Ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής
Τα ανευρύσματα της κοιλιακής αορτής παραμένουν στην πλειονότητά τους ασυμπτωματικά έως τη ρήξη τους. Σε περίπτωση ρήξης, το 75% των ασθενών θα καταλήξουν πριν φτάσουν στο νοσοκομείο, ενώ από το υπόλοιπο 25% οι μισοί ασθενείς δε θα επιβιώσουν κατά τη διάρκεια του χειρουργείου ή μετά από αυτό.
Οι περισσότερες περιπτώσεις ανευρυσμάτων διαγιγνώσκονται ως τυχαίο εύρημα στα πλαίσια ουρολογικών εξετάσεων για υπερπλασία του προστάτη στους άνδρες ή ορθοπεδικών εξετάσεων για πόνο στη μέση και στα δυο φύλα ή γυναικολογικών εξετάσεων στις γυναίκες.
Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι το ανδρικό φύλο αυξάνει κατά 4,5 φορές την πιθανότητα ανάπτυξης κοιλιακού ανευρύσματος. Ο υπερηχογραφικός έλεγχος με τη χρήση φορητής συσκευής έχει δείξει ότι αποτελεί ένα αποτελεσματικό και οικονομικό μέτρο για την μείωση της θνητότητας από αυτή την ασθένεια. Η Ευρωπαϊκή Εταιρεία Καρδιολογίας συνιστά τον υπερηχογραφικό προσυμπτωματικό έλεγχο για ανεύρυσμα της κοιλιακής αορτής σε όλους τους άνδρες άνω των 65 ετών καθώς και στις γυναίκες άνω των 65 ετών με προϊστορικό καπνίσματος. Επιπλέον συγγενείς α´ βαθμού ασθενών με ιστορικό ανευρύσματος της κοιλιακής αορτής πρέπει να υποβάλλονται σε παρόμοιο προσυμπτωματικό έλεγχο.
Ο ετήσιος κίνδυνος ρήξης του ανευρύσματος της κοιλιακής αορτής αυξάνεται με την αύξηση της διαμέτρου του. Για παράδειγμα σε ανευρύσματα με διάμετρο μεταξύ 4 και 4,9 εκατοστά το ποσοστό του κινδύνου ρήξης άνα έτος αυξάνεται κατά 1,1% ενώ σε ανευρύσματα με διάμετρο μεταξύ 6 και 6,9% ανά 9,4%. Γενικά συνίσταται ο περιοδικός έλεγχος ανά έτος για ανευρύσματα 3,5-4,4 εκατοστά και ανά 6 μήνες για τα ανευρύσματα 4,5-5,4 εκατοστά. Όταν η διάμετρος του ανευρύσματος φτάσει τα 5,5 εκατοστά, τότε συνίσταται η ενδοαγγειακή ή ανοικτή χειρουργική αποκατάσταση.