Στεφανιαία νόσος (ΣΝ) και καρδιαγγειακά νοσήματα στις γυναίκες
ΠΑΘΑΙΝΟΥΝ ΚΑΙ ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΚΑΡΔΙΟΠΑΘΕΙΕΣ;
Η στεφανιαία νόσος (ΣΝ) αποτελεί τη σημαντικότερη αιτία θανάτου και νοσηρότητας στις αναπτυγμένες χώρες, τόσο στους άνδρες όσο και στις γυναίκες. Στις ΗΠΑ καταγράφονται 500.000 περίπου θάνατοι ετησίως οι οποίοι οφείλονται στη ΣΝ. Περίπου οι μισοί από αυτούς αφορούν σε γυναίκες, σχεδόν κάθε λεπτό δηλαδή μια Αμερικανίδα πεθαίνει από καρδιαγγειακά νοσήματα.
Τα πράγματα δε φαίνεται να είναι διαφορετικά και στην Ευρώπη, αφού τα αποτελέσματα της μεγάλης πρόσφατης πολυκεντρικής μελέτης EUROHEART SURVEY (και με ελληνική συμμετοχή) έδειξαν ότι η ΣΝ αποτελεί την πρώτη αιτία θανάτου ανάμεσα στις Ευρωπαίες, αφού ευθύνεται για το 55% των θανάτων έναντι 43% στους άνδρες. Παρ’ όλα αυτά, η εσφαλμένη αντίληψη ότι η ΣΝ είναι πρόβλημα μόνο για τους άνδρες συνεχίζει να υπάρχει, καθώς έρευνες έδειξαν ότι μόνο 8% των γυναικών αναγνωρίζει τα καρδιαγγειακά νοσήματα ως σημαντικότερη αιτία θανάτου. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι μια στις δυο γυναίκες πεθαίνει από καρδιοπάθεια ή εγκεφαλικό επεισόδιο, ενώ μόνο μια στις 25 από καρκίνο μαστού. Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία υπάρχει σημαντική μείωση των θανάτων από καρδιά στους άνδρες ως αποτέλεσμα εντατικής προληπτικής παρέμβασης, ενώ αντίθετα ο αριθμός τείνει αυξανόμενος για τις γυναίκες.
ΠΑΘΟΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ- ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΦΥΛΩΝ;
Γενικά η εκδήλωση της ΣΝ καθυστερεί κατά μια δεκαετία περίπου στις γυναίκες έναντι των ανδρών. Παρότι ο αιτιολογικός μηχανισμός της ΣΝ είναι κοινός, αρκετές διαφορές υπάρχουν ανάμεσα στα δύο φύλα σε σχέση με τους προδιαθεσικούς παράγοντες και τις ποικίλες εκδηλώσεις της νόσου. Η ΣΝ είναι λιγότερο συχνή σε προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες σε σύγκριση με άνδρες ίδιας ηλικίας. Η διαφορά αυτή εξαφανίζεται μετά την εμμηνόπαυση και αποδίδεται κατά κύριο λόγο στη μείωση των επιπέδων των οιστρογόνων και στις μεταβολικές και αιμοδυναμικές μεταβολές που συνεπάγεται η μείωση αυτή. Η συσχέτιση των αυξημένων επιπέδων χοληστερόλης με τα καρδιαγγειακά νοσήματα τόσο σε άνδρες όσο και σε γυναίκες έχει επιβεβαιωθεί σε πλειάδα επιδημιολογικών μελετών, ωστόσο φαίνεται να υπάρχουν ορισμένες διαφορές σ’ αυτήν τη συσχέτιση μεταξύ των δύο φύλων. Σημαντικός αριθμός ερευνών έχει δείξει ότι η μείωση των επιπέδων χοληστερόλης με δίαιτα ή/και φάρμακα μειώνει τη θνητότητα από ΣΝ και επιβραδύνει ή και αναστέλλει την εξέλιξη της αθηρωματικής πλάκας. Ο βαθμός στον οποίο η εφαρμογή αυτών των ευρημάτων μπορεί να επεκταθεί και στις γυναίκες δεν είναι απόλυτα γνωστός, καθώς οι γυναίκες δεν έχουν εκπροσωπηθεί επαρκώς στις περισσότερες από αυτές τις μελέτες.
Οι γυναίκες παρουσιάζουν σε μεγαλύτερο ποσοστό σακχαρώδη διαβήτη (30%) σε σχέση με το 24% των ανδρών. Οι διαβητικές γυναίκες που παρουσιάζουν κάποιο οξύ καρδιακό επεισόδιο έχουν υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης επιπλοκών σε σχέση με τους άνδρες διαβητικούς. Ο σακχαρώδης διαβήτης αναιρεί την προστατευτική δράση που ασκούν οι ορμόνες του φύλου στις προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες. Η επέλευση της εμμηνόπαυσης συνδέεται με την εκδήλωση αρτηριακής υπέρτασης σε ένα σημαντικό ποσοστό γυναικών.
Το στρες και άλλοι ψυχολογικοί παράγοντες έχουν από παλιά ενοχοποιηθεί για την εκδήλωση και εξέλιξη των καρδιαγγειακών νοσημάτων. Ιδιαίτερα για τις εργαζόμενες γυναίκες, ο συνδυασμός επαγγελματικής και οικιακής απασχόλησης έχει βρεθεί ότι αποτελεί «στρεσογόνο» παράγοντα με ιδιαίτερα δυσμενή συμβολή στα καρδιαγγειακά νοσήματα.
ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ- ΔΙΑΓΝΩΣΗ
Αρκετές εργασίες έχουν δείξει ότι σε περιπτώσεις οξέων στεφανιαίων συνδρόμων (οξύ έμφραγμα, ασταθής στηθάγχη κλπ) υπάρχουν διαφορές στη συμπτωματολογία μεταξύ ανδρών και γυναικών. Εκτός από τον κλασσικό πόνο στο στήθος, οι γυναίκες παραπονούνται συχνότερα για πόνο στην πλάτη, τον αυχένα και τη σιαγόνα έναντι των ανδρών. Αυτό, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι προσέρχονται καθυστερημένα για αναζήτηση ιατρικής βοήθειας μετά την αρχική εκδήλωση των ενοχλημάτων, μπορεί να οδηγήσει σε διαγνωστικά σφάλματα.
Στην προαναφερθείσα πανευρωπαϊκή μελέτη διαπιστώθηκε ότι οι γυναίκες ήταν λιγότερο πιθανό να υποβληθούν σε αναίμακτο διαγνωστικό έλεγχο, με αποτέλεσμα σημαντικός αριθμός να μην οδηγείται στον απαραίτητο στεφανιογραφικό έλεγχο και την πιθανώς αναγκαία φαρμακευτική ή επεμβατική αντιμετώπιση. Θα πρέπει πάντως να σημειωθεί, ότι οι αναίμακτες τεχνικές (με κύριο εκπρόσωπο τη δοκιμασία κόπωσης) παρουσιάζουν αρκετά σημαντικό ποσοστό «ψευδώς θετικών» ευρημάτων (μπορεί δηλαδή να δείξουν πρόβλημα ενώ δεν υπάρχει) στις γυναίκες.
Για το λόγο αυτό η Αμερικανική και Ευρωπαϊκή Καρδιολογική Ένωση δε συνιστούν τη διενέργεια δοκιμασίας κόπωσης σε ασυμπτωματικές γυναίκες για προληπτικούς λόγους, με πιθανή εξαίρεση τη συνύπαρξη πολλών παραγόντων κινδύνου (υπερχοληστερολαιμία, σακχαρώδη διαβήτη, υπέρταση, οικογενειακό ιστορικό στεφ. νόσου κλπ).
Σε περιπτώσεις που η δοκιμασία κόπωσης δεν απαντά οριστικά στο ερώτημα ύπαρξης ή μη ΣΝ, σημαντική είναι η συνεισφορά των λεγόμενων απεικονιστικών τεχνικών, όπως είναι το σπινθηρογράφημα μυοκαρδίου και η υπερηχοκαρδιογραφία φόρτισης (stress echo).
H τελευταία τεχνική, η οποία συνίσταται στη διενέργεια υπερηχοκαρδιογραφήματος με χορήγηση φαρμάκου και θεωρείται από τις πλέον κατάλληλες μεθόδους για την ανίχνευση ΣΝ στις γυναίκες, εκτελείται το τελευταίο διάστημα και στο ‘Υγείας Μέλαθρον’ από τους καρδιολόγους της Κλινικής.
ΘΕΡΑΠΕΙΑ
Σε σχέση με τη θεραπευτική αντιμετώπιση υπάρχει σαφής βελτίωση στην εφαρμογή όλων των διαθέσιμων μέσων ανεξαρτήτως φύλου. Οι γυναίκες υποβάλλονται εξίσου συχνά με τους άνδρες σε διαδερμικές (μπαλονάκι) και χειρουργικές (μπαϊπάς) επεμβάσεις επαναιμάτωσης. Πάντως, οι γυναίκες παρουσιάζουν υψηλότερο ποσοστό επιπλοκών κατά τις επεμβάσεις αυτές, γεγονός που έχει αποδοθεί στη συχνότερη συνύπαρξη σακχαρώδους διαβήτη και σε ανατομικές διαφορές (λεπτά, μικρά αγγεία των γυναικών).
Σε ότι αφορά την ορμονική θεραπεία υποκατάστασης (οιστρογόνα-προγεστερόνη), σ’ αντίθεση με ότι πιστευόταν πριν λίγα χρόνια, έχει πλέον αποδειχθεί ότι όχι μόνο δεν ασκεί ευεργετική δράση, αλλά μπορεί να έχει και δυσμενείς επιπτώσεις (φλεβοθρομβώσεις, ιδίως σε καπνίστριες, καρκίνο μαστού), δεν πρέπει λοιπόν να χορηγείται σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες για πρόληψη των καρδιαγγειακών νοσημάτων. Τα διάφορα αντιυπερτασικά, υπολιπιδαιμικά και αντιαιμοπεταλιακά φάρμακα χορηγούνται ευρέως σε άνδρες και γυναίκες με αποδεκτή ασφάλεια και αποτελεσματικότητα.
Ωστόσο έχουν διαπιστωθεί διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών σε ότι αφορά την ανταπόκριση στη θεραπεία, αλλά και στις ανεπιθύμητες ενέργειες. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα διαφορετικά σωματομετρικά χαρακτηριστικά, η διαφορετική περιεκτικότητα σε λιπώδη ιστό και άλλοι παράγοντες μπορούν να διαφοροποιήσουν τη συμπεριφορά των φαρμάκων στον ανθρώπινο οργανισμό ανάλογα με το φύλο.
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΟΥ
Η βελτίωση της πρόληψης των καρδιαγγειακών νοσημάτων στις γυναίκες έχει ως βασική προϋπόθεση την επίγνωση ότι τα νοσήματα αυτά αγγίζουν και εκείνες, ιδιαίτερα τις μετεμμηνοπαυσιακές. Ο ρόλος του καρδιολόγου συνίσταται αρχικά στη συνολική εκτίμηση του καρδιαγγειακού κινδύνου, στην αξιολόγηση των όποιων συμπτωμάτων και στην ορθολογική αξιοποίηση των διαθέσιμων διαγνωστικών μέσων.
Όλες αυτές οι ενέργειες θα πρέπει να σχεδιάζονται και να διενεργούνται υπό το πρίσμα των οδηγιών των Καρδιολογικών Ενώσεων και των μεγάλων πολυκεντρικών μελετών, αλλά και των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών όλων των ασθενών, ανδρών και γυναικών.