Πυρετός και αντιπυρετικά στη παιδική ηλικία
Ο πυρετός είναι από τα πιο συχνά συμπτώματα της παιδικής ηλικίας. Προσοχή! είναι σύμπτωμα και όχι αρρώστια. Το παιδί έχει πχ ίωση και παρουσιάζει πυρετό, έχει οξεία αμυγδαλίτιδα ή γαστρεντερίτιδα και παρουσιάζει πυρετό.
Η θερμοκρασία του παιδιού πρέπει να ελέγχεται με θερμόμετρο κάθε φορά που το παιδί μοιάζει αδιάθετο. Μην εμπιστεύεστε τα χέρια σας!
Λέμε ότι κάποιος έχει πυρετό, όταν η θερμοκρασία μασχάλης είναι πάνω από 37° C. (Για τα νεογνά θερμοκρασία πάνω από 37,5° C). Δεν θερμομετρούμε τα παιδιά στο ορθό (εκτός από τα νεογνά). Η θερμοκρασία ορθού είναι κατά 0,4° C υψηλότερη από την θερμοκρασία μασχάλης. Με το φαγητό, το θηλασμό, τον ύπνο, το παιχνίδι, υπάρχει μια διακύμανση της φυσιολογικής θερμοκρασίας. Οι πιο πάνω φυσιολογικές τιμές είναι θερμοκρασία σε κατάσταση ηρεμίας.
Αντιμετωπίζοντας τον πυρετό δε σημαίνει ότι θεραπεύουμε και την αρρώστια. Οι πληροφορίες που πρέπει να δοθούν στο γιατρό για τον πυρετό είναι:
1)Πόσο υψηλός είναι και πόσο συχνά εμφανίζεται.
2) Αν συνοδεύεται με ρίγος; (Προσοχή: άλλο ρίγος και άλλο σπασμοί. Ρίγος είναι η αντίδραση μας σαν να κρυώνουμε).
3) Πόση ώρα μένει απύρετο το παιδί μετά από το αντιπυρετικό.
4) Πως είναι το κέφι του παιδιού όταν πέφτει ο πυρετός.
Πρέπει να συνειδητοποιήσει ο γονιός ότι ο πυρετός είναι ΦΙΛΟΣ.
Αφενός μας ειδοποιεί ότι κάτι άσχημο συμβαίνει με τον οργανισμό μας, και αφετέρου είναι αμυντικός μηχανισμός στον αγώνα που κάνουμε εναντίον των μικροοργανισμών (μικροβίων και ιών).
Ο πυρετός επιβραδύνει την ανάπτυξη και την αναπαραγωγή βακτηρίων και ιών. Στα κύτταρα μας υπάρχουν οι πρωτεΐνες θερμικού στρες (Heat shock Proteins), οι οποίες ενεργοποιούνται επί πυρετού και προστατεύουν το κύτταρο. Είναι πλέον αποδεδειγμένο ότι άνθρωποι με βαριά λοίμωξη και πυρετό έχουν καλύτερη έκβαση από αυτούς που έχουν βαριά λοίμωξη και δεν παρουσιάζουν πυρετό. Η έρευνα κατευθύνεται στη εύρεση πυρετογόνων ουσιών για θεραπευτικούς λόγους.
Αν σε αυτά τα βιβλιογραφικά δεδομένα, προσθέσει κανείς ότι τα αντιπυρετικά έχουν πολλές παρενέργειες, καταλήγουμε ότι ένα παιδί που έχει πυρετό και είναι κατά τα άλλα φυσιολογικό (δεν έχει δηλαδή καρδιοπάθεια, μεταβολικό νόσημα, νόσο του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος, νεφροπάθεια, κλπ) δεν χρειάζεται αντιπυρετικό επί πυρετού.
Εξαίρεση αποτελούν τα φυσιολογικά παιδιά που παρουσιάζουν πυρετικούς σπασμούς. Τα παιδιά αυτά (ποσοστό <3% του πληθυσμού), είναι ηλικίας από 6 μηνών έως 6 ετών, παρουσιάζουν σπασμούς επί πυρετού και συνήθως οι γονείς τους είχαν σαν μικρά παιδιά το ίδιο πρόβλημα. Οι σπασμοί αυτοί είναι «εισαγωγικοί», δηλαδή εμφανίζονται με την έναρξη του πυρετού και έτσι αφού ο γονιός δεν ξέρει ότι το παιδί θα κάνει πυρετό δεν προλαβαίνει να δώσει το αντιπυρετικό. Στη βιβλιογραφία φαίνεται ότι η χορήγηση αντιπυρετικού σε αυτήν την κατηγορία δεν μειώνει την εμφάνιση επεισοδίων πυρετικών σπασμών. Παρ΄ όλα αυτά δεν μπορούμε να συστήσουμε σε παιδί που έχει ιστορικό πυρετικών σπασμών, να μην πάρει αντιπυρετικό.
Τα παιδιά ανέχονται πολύ καλά τον πυρετό. Εφόσον το παιδί (το οποίο δεν έχει υποκείμενα νοσήματα) δεν δείχνει σημεία ταλαιπωρίας δεν χρειάζεται αντιπυρετικό!
Θα δώσουμε αντιπυρετικό επί πυρετού όταν το παιδί έχει δυσκολία στην αναπνοή, πονοκέφαλο, υπνηλία κακουχία, πόνο. Το δίνουμε για να φτιάξει το κέφι του (confort).
Συχνά οι παιδίατροι, παρακινούμενοι από τα συναισθήματα των γονιών και ορισμένες φορές για να γλιτώσουν από ενοχλητικά τηλεφωνήματα, συστήνουν αφειδώς αντιπυρετικά ή και αντιπυρετικά σε συνδυασμό (εναλλάξ). Μια συνηθισμένη, λάνθασμένη οδηγία για την αντιμετώπιση του πυρετού είναι η χρήση δύο αντιπυρετικών ουσιών εναλλάξ μέσα σε ένα 6 ωρο (π.χ. παρακεταμόλης και μεφαιναμικού οξέος ή ιβουπρουφαίνης).
Δεν υπάρχουν επιστημονικά δεδομένα που να δικαιολογούν τη χρήση αντιπυρετικών ουσιών σε συνδυασμό (εναλλάξ). Δεν έχει αποδειχθεί ότι ένας τέτοιος συνδυασμός έχει καλύτερο αντιπυρετικό αποτέλεσμα, ούτε βέβαια ότι είναι ασφαλής για τον άρρωστο. Αντίθετα, σε πολλές μελέτες αναφέρεται ότι μια τέτοια ιατρική οδηγία για εναλλαγή αντιπυρετικών, δημιουργεί σύγχυση στους γονείς, με αποτέλεσμα υπερδοσολογία του φαρμάκου (δηλαδή λήψη μεγάλων δόσεων των αντιπυρετικών, είτε διότι δίδονται πολύ συχνά στη διάρκεια της ημέρας, είτε διότι αντιπυρετικά με διαφορετικό όνομα περιέχουν την ίδια φαρμακευτική ουσία κ.ά) και τοξικότητα που ορισμένες φορές απειλεί και τη ζωή του αρρώστου.
Η ηπατοτοξικότητα (δηλαδή η τοξική δράση πάνω στο συκώτι) και η νεφροτοξικότητα των αντιπυρετικών είναι οι πιο συχνές και σοβαρές παρενέργειες τους αλλά έχουν και άλλες παρενέργειες, όπως αιματολογικές.
Θα πρέπει ο γονιός να μη βιάζεται να δώσει αντιπυρετικά και να διατηρεί την ψυχραιμία του στην εμφάνιση του πυρετού εφ΄ όσον το παιδί δείχνει να ανέχεται καλά τον πυρετό. Ο προβληματισμός και η ανησυχία του θα πρέπει να εστιάζονται στο ποιο νόσημα έχει προκαλέσει τον πυρετό. Καμουφλάροντας τον πυρετό με αντιπυρετικά είναι σαν να φιμώνουμε τον σκύλο που γαυγίζει για τον κλέφτη που μπήκε στο σπίτι…
Μερικές χρήσιμες οδηγίες ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ για την αντιμετώπιση του πυρετού είναι και οι ακόλουθες:
Μην εστιάζετε την προσοχή στον πυρετό, αλλά στο ποια είναι η αιτία του πυρετού.
Ο πυρετός είναι φίλος μας και δεν χρειάζεται απαραίτητα να τον κατεβάσουμε.
Θα πάρουμε αντιπυρετικό μόνον όταν συνυπάρχουν άλλα συμπτώματα (όπως π.χ. δυσκολία στην αναπνοή, πονοκέφαλος, υπνηλία, κακουχία, ωταλγία).
Τα πολύ μικρά βρέφη, κάτω από 2 μηνών, δεν μπορούν να πάρουν αντιπυρετικά, παρά μόνον όταν ο παιδίατρός τους πάρει μια τέτοια ευθύνη. Η χρήση παρακεταμόλης (Depon, Dolal) απαγορεύεται σε ηλικίες κάτω των 2 μηνών.
Τα βρέφη κάτω από 6 μηνών απαγορεύεται να πάρουν μεφαιναμικό όξύ (Ponstan).
Μπάνιο θερμοκρασίας 37οC για 3 λεπτά (και όχι ντους), είναι ένα καλό αντιπυρετικό μέσον, εφόσον όμως το παιδί ζεσταίνεται και δεν έχει ρίγος.
Η χορήγηση του αντιπυρετικού-αν χορηγηθεί- πρέπει να γίνεται στη σωστή δόση.
Η δόση των αντιπυρετικών στα παιδιά εξατομικεύεται ανάλογα με το βάρος σώματος και δίνεται με ακρίβεια, με τη βοήθεια δοσομετρητή (σύριγγα). Να μην ξεχνάμε ότι το κουταλάκι του γλυκού ή της σούπας που έχουμε στο σερβίτσιο μας, έχει περιεκτικότητα ανάλογη με το σχέδιό του.
Δεν πρέπει να χορηγούνται τα αντιπυρετικά σε υπόθετα. Η μόνη εξαίρεση είναι αν το παιδί έχει εμέτους.
Όλα τα αντιπυρετικά έχουν παρενέργειες, μερικές από τις οποίες είναι πολύ σοβαρές (ηπατοτοξικότητα, αλλεργία, νεφροτοξικότητα, γαστρεντερικές διαταραχές, δυσκρασίες αίματος, όπως μείωση των λευκών αιμοσφαιρίων και των αιμοπεταλίων κ.ά.).