Θυρεοειδής Αδένας
Ανατομία & Λειτουργία
Ο θυρεοειδής αδένας αποτελεί έναν ενδοκρινή αδένα βάρους περίπου 17 γρ. που εντοπίζεται στην πρόσθια επιφάνεια του τραχήλου, κάτωθεν του ομώνυμου θυρεοειδούς χόνδρου του λάρυγγα. Ο αδένας περιβάλλει την πρόσθια και εν μέρει την πλάγια επιφάνεια της τραχείας, με την οποία είναι στερεά συμφυόμενος μέσω του συνδέσμου του Berry.Ο θυρεοειδής αδένας αποτελείται από δύο λοβούς, δεξιό και αριστερό, οι οποίοι συνδέονται μεταξύ τους μέσω του ισθμού. Στο 30% των ανθρώπων συνυπάρχει φυσιολογικά και ένας επιπλέον λοβός, ο πυραμοειδής λοβός του θυρεοειδούς, που αποτελεί μία προσεκβολή θυρεοειδικού ιστού προς τα άνω, ο οποίος δύναται να εξορμάται από τον ισθμό ή από έναν εκ των δύο λοβών του θυρεοειδούς.
Ο θυρεοειδής αδένας εμφανίζει την πλουσιότερη αιμάτωση συγκριτικά με όλα τα όργανα του ανθρώπινου σώματος. Η αιμάτωση του κάθε λοβού προέρχεται από τη σύστοιχη άνω και κάτω θυρεοειδική αρτηρία, κλάδους της έξω καρωτίδας και του θυρεοαυχενικού στελέχους, αντίστοιχα. Σπανιότερα, υπάρχει μία ακόμη επικουρική μονήρης αρτηρία, προερχόμενη από το αορτικό τόξο ή από την ανώνυμη αρτηρία, η οποία και συνεισφέρει στην αιμάτωση του ισθμού του αδένα.
Ζωτικής σημασίας στη χειρουργική του θυρεοειδούς αδένα αποτελεί η παρουσία και πορεία των δύο παλίνδρομων λαρυγγικών νεύρων. Τα παλίνδρομα λαρυγγικά νεύρα, δεξιά και αριστερά, εκφύονται από το πνευμονογαστρικό νεύρο και αφού διέλθουν κάτωθεν της υποκλειδίου αρτηρίας δεξιά ή του αορτικού τόξου αριστερά, πορεύονται προς τα άνω οπισθίως του σύστοιχου λοβού του θυρεοειδούς αδένα μεταξύ της τραχείας και του οισοφάγου, στην τραχειοοισοφαγική αύλακα, καταλήγοντας στην κρικοθυρεοειδική μεμβράνη, η οποία αποτελεί το σημείο της εισόδου τους εντός του λάρυγγα.
Κάθε παλίνδρομο λαρυγγικό νεύρο είναι υπεύθυνο για την κινητικότητα της σύστοιχης φωνητικής χορδής και κατά συνέπεια καθοριστικό για την ομιλία και την αναπνοή. Μείζονος σημασίας στη χειρουργική του θυρεοειδούς αδένα αποτελεί η άριστη γνώση της τοπογραφικής και χειρουργικής ανατομικής των παλίνδρομων λαρυγγικών νεύρων, καθώς η κάκωση του ενός νεύρου ενδέχεται να οδηγήσει σε βράγχος φωνής, ενώ η κάκωση και των δύο παλίνδρομων λαρυγγικών νεύρων μπορεί να προκαλέσει μόνιμη απώλεια της φωνής (αφωνία), με απόφραξη του αεραγωγού και ανάγκη τραχειοτομής.
Η λειτουργία του θυρεοειδούς αδένα συνίσταται στη σύνθεση από τα θυλακιώδη κύτταρα και ακολούθως στην έκκριση στην κυκλοφορία του αίματος των ορμονών τετραϊωδοθυρονίνη ή θυροξίνη (T4) και τριιωδοθυρονίνη (T3). Η σύνθεση και έκκρισή τους στην κυκλοφορία ρυθμίζεται μέσω παλίνδρομου μηχανισμού από την θυρεοειδοτρόπο ορμόνη (TSH) που παράγεται στην υπόφυση, η έκκριση της οποίας βρίσκεται επίσης υπό τον έλεγχο της θυρεοεκλυτικής ορμόνης (TRH) που παράγεται στον υποθάλαμο.
Εντός του θυρεοειδούς αδένα και συγκεκριμένα στα παραθυλακιώδη κύτταρα παράγεται και ακολούθως εκκρίνεται στην κυκλοφορία μία ακόμα ορμόνη, η καλσιτονίνη, η οποία είναι υπεύθυνη για τη ρύθμιση του μεταβολισμού του ασβεστίου στον οργανισμό.
Η θυροξίνη (T4) και η τριιωδοθυρονίνη (T3) διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη ρύθμιση του μεταβολισμού του συνόλου των ιστών του ανθρωπίνου σώματος, συμβάλλοντας συνεπώς στη σωστή σωματική ανάπτυξη, όπως και στη διαχείριση της ενέργειας και της θερμοκρασίας του οργανισμού, εξασφαλίζοντας την ομαλή λειτουργία του συνόλου των οργάνων του σώματος. Απαραίτητο για τη σύνθεση των θυρεοειδικών ορμονών είναι το ιώδιο, το οποίο προσλαμβάνεται με τη διατροφή. Η συνολική ποσότητα του ιωδίου στον οργανισμό ενός υγιούς ενήλικα είναι 15 – 20 mg, εκ των οποίων περίπου το 70% βρίσκεται αποθηκευμένο εντός του θυρεοειδούς αδένα. Σημαντικό, λοιπόν, είναι η ημερήσια διατροφική πρόσληψη ιωδίου να ακολουθεί τις συνιστώμενες ποσότητες για κάθε ηλικία (Πίνακας), καθώς η μη φυσιολογική πρόσληψη ιωδίου ενδέχεται να οδηγήσει σε καταστάσεις υπερλειτουργίας ή υπολειτουργίας του θυρεοειδούς αδένα.