Η βιταμίνη D έχει προστατευτική δράση έναντι της εμφάνισης καρδιαγγειακών
Η βιταμίνη D έχει έρθει δυναμικά στο προσκήνιο και τάσσεται υπέρ της καρδιαγγειακής υγείας. Τα χαμηλά, ωστόσο, επίπεδα βιταμίνης D, έχουν ενοχοποιηθεί για την αύξηση του κινδύνου εμφάνισης καρδιαγγειακών νοσημάτων, μέσω διαφόρων μηχανισμών. Έχει φανεί πως ο κίνδυνος εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου σε άτομα με ανεπάρκεια βιταμίνης D είναι περίπου 4 φορές μεγαλύτερος από άτομα με φυσιολογικά επίπεδα και ακόμη μεγαλύτερος όταν συνδυάζεται με αυξημένο σωματικό βάρος.
Πού όμως οφείλονται τα χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D?
Κυρίως οφείλονται σε προληπτικά μέτρα που λαμβάνουμε για την προστασία από τον καρκίνο του δέρματος, όπως τα αντιηλιακά και η κάλυψη όλης της επιφάνειας του δέρματος κατά την έκθεση στο ήλιο ή η αποφυγή παντελούς έκθεσης στον ήλιο. Η μειωμένη πρόσληψη της βιταμίνης μέσω της διατροφής, είναι ο δεύτερος κατά σειρά παράγοντας. Παρόλο που η βιταμίνη D δεν υπάρχει σε πληθώρα τροφίμων, οι κυριότερες πηγές της, είναι το μουρουνέλαιο, το σκουμπρί και ο σολομός.
Η προτεινόμενη ποσότητα πρόσληψης βιταμίνης D είναι:
· Για ηλικίες 1-70 ετών, εγκυμονούσες & θηλάζουσες à 15μg/ημέρα (600IU)
· Για άνω των 70 ετών à 20μg/ημέρα (800IU)
Ωστόσο είναι δύσκολο να καλυφθούν επαρκώς τα επίπεδα βιταμίνης D, μέσω της έκθεσης στον ήλιο, αλλά και από τρόφιμα, εκτός αν είναι εμπλουτισμένα. Σε ανασκόπηση της βιβλιογραφίας φάνηκε ότι στα άτομα που έλαβαν συμπλήρωμα βιταμίνης D για ένα ορισμένο διάστημα,
· Βελτιώθηκε η λειτουργία του ενδοθηλίου και η συστολική πίεση
· Αυξήθηκε η HDL χοληστερόλη, ενώ μειώθηκαν τα επίπεδα τριγλυκεριδίων
· Βελτιώθηκε σημαντικά η ευαισθησία στην ινσουλίνη
· Μειώθηκαν τα επίπεδα PTH (παραθορμόνης, αυξημένα σε δευτεροπαθή υπερπαραθυρεοειδισμό & παθήσεις των οστών, ενώ τελευταία φαίνεται να παίζει ρόλο στη δράση της λεπτίνης)
· Ενώ παράλληλα παρατηρήθηκε μείωση στο ποσοστό λίπους και βελτίωση της απορρόφησης ασβεστίου. Παράγοντες που παίζουν ιδιαίτερο ρόλο στην πρόληψη εμφάνισης καρδιαγγειακών νοσημάτων, ο καθένας με διαφορετικό τρόπο.
Επομένως η λήψη συμπληρώματος 10μg/ημέρα βιταμίνης D ή η κατανάλωση εμπλουτισμένου γάλακτος, γιαουρτιού ή τυριού, πιθανόν να είναι μια αποτελεσματική μέθοδος για τη μείωση των παραγόντων κινδύνου σε επίπεδο πληθυσμού, ώστε να μειωθεί ο κίνδυνος ανάπτυξης καρδιαγγειακής νόσου.