Μια πορεία αλλαγών στην αντιμετώπιση της ασθένειας. Μέρος Β: Βιοψυχοκοινωνικό μοντέλο
Συνεχίζουμε την αναδρομή (μέρος Α εδώ) στην πορεία της θεωρητικής θεμελίωσης των εννοιών Υγεία και Ασθένεια, για να κατανοήσουμε τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίστηκαν οι έννοιες αυτές καθώς και τις αλλαγές που υπέστησαν, σε συνάρτηση με τις εκάστοτε επιστημονικές θεωρίες.
Θα δούμε τη σταθερή αύξηση του ενδιαφέροντος για την θεωρητική και ερευνητική θεμελίωση της ψυχικής υγείας, της θετικής ψυχολογίας και ευημερίας. Υπό το πρίσμα αυτών των θεωριών, θα εξεταστούν στη συνέχεια οι Τέχνες στην Υγεία και τα οφέλη τους σε βιολογικό, ψυχολογικό, και κοινωνικό επίπεδο.
Η ψυχοσωματική και συμπεριφορική ιατρική, τομείς της δημόσιας υγείας, καθώς και η ψυχολογία της υγείας εντάχθηκαν στο «βιοψυχοκοινωνικό μοντέλο», το οποίο διατυπώθηκε για πρώτη φορά από τον Αμερικανό ψυχίατρο Τζορτζ Λ. Ένγκελ (George L. Engel) τον Απρίλιο του 1977. Ο όρος βιοψυχοκοινωνικός είχε ήδη επινοηθεί από τον νευρολόγο και ψυχίατρο Ρόι Ρ. Γκρίνκερ (Roy R. Grinker, Sr) το 1954, για να αναδείξει τον παράγοντα «βίο-» στην ψυχανάλυση. Ωστόσο, ήταν ο Ένγκελ που επικεντρώθηκε, με πρακτικό τρόπο, στο «ψυχοκοινωνικό» τμήμα της βιοϊατρικής. Ο Ένγκελ πίστευε ότι το παραδοσιακό βιοϊατρικό μοντέλο υγείας δεν λειτουργεί μεμονωμένα αλλά σε σχέση με ψυχολογικούς και κοινωνικούς παράγοντες, με άμεσο ή έμμεσο αντίκτυπο στην υγεία.
Η έννοια του βιοψυχοκοινωνικού μοντέλου δεν ήταν καινούργια. Βρίσκει τις ρίζες της στις απαρχές της Δυτικής Ιατρικής, στην Ιατρική Σχολή του Ιπποκράτη όπου δίνοταν έμφαση σε ζητήματα, όπως η προσωπική υγιεινή και η διατροφή. Κατά την διάρκεια του Μεσαίωνα, όταν τα ποσοστά θνησιμότητας ήταν αρκετά υψηλά και οι διαθέσιμες θεραπείες λιγοστές, είχε δοθεί μεγάλη βαρύτητα στις ψυχικές, κοινωνικές και πνευματικές διαστάσεις της υγείας.
Η σύνδεση της ψυχολογίας με το ανοσοποιητικό σύστημα
Ο ψυχολόγος Ρόμπερτ Αντέρ (Robert Ader) ηγήθηκε ενός νέου τομέα επιστημονικής έρευνας, ο οποίος το 1970 εδραιώθηκε ως «ψυχονευροανοσολογία» και κατέδειξε ότι το μυαλό και το ανοσοποιητικό σύστημα αλληλεπιδρούν. Το ανοσοποιητικό σύστημα τρέφεται και αλλάζει υπό την επίδραση της ψυχολογικής κατάστασης και των νοητικών διαδικασιών. Η ανακάλυψη αυτή, έδωσε μεγαλύτερη βαρύτητα στο βιοψυχοκοινωνικό μοντέλο και κατέδειξε την αναγκαιότητα συνεκτίμησης των ψυχολογικών παραγόντων και του κοινωνικού περιβάλλοντος στην κλινική πρακτική, με συνέπεια την καλύτερη κατανόηση και την αποτελεσματικότερη θεραπεία των ασθενειών.
Η σημασία της ευτυχίας για καλή υγεία
Κατά το πρώτο μισό του 20ου αιώνα, η πορεία του βιοϊατρικού προς το βιοψυχοκοινωνικό μοντέλο, βρίσκει τις έρευνες να εστιάζονται στην ψυχική ασθένεια και την πνευματική υγεία. Αναδύεται η ανθρωπιστική ψυχολογία, σχολή ψυχολογίας η οποία αναγνωρίζει πως η έλλειψη συμπτωμάτων δεν συνεπάγεται την ψυχική υγεία. Αυτό το κίνημα αναβιώνει τις ιδέες των αρχαίων Ελλήνων και της Αναγέννησης, οι οποίες υποστήριζαν την σημασία της ευτυχίας και της έκφρασης του ατόμου μέσα από την δημιουργικότητα.
Ο Σωκράτης, για παράδειγμα, αναγνώριζε την αυτογνωσία ως το κλειδί για την ευτυχία. Η ευτυχία ήταν κεντρικό ζήτημα σε διάφορα φιλοσοφικά κινήματα, όπως ο Επικουρισμός και ο Στωικισμός. Το ίδιο συμβαίνει στις θρησκείες, για παράδειγμα τον Ιουδαϊσμό και Χριστιανισμό, στις οποίες η ευτυχία ορίζεται ως υπακοή στους κανόνες του Θεού. Με βάση αυτές τις ιδέες, οι ανθρωπιστές ψυχολόγοι είχαν μια ολιστική άποψη για την ζωή. Πίστευαν ότι εκτός από τη βιοχημεία και το περιβάλλον που επηρεάζουν την υγεία μας, επίσης επηρεαζόμαστε και ωθούμαστε από εσωτερικά κίνητρα προκειμένου να εκπληρώσουμε το ανθρώπινο δυναμικό μας.
Θετική ψυχολογία και ιεράρχηση αναγκών
Ένας από αυτούς τους ανθρωπιστές ψυχολόγους ήταν ο Αβραάμ Μάσλοου (Abraham Maslow) ο οποίος βασίστηκε στην δουλειά των συναδέλφων του για να μελετήσει την «αυτό–εκπλήρωση»: το κίνητρο να αξιοποιείς τις δυνατότητες σου μέσα από το κυνήγι για γνώση, το να προσφέρεις στην κοινωνία, να αναζητάς την πνευματική διαφώτιση και να εκφράζεις τον εαυτό σου δημιουργικά.
Ο Μάσλοου ανέφερε ότι υπήρχε μια «ιεραρχία αναγκών» στους ανθρώπους. Στο πρωταρχικό επίπεδο συναντάμε τις βιολογικές ανάγκες, όπως φαγητό, νερό και ύπνο. Οι επόμενες μας προτεραιότητες είναι η ασφάλεια, η αίσθηση αγάπης και το να ανήκουμε κάπου. Μόλις αποκτήσουμε αυτά, τότε αναζητούμε εκτίμηση μαζί με το αίσθημα της αυτοπεποίθησης και του σεβασμού.
Όταν εκπληρώνονται και αυτά, τότε μπορούμε να απολαύσουμε την αυτό-πραγμάτωση και την ευφορία, το αίσθημα απόλυτης αρμονίας με τον εαυτό μας και τους άλλους.
Το 1954 ο Μάσλοου επινόησε την ορολογία «θετική ψυχολογία». Ο Μάρτιν Σέλιγκμαν (Martin Selingman) μαζί με τον συνεργάτη του Μιχάι Τσίκζεντμιχαϊ (Mihaly Csikszentmihalyi) όρισαν την θετική ψυχολογία ως «την επιστημονική έρευνα της ανθρώπινης ευημερίας και ανάπτυξης σε πολλαπλά επίπεδα, όπως τη βιολογική, προσωπική, σχεσιακή, θεσμική, πολιτιστική και παγκόσμια διάσταση της ζωής.»
Οι θετικές εμπειρίες επηρεάζουν την υγεία μας
Η έρευνα για την ευημερία και την γενική θετική ψυχολογία διεύρυνε τον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζουμε την πνευματική υγεία, αλλά μας έδειξε επίσης ότι οι θετικές καταστάσεις μπορούν να έχουν αντίκτυπο στην γενικότερη φυσική υγεία μας. Για παράδειγμα, ακόμα και ανάμεσα σε ανθρώπους με τα ίδια επίπεδα άσκησης, διατροφής, ύπνου και καπνίσματος, οι ευτυχισμένοι άνθρωποι έχουν μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής και καλύτερη άμυνα απέναντι στο κρυολόγημα και τη γρίπη. Τέλος, οι υγιεινές συνήθειες, όπως η κατανάλωση φρούτων και λαχανικών, επιφέρουν μεγαλύτερη ευτυχία και ικανοποίηση στη ζωή.
* H σημαντική επίδραση της τέχνης στην ψυχική και σωματική υγεία είναι το θεμέλιο των δράσεων του μη-κερδοσκοπικού οργανισμού Eyes of Light. Με δημιουργικά προγράμματα, συμμετοχική τέχνη και θεραπευτική φωτογραφία, ο οργανισμός καλλιεργεί τις συνθήκες για περισσότερη ενδυνάμωση, ευεξία και κοινωνική σύνδεση των ασθενών με καρκίνο. Όραμα του είναι μια κοινωνία, στην οποία όλοι οι άνθρωποι με σοβαρές ασθένειες αντλούν δύναμη και χαρά μέσα από την τέχνη.
Πηγή άρθρου: https://www.eyesoflight.gr/a-course-of-changes-in-the-treatment-of-disease-part-b-biopsychosocial/
Αρχικό: “Arts in Health: Designing and researching interventions”, Daisy Fancourt, Oxford University Press, 2017.
Credits:
φωτο 1: Bernand Perlin, φωτο 2: Greg Dunn, Briand Edwards, φωτο 3: Sarah Yakawonis