Η πυριδοξίνη
Η πυριδοξίνη (πυριδοξόλη, βιταμίνη Β6) ανήκει στις υδατοδιαλυτές βιταμίνες. Απαντά στον οργανισμό και με τη μορφή της πυριδοξάλης ή της πυριδοξαμίνης.
Η φωσφορική πυριδοξάλη αποτελεί σημαντικό συνένζυμο στις αντιδράσεις τρανσαμίνωσης, αποκαρβοξυλίωσης ή απαμίνωσης των αμινοξέων. Για παράδειγμα συμμετέχει στην αποκαρβοξυλίωση της 5-υδροξυ-τρυπτοφάνης σε σεροτονίνη, της ιστιδίνης σε ισταμίνη και της l-dopa σε ντοπαμίνη.
Εξάλλου, με αντιδράσεις τρανσαμίνωσης, στις οποίες συμμετέχει η φωσφορική πυριδοξάλη, ο οργανισμός προμηθεύεται τα μη απαραίτητα αμινοξέα. Κοινός μηχανισμός σε όλες τις αντιδράσεις που συμμετέχει, είναι ο σχηματισμός ενός ενδιάμεσου προϊόντος μεταξύ του υποστρώματος του αμινοξέος και της φωσφορικής πυριδοξάλης, που ονομάζεται βάση Schiff.
Είναι απαραίτητη και κατά την διαδικασία ωρίμανσης των ερυθρών αιμοσφαιρίων και συμμετέχει, επίσης, στη βιοσύνθεση των πορφυρινών.
Η έλλειψη πυριδοξίνης έχει συσχετιστεί με την εμφάνιση αναιμίας και βλαβών στο δέρμα και τους βλεννογόνους, όπως σμηγματόρροια. Ενδέχεται να εμφανιστούν και νευρολογικές βλάβες, όπως επιληπτικοί σπασμοί σε βρέφη, οφειλόμενοι σε διαταραχές του σχηματισμού του γ-αμινοβουτυρικού οξέος στον εγκέφαλο. Η έλλειψη βιταμίνης Β6 μπορεί να επηρεάσει επίσης την ενδογενή σύνθεση του αμιδίου του νικοτινικού οξέος (βιταμίνη Β3) από το αμινοξύ τρυπτοφάνη.
Η προκύπτουσα αύξηση της απέκκρισης του ξανθουρενικού οξέος (παραγώγου της τρυπτοφάνης) στα ούρα είναι χρήσιμη για τη διάγνωση της υποβιταμίνωσης.
Η πυριδοξίνη περιέχεται στα πράσινα φυλλώδη λαχανικά, τις πατάτες, τα ξηρά φασόλια και τις μπανάνες. Η συνιστώμενη ημερήσια πρόσληψη πυριδοξίνης ανέρχεται σε 2 mg.
Η λήψη ισονιαζίδης, ενός φαρμάκου που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία της φυματίωσης, μπορεί να οδηγήσει σε συμπτωματολογία έλλειψης πυριδοξίνης, καθώς το φάρμακο αντιδρά με τη βιταμίνη και επιταχύνει την αποβολή της με τα ούρα. Η εξωγενής χορήγηση της βιταμίνης αναστρέφει τα συμπτώματα αυτά.