Κοινό κρυολόγημα ή λοίμωξη από κορονοϊό;
Καταρροή, ρινική συμφόρηση (μπούκωμα), πονοκέφαλος, φτέρνισμα, πονόλαιμος, δεκατική πυρετική κίνηση.
Αν βρισκόμασταν πίσω στο 2019 οι γονείς δε θα ανησυχούσαν ιδιαίτερα αν τα παιδιά τους εμφάνιζαν αυτά τα συμπτώματα. Τώρα όμως, το 2022, που στη ζωή μας έχει εισβάλει ο «κορονοϊός», ακόμη και τα πιο αμβληχρά συμπτώματα προκαλούν πολύ μεγάλη ανησυχία.
Σύμφωνα με τα τελευταία επιστημονικά δεδομένα η προσβολή του οργανισμού από την μετάλλαξη «Όμικρον» δε συνοδεύεται από την κλασική τριάδα συμπτωμάτων που παρουσίαζαν όλα τα προηγούμενα στελέχη (απώλεια όσφρησης ή/και γεύσης, βήχα, υψηλό πυρετό) αλλά με συμπτώματα που μοιάζουν με αυτά του κοινού κρυολογήματος. Αυτό συμβαίνει επειδή η μετάλλαξη αυτή μολύνει πιο εύκολα όργανα του ανώτερου αναπνευστικού συστήματος, καθιστώντας την πιο μεταδοτική αλλά λιγότερο (χωρίς να αποκλείεται) ικανή να μολύνει τον πνεύμονα.
Γι’ αυτό όταν τα παιδιά εμφανίζουν τα συμπτώματα που αναφέρουμε στην αρχή εύλογα αναρωτιούνται αν οφείλονται σε ένα απλό κρυολόγημα ή σε νόσηση από την μετάλλαξη «Όμικρον».
Άρα θα ήταν επικίνδυνο λάθος να κάνουμε «αυτοδιάγνωση» ότι πρόκειται για κοινό κρυολόγημα υποτιμώντας την πιθανότητα λοίμωξης από την «Όμικρον», μετάλλαξη που ναι μεν οδηγεί σε λιγότερο σοβαρή αλλά όχι ήπια νόσηση, αφού εκτός από τα συμπτώματα που αναφέρθηκαν πιο πάνω, στην πορεία της νόσου μπορεί να εμφανιστούν και άλλα, όπως πυρετός με ή χωρίς ρίγος, βήχας, δύσπνοια ή δυσκολία στην αναπνοή, αίσθηση κόπωσης, μυαλγίες, ναυτία, έμετος, διαρροϊκές κενώσεις.
Συνεπώς για την ασφάλεια των παιδιών μας αλλά και του περιβάλλοντός μας όταν έχουμε συμπτώματα:
1) Μένουμε σπίτι
2) Κάνουμε self ή rapid test
3) Επικοινωνούμε και ενημερώνουμε άμεσα τον παιδίατρο μας ακόμα και σε περίπτωση αρνητικού τεστ. Θα του αναφέρουμε τα συμπτώματα που παρουσιάζει το παιδί και θα του περιγράψουμε αναλυτικά την κατάστασή του.
Έτσι, ο παιδίατρός μας θα αξιολογήσει την κατάσταση και θα δώσει εξατομικευμένες οδηγίες (αν πρέπει να εξεταστεί το παιδί μας, να επαναλάβει self ή rapid test ή να υποβληθεί σε μοριακό έλεγχο ή και άλλες διαγνωστικές εξετάσεις).