Εμβόλιο κορωνοϊού: Τι ισχύει για την εγκυμοσύνη και την εξωσωματική γονιμοποίηση
Μακρύς είναι ο δρόμος προς την ελευθερία από τα περιοριστικά μέτρα της επιδημίας του νέου κορωνοϊού για τις εγκύους και όσες βρίσκονται εν μέσω διαδικασίας υποβοηθούμενης αναπαραγωγής ή εξωσωματικής γονιμοποίησης, καθώς οι αρμόδιες υγειονομικές αρχές έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ή των προσπαθειών απόκτησης παιδιού δεν συστήνεται ο εμβολιασμός έναντι του κορωνοϊού SARS-CoV-2.
Αν και όλες οι μελέτες αποδεικνύουν την υψηλή αποτελεσματικότητα και ασφάλεια των εμβολίων που έχουν λάβει έγκριση κυκλοφορίας, εν τούτοις στις μελέτες αυτές δεν συμπεριλήφθηκαν ομάδες εγκύων, με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν δεδομένα για την επίδραση του εμβολίου τόσο στη μητέρα, όσο και στο έμβρυο, αλλά ακόμα και για τον υποψήφιο πατέρα που μαζί με τη σύντροφό του ακολουθούν κάποιο πρωτόκολλο εξωσωματικής γονιμοποίησης.
Τις κατευθυντήριες οδηγίες και τις συστάσεις των πλέον έγκυρων επιστημονικών οργανισμών για τον εμβολιασμό των γυναικών που περιμένουν ή θέλουν να αποκτήσουν σύντομα παιδί, μας μεταφέρει ο μαιευτήρας – χειρουργός – γυναικολόγος, με εξειδίκευση στη Γυναικολογική Ενδοκρινολογία και την Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή Dr. Ιωάννης Π. Βασιλόπουλος.
Οι συστάσεις της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Ανθρώπινης Αναπαραγωγής και Εμβρυολογίας (ESHRE)
Σε πρόσφατη επισκόπηση (12/01/2021) του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου Νοσημάτων (ECDC) επισημαίνεται σαφώς ότι άνδρες και γυναίκες που σχεδιάζουν να αποκτήσουν παιδί μέσω θεραπείας γονιμότητας ή οι έγκυες γυναίκες θα πρέπει να εμβολιαστούν μόνο αν υπάρχει κίνδυνος σοβαρής νόσου COVID-19 ή συνεχής έκθεση στον κορωνοϊό λόγω επαγγελματικής απασχόλησης.
Αν και γενικά όλα τα αδρανοποιημένα εμβόλια, όπως τα εμβόλια έναντι της COVID-19, θεωρούνται ασφαλή στη διάρκεια της εγκυμοσύνης, στην περίπτωση των εμβολίων της Pfizer/BioNTech και της Moderna, δεν υπάρχουν επαρκή και ασφαλή δεδομένα για την περίοδο πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την εγκυμοσύνη.
Ειδικότερα στο ερώτημα “αν πρέπει άνδρες και γυναίκες να εμβολιαστούν έναντι της COVID-19 πριν ξεκινήσουν τη θεραπεία υπογονιμότητας” η Ευρωπαϊκή Εταιρεία Ανθρώπινης Αναπαραγωγής και Εμβρυολογίας (ESHRE) τονίζει τα εξής:
“Υπάρχει έλλειψη πληροφοριών σχετικά με την πιθανή επίδραση του εμβολιασμού για την COVID-19 στα προγράμματα υποβοηθούμενης αναπαραγωγής ή εξωσωματικής γονιμοποίησης. Ενδεικτικά, στον φάκελο αδειοδότησης του εμβολίου κατά του κορωνοϊού της εταιρείας Moderna αναφέρεται ότι οι μελέτες σε ζώα «δεν δείχνουν επιβλαβείς επιπτώσεις στην εγκυμοσύνη», αλλά τα δεδομένα είναι πολύ περιορισμένα“.
Με βάση τα έως τώρα υπάρχοντα στοιχεία, η Ευρωπαϊκή Εταιρεία Ανθρώπινης Αναπαραγωγής και Εμβρυολογίας (ESHRE) δεν μπορεί να κάνει συστάσεις για το αν άνδρες και γυναίκες που προσπαθούν να τεκνοποιήσουν μέσω υποβοηθούμενης αναπαραγωγής πρέπει να λάβουν το εμβόλιο πριν την έναρξη των κύκλων θεραπείας, σημειώνει ο Dr. Ιωάννης Π. Βασιλόπουλος. Οι γυναίκες με υποκείμενα νοσήματα που διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο σοβαρής νόσου COVID-19 ή/και επιπλοκών εγκυμοσύνης, ή οι γυναίκες που λόγω επαγγέλματος εκτίθενται συχνά στον κίνδυνο μόλυνσης από τον κορωνοϊό, θα ήταν πιο συνετό να εμβολιαστούν 2 μήνες πριν την προσπάθεια τεκνοποίησης.
Είναι προτιμότερο να έχει παρέλθει ένα ικανό διάστημα από την έντονη δραστηριοποίηση του ανοσοποιητικού συστήματος που προκαλεί ο εμβολιασμός και μετά να ξεκινήσουν οι θεραπείες γονιμότητας με τη συλλογή σπέρματος, διέγερσης των ωοθηκών και μεταφοράς εμβρύου.
Επίσης, η Ευρωπαϊκή Εταιρεία Ανθρώπινης Αναπαραγωγής και Εμβρυολογίας (ESHRE) σημειώνει ότι οι κύκλοι υποβοηθούμενης αναπαραγωγής ή εξωσωματικής γονιμοποίησης δεν πρέπει να ξεκινούν σε γυναίκες που εμφάνισαν σημαντικές ανεπιθύμητες ενέργειες, όπως σοβαρή αναφυλαξία, από τον εμβολιασμό έναντι της COVID-19.
Οι συστάσεις της Αμερικανικής Εταιρείας για την Αναπαραγωγική Ιατρική (ASRM)
Η Αμερικανική Εταιρεία για την Αναπαραγωγική Ιατρική (ASRM), εμφανίζεται περισσότερο ενθαρρυντική για τον εμβολιασμό τονίζοντας όμως ότι τα ζευγάρια που υποβάλλονται σε θεραπεία υπογονιμότητας ή οι έγκυες γυναίκες μπορούν να εμβολιάζονται βάσει κριτηρίων που σχετίζονται μεταξύ άλλων με την ύπαρξη υποκείμενων νοσημάτων ή επαγγελματικού κινδύνου για μόλυνση από κορωνοϊό.
Σύμφωνα με την Αμερικανική Εταιρεία για την Αναπαραγωγική Ιατρική (ASRM) τα εμβόλια έναντι της COVID-19 που βασίζονται στη μέθοδο mRNA, δεν περιέχουν ζωντανό ιό, άρα δεν προκαλούν αυξημένο κίνδυνο υπογονιμότητας, αποβολή στο πρώτο ή δεύτερο τρίμηνο της εγκυμοσύνης, θνησιγένεια ή συγγενείς ανωμαλίες. Ωστόσο, δεν υπάρχουν ακόμη διαθέσιμα συγκεκριμένα δεδομένα ασφάλειας αφού οι έγκυες και οι θηλάζουσες γυναίκες αποκλείστηκαν από τις κλινικές δοκιμές των εμβολίων κατά του κορωνοϊού.
Οι συστάσεις της Ελληνικής Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών
Σύμφωνα με πρόσφατες δηλώσεις της προέδρου της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών ομ. καθηγήτριας Μαρίας Θεοδωρίδου “το εμβόλιο έναντι της COVID-19 ως μόριο και ως τρόπος δράσης, φαίνεται ότι είναι απίθανο να έχει οποιαδήποτε επιβάρυνση ή στην έγκυο ή στο κύημα. Επειδή όμως, στις κλινικές μελέτες που έγιναν για την ασφάλεια των εμβολίων δεν πήραν μέρος ομάδες εγκύων, η επίσημη σύσταση από τους υπεύθυνους φορείς, όπως το Κέντρο Ελέγχου Νοσημάτων (CDC), είναι κατά τη διάρκεια της κύησης να μην γίνεται το εμβόλιο κατά του κορωνοϊού. Όμως, στην περίπτωση που γίνει το εμβόλιο δεν συνιστάται διακοπή της κύησης. Ή αν έχει γίνει η πρώτη δόση, η δεύτερη επιφυλάσσεται να γίνει μετά το τέλος της κύησης”.
Σχετικά με τις περιπτώσεις εγκύων γυναικών που ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες για σοβαρή νόσηση από τον κορωνοϊό ή αναγκάζονται σε συνεχή έκθεση στον κίνδυνο μόλυνσης (π.χ. υγειονομικό προσωπικό) η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών κλίνει υπέρ του εμβολιασμού της εγκύου.
“Γίνεται αντιληπτό ότι πρέπει να υπάρξουν ακόμα περισσότερες μελέτες και έρευνες σχετικά με την ασφάλεια των εμβολίων έναντι της COVID-19, προκειμένου να μπορέσουμε να δώσουμε έγκυρες απαντήσεις στα αγωνιώδη ερωτήματα των γυναικών“, σχολιάζει ο κ. Βασιλόπουλος προσθέτοντας ότι η καλύτερη τακτική εκ μέρους των εγκύων είναι η ευλαβική τήρηση των μέτρων προστασίας από τον κορωνοϊό με τη χρήση μάσκας, συχνό πλύσιμο των χεριών και σωματική αποστασιοποίηση.