Έγχρωμο υπερηχογράφημα η «χρυσή» μέθοδος διάγνωσης της καρωτιδικής νόσου
Η καρωτιδική νόσος ή ευρύτερα γνωστή ως στένωση των καρωτίδων, είναι η κυριότερη αιτία πρόκλησης παροδικού ή μόνιμου ισχαιμικού αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου.
Στις Η.Π.Α. τα εγκεφαλικά επεισόδια ανέρχονται στις 700.000 και προκαλούν 160.000 θανάτους ανά έτος. Από αυτούς το 87% είναι ισχαιμικής αιτιολογίας.
Οι καρωτίδες αρτηρίες βρίσκονται στον λαιμό, μια δεξιά και μια αριστερά και μεταφέρουν το αίμα από την καρδιά στον εγκέφαλο. Οι στενώσεις που προκαλούνται στο εσωτερικό τους τοίχωμα από αθηρωματικές πλάκες ονομάζονται καρωτιδική νόσος. Οι πλάκες αυτές σχηματίζονται με την προσκόλληση των συστατικών του αίματος που ονομάζονται αιμοπετάλια στο ενδοθήλιο, δηλαδή στο εσωτερικό τοίχωμα του αυλού των καρωτίδων.
Τα αιμοπετάλια μαζί με κύτταρα χοληστερόλης «κτίζουν» στο εσωτερικό των καρωτίδων την αθηρωματική πλάκα. Έτσι το ενδοθήλιο από μαλακό γίνεται σκληρό, ενώ η διαδικασία αυτή συνεχίζεται και με την πάροδο του χρόνου δημιουργείται η αθηρωματική πλάκα που προκαλεί την στένωση των καρωτίδων.
Το ισχαιμικό αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο που ορίζεται ως η απόφραξη των μικρότερων αρτηριών του εγκεφάλου μπορεί να συμβεί σε ασθενείς που πάσχουν από στένωση των καρωτίδων. Αυτό συμβαίνει δυνητικά με δύο τρόπους:
Πρώτον από την αποκόλληση τμημάτων της αθηρωματικής πλάκας, που στην συνέχεια με την κυκλοφορία μεταφέρονται σε μικρότερης διαμέτρου αρτηρίες του εγκεφάλου και τις αποφράσσουν.
Δεύτερον με την δημιουργία θρόμβου πάνω στις πλάκες πού είτε αποφράσσει την καρωτίδα τελείως είτε αποκολλάται και αποφράσσει τις μικρότερες αρτηρίες του εγκεφάλου.
Ανάλογα με την χρονική διάρκεια των συμπτωμάτων το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο χαρακτηρίζεται παροδικό εάν τα συμπτώματα διαρκούν λιγότερο από 24 ώρες ή μόνιμο εάν τα συμπτώματα διαρκούν περισσότερο.
Οι ασθενείς με στένωση καρωτίδας μπορεί να είναι ασυμπτωματικοί ή να παρουσιάζουν διάφορα συμπτώματα.
Τα συμπτώματα αυτά μπορεί να αφορούν στην όραση όπως ημιανοψία, διαταραχές του λόγου όπως δυσαρθρία, δυσφασία ή αφασία ή κινητικές διαταραχές όπως πάρεση του άνω ή κάτω άκρου ή ημιπληγία της αντίθετης πλευράς από την στένωση, ή αισθητικές διαταραχές όπως αιμωδία ή παραισθησία της αντίθετης πλευράς, από αυτή που είναι η στένωση της καρωτίδας.
Διάγνωση
Δυστυχώς, μόνο με την κλινική εξέταση, δεν είναι εφικτό να γίνει η διάγνωση. Ο ιατρός με το στηθοσκόπιο μπορεί να ακούσει ένα φύσημα στον λαιμό που μπορεί να υποδηλώνει βλάβη αλλά αυτό δεν είναι αρκετό.
Η ενδεδειγμένη ή «χρυσή» μέθοδος διάγνωσης της νόσου είναι το έγχρωμο υπερηχογράφημα ή Triplex των καρωτίδων.
Η μέθοδος αυτή είναι απλή διαρκεί περίπου 30 – 40 λεπτά και γίνεται από εξειδικευμένο ιατρό ο οποίος μπορεί να είναι αγγειολόγος – αγγειοχειρουργός, ακτινολόγος ή καρδιολόγος. Με το υπερηχογράφημα μπορούμε να διαγνώσουμε την τυχόν ύπαρξη αθηρωματικών πλακών στις καρωτίδες, τη μορφολογία τους, τη σύσταση τους, το μέγεθος τους, καθώς και το ποσοστό στένωσης ή απόφραξης των καρωτίδων που προκαλείται.
Ασθενείς που υποχρεωτικά πρέπει να υποβάλλονται στην εξέταση αυτή είναι αυτοί που έχουν υποστεί ήδη ένα παροδικό ή μόνιμο αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, όσοι είναι άνω των 65 ετών και πάσχουν από υπέρταση, υπερλιπιδαιμία, περιφερική αρτηριακή αποφρακτική νόσο ή στεφανιαία νόσο ή είναι καπνιστές.
Θεραπεία
Η θεραπεία διαχωρίζεται σε δύο κατηγορίες ανάλογα με την ποιότητα της αθηρωματικής πλάκας, τον βαθμό της στένωσης που αυτή προκαλεί και εάν έχει προκαλέσει συμπτώματα ή όχι. Έτσι έχουμε την συντηρητική θεραπεία και την εγχείρηση ή επέμβαση.
Η συντηρητική θεραπεία περιλαμβάνει ρύθμιση των παραγόντων κινδύνου π.χ. διακοπή του καπνίσματος, έλεγχο της υπέρτασης, της υπερλιπιδαιμίας κτλ. Επίσης περιλαμβάνει τη χορήγηση δύο σημαντικών φαρμάκων. Των αντιαιμοπεταλιακών και των στατινών. Τα πρώτα εμποδίζουν τα αιμοπετάλια να προσκολληθούν στο εσωτερικό των καρωτίδων και με τον τρόπο αυτό εμποδίζουν την αύξηση του μεγέθους της αθηρωματικής πλάκας. Επίσης εμποδίζουν τη δημιουργία θρόμβου πάνω στην αθηρωματική πλάκα. Οι στατίνες με τη σειρά τους, εκτός από τη μείωση της χοληστερόλης συρρικνώνουν την αθηρωματική πλάκα και την σταθεροποιούν μειώνοντας κατά αυτό τον τρόπο το μέγεθος της και εμποδίζοντας ταυτόχρονα την αποκόλληση της. Γενικότερα σε ασθενείς που η στένωση της καρωτίδας είναι κάτω από 75% και ο ασθενής δεν έχει συμπτώματα (δηλαδή δεν έχει υποστεί εγκεφαλικό επεισόδιο) χορηγείται συντηρητική αγωγή και η αθηρωματική πλάκα καθώς και ο βαθμός της στένωσης παρακολουθείται με έγχρωμο υπερηχογράφημα ανά 12 μήνες.
Σε ασθενείς που υπέστησαν αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο και η στένωση είναι πάνω από 70%, ή σε αυτούς που δεν υπέστησαν εγκεφαλικό και η στένωση είναι πάνω από 80% συνιστάται χειρουργική επέμβαση για αφαίρεση της πλάκας ή αγγειοπλαστική και τοποθέτηση στεντ. Επίσης σημαντικό ρόλο στην απόφαση για επέμβαση διαδραματίζει το αν πάσχει μόνο η μια καρωτίδα ή και οι δύο. Ο κατάλληλος ιατρός για να λάβει την απόφαση είναι ο εκπαιδευμένος αγγειοχειρουργός, που μπορεί να προσφέρει την ενδεδειγμένη θεραπεία αλλά και να αντιμετωπίσει πιθανές επιπλοκές.
Συμπερασματικά η νόσος των καρωτίδων είναι μια πάθηση που η συχνότητα της αυξάνεται με την ηλικία.
Οι ευαίσθητες ομάδες του πληθυσμού πρέπει να ελέγχονται προληπτικά γιατί η έγκαιρη διάγνωση με υπερηχογράφημα, σε συνδυασμό με την χορήγηση της κατάλληλης θεραπείας, μπορεί να προλάβουν την εξέλιξη της νόσου και τα καταστροφικά της αποτελέσματα στην ποιότητα ζωής.