Θυλακιώδες καρκίνωμα θυρεοειδούς
Το θυλακιώδες καρκίνωμα αντιστοιχεί στο 10 % περίπου του συνόλου των κακοήθων όγκων του θυρεοειδούς. Εμφανίζεται σε μεγαλύτερες ηλικίες σε σύγκριση με το θηλώδες καρκίνωμα θυρεοειδούς. Εμφανίζει ελαστική ή και μαλακή υφή κατά την ψηλάφηση, περιβάλλεται δε από κάψα. Στην μικροσκοπική εξέταση μπορεί να είναι δύσκολη η διάκριση του θυλακιώδους καρκινώματος από το θυλακιώδες αδένωμα ή ακόμη και το φυσιολογικό θυρεοειδικό παρέγχυμα. Η διάκριση δε αυτή μπορεί να γίνει με την διάσπαση της κάψας ή την διήθηση των αγγείων, που χαρακτηρίζει το θυλακιώδες καρκίνωμα.
Συνήθως μεθίστανταιαιματογενώς (δηλαδή μέσω αιμοφόρων αγγείων) στους πνεύμονες και στα οστά και σπανιότερα στο ήπαρ. Σε ένα μικρό ποσοστό (~ 7 %) μεθίσταται στους τραχηλικούς λεμφαδένες.
Συχνά οι μεταστατικές εστίες του θυλακιώδους καρκινώματος θυρεοειδούς προσλαμβάνουν (καθηλώνουν) ραδιενεργό ιώδιο, μετά τη θυρεοειδεκτομή, πράγμα που έχει ιδιαίτερη θεραπεία για τη θεραπεία με ραδιενεργό ιώδιο. Οι μεταστάσεις στα οστά μπορεί να εμφανιστούν αρκετά χρόνια μετά την θυρεοειδεκτομή (ακόμη και 10 χρόνια μετά).
O καρκίνος από κύτταρα Hürthle αποτελεί μία πλέον επιθετική παραλλαγή του θυλακιώδους καρκινώματος. Αντιστοιχεί στο 2 % περίπου του συνόλου των κακοήθων νεοπλασμάτων του θυρεοειδούς.
Χαρακτηρίζεται από ανώδυνη διόγκωση (οζίδιο) θυρεοειδούς, που πιθανόν να συνεχίζει να αυξάνεται σε διαστάσεις, σκληροελαστικής ή μαλακής υφής. Πιθανόν να συνυπάρχει βράγχος φωνής, δύσπνοια, συριγμός ή δυσφαγία. Στο υπερηχογράφημα απεικονίζεται σαν συμπαγής ή κυστικός όζος. Στο σπινθηρογράφημα απεικονίζεται σαν μη λειτουργικός (ψυχρός) όζος.
Η FNA δεν μπορεί να διαφοροδιαγνώσει με αξιοπιστία το διηθητικό αδενοκαρκίνωμα από κύτταρα Hürthle από το αδένωμα από κύτταρα Hürthle.
Σημειωτέον ότι τα κύτταρα Hürthle συναντώνται επίσης συχνά στην FNA σε ασθενείς με θυρεοειδίτιδα Hashimoto, συνήθως όμως σε αυτή την περίπτωση συνυπάρχουν και λεμφοκύτταρα. Άρα η παρουσία κυττάρων Hürthle στην FNAδεν υποδηλώνει κατ’ ανάγκη νεόπλασμα από κύτταρα Hürthle, καθώς μπορεί να παρατηρηθούν σε χρόνια λεμφοκυτταρική θυρεοειδίτιδα. Η πρόγνωση είναι χειρότερη σε σύγκριση με το θυλακιώδες καρκίνωμα. Δυσμενείς προγνωστικοί παράγοντες είναι η διήθηση αγγειακών και νευρικών κλάδων, η μεγάλη ηλικία του ασθενούς και η ύπαρξη μακρινών μεταστάσεων.
Η θεραπεία του θυλακιώδους καρκινώματος θυρεοειδούς είναι γενικά ανάλογη με αυτή του θηλώδους καρκίνου, με τη διαφορά ότι σπάνια απαιτείται κεντρικός προφυλακτικός λεμφαδενικός καθαρισμός τραχήλου (δεδομένης της σπανιότητας των λεμφαδενικώνμετατάσεων σε σύγκριση με το θηλώδες καρκίνωμα). Σε περίπτωση όμως που απεικονιστούν παθολογικοί τραχηλικοί λεμφαδένες θα πρέπει να γίνεται κανονικά ο λεμφαδενικός καθαρισμός του τραχήλου που στην περίπτωση αυτή είναι βέβαια θεραπευτικός.