκώματος
3. Μυωπία
4. Μακροχρόνια τοπική ή συστηματική χρήση κορτιζόνης
5. Ιστορικό οφθαλμικού τραύματος
6. Αρτηριακή υπέρταση και σακχαρώδης διαβήτης
7. Μαύρη φυλή
“Ο καλύτερος τρόπος για την αντιμετώπιση του γλαυκώματος είναι η έγκαιρη διάγνωση”,
όπως τονίζει ο διαπρεπής οφθαλμίατρος κος.Μάλλιας. Είναι σημαντικό για όλους μας να εξεταζόμαστε προληπτικά από οφθαλμίατρο μία φορά τον χρόνο, για να μετρά ο οφθαλμίατρος την ενδοφθάλμιο πίεση και να ελέγχει την κατάσταση των οπτικών νεύρων. Σε περιπτώσεις που ο γιατρός έχει την υποψία ότι ο ασθενής βρίσκεται σε αρχικά στάδια γλαυκώματος, τότε συστήνει την διενέργεια πιο εξειδικευμένων εξετάσεων, οι οποίες είναι:
1) Οπτική τομογραφία συνοχής (OCT) του οπτικού νεύρου: Με την εξέταση αυτή ελέγχεται το πάχος των οπτικών ινών και βοηθάει τον οφθαλμίατρο να ανιχνεύσει πρώιμα την πιθανή ύπαρξη γλαυκώματος.
2) Αναλυτής της οπτικής θηλής: Με την εξέταση αυτή ο γιατρός ελέγχει την τοπογραφία του οπτικού νεύρου, την ύπαρξη δηλαδή γλαυκωματικής κοίλανσης, καθώς επίσης και την πορεία της πάθησης.
3) Καταγραφή των οπτικών πεδίων με αυτοματοποιημένη περιμετρία: Με την εξέταση αυτή γίνεται η διάγνωση της πάθησης, καθώς επίσης γίνεται η παρακολούθηση της εξέλιξής της και η ανταπόκριση στην θεραπεία.
4) Παχυμετρία κερατοειδούς: Γίνεται μέτρηση του πάχους του κεντρικού κερατοειδούς, το οποίο παίζει ρόλο στην σωστή μέτρηση της ενδοφθαλμίου πιέσεως. Σε ασθενείς με αυξημένο πάχος κερατοειδούς γίνεται υπερεκτίμηση της ΕΟΠ, ενώ σε ασθενείς με ελαττωμένο πάχος του κερατοειδούς γίνεται υποεκτίμηση της ΕΟΠ.
Από στατιστικές μελέτες έχει βρεθεί ότι ασθενείς με λεπτό κερατοειδή εμφανίζουν μεγαλύτερη προδιάθεση για την ανάπτυξη γλαυκώματος.
Πώς αντιμετωπίζεται το γλαύκωμα; Η μείωση της ΕΟΠ είναι το κυριότερο όπλο για την αντιμετώπιση του γλαυκώματος. Σε αρχικά στάδια γίνεται προσπάθεια μείωσης της ΕΟΠ με κολλύρια.
Σε περιπτώσεις που η ΕΟΠ δεν μπορεί να ρυθμιστεί με τα κολλύρια, τότε υπάρχει ένδειξη για επεμβατική αντιμετώπιση.
Ο θεράπων ιατρός ορίζει την πίεση στόχο για κάθε ασθενή, η οποία εξαρτάται από την βαρύτητα της προσβολής των οπτικών νεύρων.
Όπως τονίζει ο κος.Μάλλιας, όσο πιο μεγάλη είναι η βλάβη στα οπτικά νεύρα, τόσο χαμηλότερη χρειάζεται να είναι η ΕΟΠ, για να μην προχωρήσει η βλάβη περαιτέρω.
Σε περιπτώσεις ασθενών οι οποίοι παρουσιάζουν δυσανεξία στην χρήση των κολλυρίων ή δεν συμμορφώνονται με τη θεραπευτική αγωγή που τους χορηγεί ο γιατρός, ειδικό laser (Selective Laser Trabeculoplasty) μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να μειώσει την ΕΟΠ στους ασθενείς αυτούς. Τo laser δρα αυξάνοντας την αποχέτευση του υδατοειδούς υγρού από τις ήδη υπάρχουσες αποχετευτικές οδούς του οφθαλμού.
Σε περιπτώσεις ασθενών, όπου δεν είναι δυνατή η ρύθμιση της ΕΟΠ με φάρμακα, υπάρχει ένδειξη για χειρουργική αντιμετώπιση. Η συνηθέστερα πραγματοποιούμενη επέμβαση ονομάζεται τραμπεκουλεκτομή και σκοπό έχει τη δημιουργία μιας παράκαμψης της αποχέτευσης του υδατοειδούς υγρού από τον πάσχοντα οφθαλμό, με σκοπό την μείωση της ΕΟΠ. Η επέμβαση αυτή γίνει με μικροχειρουργική στο χειρουργείο.
Σε περιπτώσεις που έχουν προηγηθεί άλλες επεμβάσεις στον οφθαλμό, και η πιθανότητα επιτυχίας της τραμπεκουλεκτομής κρίνεται από τον γιατρό ότι είναι μειωμένη, μπορεί να γίνει αντιγλαυκωματική επέμβαση με τοποθέτηση αντιγλαυκωματικής βαλβίδας. Οι επεμβάσεις αυτές μπορούν να πραγματοποιηθούν σε χειρουργείο μιας ημέρας και απαιτούν συχνή οφθαλμολογική παρακολούθηση από τον θεράποντα οφθαλμίατρο, για τη διάγνωση και αντιμετώπιση πιθανών επιπλοκών.
«Από μελέτες που έχουν γίνει, το περπάτημα και η αερόβιος άσκηση δρουν ευεργετικά στην μείωση της ΕΟΠ, ενώ αντιθέτως η συστηματική άρση βαρών μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση της ενδοφθαλμίου πιέσεως. Είναι σημαντικό για όλους μας η προληπτική οφθαλμολογική εξέταση και κρίνεται επιβεβλημένη σε όσους κληρονομικό ιστορικό γλαυκώματος.» κατέληξε ο κος Μάλλιας.