Ανεύρυσμα ιγνυακής αρτηρίας
Ανεύρυσμα ιγνυακής αρτηρίας είναι κάθε διάταση πάνω από 1,5 εκ του αγγείου το οποίο έχει φυσιολογική διάμετρο από 5 – 11 mm.
Στην κλινική πράξη ασχολούμαστε με ανευρύσματα μεγαλύτερα από 2 εκ και πάντα σε σύγκριση με την υπερκείμενη επιπολής μηριαία. Aποτελούν το 70% των περιφερικών ανευρυσμάτων με αμφωτερόπλευρη εντόπιση περίπου στα 50 % των ασθενών. Η πιθανότητα ένας ασθενής με ανεύρυσμα ιγνυακής να έχει και ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής είναι περίπου 40 % ενώ ασθενείς με ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής έχει πιθανότητα 10 % να έχουν ανεύρυσμα ιγνυακής.
Το 1775 O John Hunter έκανε ίσως την πιο διάσημη επέμβαση ανευρύσματος σε ένα ασθενή διανομέα μπύρας με άμαξα λόγο των πολλαπλών τραυματισμών επειδή οι δρόμοι ήταν ανώμαλοι και μετά από μελέτες σε κέρατα ελαφιού όπου κατανόησε την έννοια του παράπλευρου έκανε απολίνωση της αρτηρίας και ο ασθενής μετά από μια λοίμωξη εξήλθε από το νοσοκομείο.
Αιτιολογία – Τα ανευρύσματα ιγνυακής είναι κυρίως εκφυλιστικά. Άλλες αιτίες είναι το σύνδρομο παγίδευση ιγνυακής (μεταστενωτική διάταση), η κυστική εκφύλιση ορογόνου η μπορεί να είναι ψευδοανευρύσματα που οφείλονται σε καλοήθεις όγκοι οστών (οστεοχόνδρωμα), τραύμα (μαχαίρι, πυροβολισμός, αμβλέα όργανα), καθετηριασμός (“popliteal approach”), λοίμωξη, ιατρογενή –ορθοπεδικά (χειρουργική γόνατος) η και άλλες αιτίες.
Κλινική εικόνα – Συνήθως είναι ασυμπτωματικά σε ποσοστό 40 % (προσοχή: στο 40% των «ασυμπτωματικών» έχουμε μη ψηλαφητές σφύξεις στη μια ή και την άλλη αρτηρία στο πόδι με ασυμπτωματικά έμβολα & προοδευτική απόφραξη των κνημιαίων αρτηριών). Επίσης μπορών να έχουν εικόνα οξείας ισχαιμίας – οξεία θρόμβωσης σε ποσοστό 55%, διαλείπουσας χωλότητας σε ποσοστό 45%, πιεστικά φαινόμενα σε ποσοστό 6.5%, εικόνα ρήξης του ανευρύσματος, blue toe syndrome, τοπικός πόνος, φλεβική θρόμβωση η νευροπάθεια (πάρεση περονιαίου – drop foot).
Προγνωστική σημασία – Η πιθανότητα οξείας θρόμβωσης του ανευρύσματος στα 3 χρόνια είναι 36% όταν το πόδι έχει φυσιολογικές σφύξεις και 86% όταν το πόδι δεν έχει σφύξεις.
Διάγνωση – Η διάγνωση βασίζεται στην κλινική εξέτασή (σε κάμψη γόνατος –ευρύς σφυγμός, σφύζουσα μάζα, στο ύψος πάνω η κάτω από την άρθρωση) και στον απεικονιστικό έλεγχο – ακτινογραφία σε πλάγια λήψη (αποτιτάνωση), triplex (oπωσδήποτε και στο άλλο άκρο και στην κοιλιακή αορτή), αγγειογραγικό έλεγχο (θα δείξει μόνο τον αυλό), αξονική αγγειογραφία και μαγνητική αγγειογραφία.
Ενδείξεις χειρουργείου – Πρέπει να αντιμετωπίζονται άμεσα όλα τα συμπτωματικά ανευρύσματα και τα ασυμπτωματικά από 2cm και πάνω. Εάν συνυπάρχει ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής και ασυμπτωματικό ανεύρυσμα ιγνυακής αντιμετωπίζεται πρώτα το ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής. Εάν όμως το ανεύρυσμα ιγνυακής είναι συμπτωματικό τότε αντιμετωπίζεται πρώτα αυτό.
Αντιμετώπιση – H αντιμετώπιση συνήθως γίνεται με ανοιχτό χειρουργείου πλην κάποιων εξαιρέσεων που μπορεί να γίνει ενδαγγειακά με τοποθέτηση ειδικού Stent. Το ανεύρυσμα ιγνυακής θα πρέπει να αντιμετωπίζεται αμέσως μετά την διάγνωση και αυτό για να διατηρήσουμε την απορροή του αγγείου. Οπίσθια τομή S για μεγάλα ανευρύσματα, με πιεστικά φαινόμενα και σε ανευρύσματα από σύνδρομο παγίδευσης ιγνυακής ενώ στα υπόλοιπα γίνετε πλάγια τομή. Εάν συνυπάρχουν ανευρύσματα ιγνυακής άμφω πρώτα θα αντιμετωπίσουμε το ασυμπτωματικό και μετά το θρομβωμένο εάν βέβαια το άκρο δεν κάνει εικόνα οξείας ισχαιμίας.