Νέες διαγνωστικές και επεμβατικές μέθοδοι στην Γυναικολογία

Facebooktwitterpinterest

(διαγνωστική και επεμβατική υστεροσκόπηση)
Με τον τίτλο αυτό θα ήθελα να αναφερθώ σε μιά σχετικά νέα επεμβατική μέθοδο η οποία βοηθάει στην διάγνωση και στην θεραπεία παθήσεων της κοιλότητας της μήτρας, καθώς επίσης και του καναλιού του τραχήλου αυτής. Γιά την διάγνωση των παθήσεων αυτών χρησιμοποιούμε ένα ειδικό εργαλείο, το υστεροσκόπιο, το οποίο το εισάγουμε πρώτα στον κόλπο και μετά μέσα στην κοιλότητα της μήτρας, όπου μπορούμε να δούμε αν υπάρχει κάποιο πρόβλημα.
Παρόλο που στις ημέρες μας όλο και περισσότεροι γυναικολόγοι χρησιμοποιούν το υστεοροσκόπιο, ιστορικά, το πρώτο υστεροσκόπιο κατασκευάστηκε το 1865. Μετά την πάροδο λίγων ετών, ερευνητές από την Ευρώπη κατόρθωσαν να καταστρέψουν τον πρώτο πολύποδα της μήτρας και στην συνέχεια να τελειοποιήσουν το πρώτο υστεροσκόπιο. Από τότε μέχρι σήμερα έχει γίνει τεράστια πρόοδος, όπου έχουν κατασκευαστεί πολλά και διαφορετικά υστεροσκόπια τα οποία μας δίνουν μεγάλες δυνατότητες γιά διάγνωση των προβλημάτων της μήτρας καθώς επίσης και γιά την θεραπεία τους (χειρουργική αφαίρεση π.χ ινομυωμάτων, πολυπόδων της μήτρας κ.α).
Αποφεύγοντας τις τεχνικές λεπτομέρειες των διαφόρων οργάνων που συνδέονται με το υστεροσκόπιο, αυτό (το υστεροσκόπιο) είναι ουσιαστικά ένας μακρύς και πολύ λεπτός σωλήνας, 2-4 χιλιοστά πάχος, μέσα από τον οποίο μεταφέρεται 1) το φως, γιά να φωτίζεται η μήτρα και έτσι να μπορούμε να δούμε, 2) η εικόνα, η οποία μεταφέρεται συνήθως με μεγένθυση σε οθόνη και 3) κάποιο υγρό διάτασης, συνήθως φυσιολογικός ορός, το οποίο βοηθάει στο να διατείνει αλλά και να καθαρίζει τη μήτρα ειδικά αν υπάρχει αίμα. Σήμερα έχουν κατασκευαστεί και εύκαμπτα και άκαμπτα υστεροσκόπια, με ειδικούς φακούς γιά να βλέπουν ευθεία ή με διάφορες γωνίες, με ένα ή περισσότερα περιβλήματα από τα οποία περνάει το υγρό διάτασης της μήτρας, με την ύπαρξη ειδικών καναλιών μέσα από τα οποία περνούμε πολύ λεπτά εργαλεία γιά να χειρουργήσουμε και τέλος με την χρήση ηλεκτροδίων γιά τη μεταφορά ρεύματος. Έτσι λοιπόν, ένας υστεροσκόπος έχει πολλές επιλογές στη χρήση εξειδικευμένων υστεροσκοπίων ανάλογα την ασθενή, και την πάθηση της.

Στις ενδείξεις της διαγνωστικής υστεροσκόπησης περιλαμβάνονται κυρίως:
1) Ολες οι ανώμαλες αιμορραγίες ή διαταραχές της περιόδου σε γυναίκες που διανύουν την γόνιμη περίοδο της ζωής τους ή/και που δεν ανταποκρίνονται σε άλλες θεραπείες.
2) Κάθε γυναίκα που είναι στην εμμηνόπαυση και ξαφνικά δει αίμα από τον κόλπο ή/και όταν στο υπερηχογράφημα βρεθεί παχύ ενδομήτριο (μεγαλύτερο από 4 χιλιοστά), πρέπει να υποβληθεί όχι μόνο σε υστεροσκόπηση αλλά και σε λήψη βιοψιών από τις ύποπτες περιοχές.
3) Κάθε ασθενής με υπερηχογράφημα που δείχνει πολύποδες ή/και ινομυώματα στην κοιλότητα της μήτρας, τα οποία πρέπει να επιβεβαιωθούν υστεροσκοπικά και στην συνέχεια μπορούν να αφαιρεθούν με το εγχειρητικό υστεροσκόπιο.
4) Γυναίκες που δεν μπορούν να συλλάβουν ή που χάνουν τα έμβρυα στην αρχή της εγκυμοσύνης πρέπει να εξετασθούν υστεροσκοπικά.
5) Σε κάθε γυναίκα που θέλει να τεκνοποιήσει και η μήτρα της έχει συμφύσεις, ή διάφραγμα (είναι το χώρισμα που την χωρίζει σε δύο κοιλότητες) πρέπει να αφαιρείται υστεροσκοπικά.
Υπάρχουν κάποιες αντενδείξεις γιά υστεροσκόπηση όπως η κύηση, η φλεγμονή της πυέλου και ο καρκίνος του τραχήλου της μήτρας.
Αφού λοιπόν γίνει η διαγνωστική υστεροσκόπηση και αναγνωρίσουμε το πρόβλημα, μπορούμε να συνεχίσουμε με το επεμβατικό υστεροσκόπιο γιά την αφαίρεση της βλάβης.
Κατά κανόνα το επεμβατικό υστεροσκόπιο είναι πιό παχύ σε διάμετρο από το διαγνωστικό. Εδώ ανήκουν διάφοροι τύποι υστεροσκοπίων όπως είναι το ρεζεκτοσκόπιο, το υστεροσκόπιο του Bettocchi, το Versapoint και άλλα, όπου το καθένα έχει τις ενδείξεις του. Δεν θα ήθελα να μπούμε σε τεχνικές λεπτομέρειες όσο αφορά τις διαφορές τους και την χρήση τους. Γενικά όμως μπορούμε να πούμε ότι θεραπεύονται όλες οι παραπάνω περιγραφείσες παθήσεις της κοιλοτητας της μήτρας με εξαίρεση τον καρκίνο του ενδομητρίου. Έτσι λοιπόν μπορούμε να χειρουργήσουμε και αφαιρέσουμε ινομυώματα, πολύποδες, συμφύσεις, το διάφραγμα από το εσωτερικό της μήτρας. Επίσης μπορούμε να αφαιρέσουμε όλο το ενδομήτριο (έτσι λέγεται ο εσωτερικός χειτώνας της μήτρας) στις λειτουργικές αιμορραγίες της μήτρας, με εξαιρετικά αποτελέσματα. Τώρα τελευταία μπορούμε να εισάγουμε υστεροσκοπικά, ειδικά ελατήρια στις σάλπιγγες της μήτρας με σκοπό την στείρωση. Ανάλογα με την πάθηση και το μέγεθος της βλάβης η αποκατάσταση μπορεί να γίνει από λίγα λεπτά μέχρι και κάποιες ώρες. Η ασθενής μπορεί να παραμείνει στο νοσοκομείο μία ημέρα γιά παρακολούθηση και να φύγει το πρωί της επόμενης ημέρας.
Στο εξωτερικό, σε νοσοκομεία με εξειδικευμένες μονάδες γυναικολογικής ενδοσκόπησης, αναπτύχθηκαν τεχνικές όπου η διαγνωστική υστεροσκόπηση μπορεί να γίνει χωρίς αναισθησία και η γυναίκα να φύγει από το νοσοκομείο μετά το πέρας της υστεροσκόπησης, χωρίς πόνο ή άλλες παρενέργειες. Σε ένα από αυτά τα κέντρα εργάσθηκε και ο συγγραφέας αυτού του άρθρου (Royal Free Hospital, London), όπου εισήγαγε ειδική τεχνική γιά την επεμβατική υστεροσκόπηση, με την οποία αφαιρούνται ινομυώματα ή/και πολύποδες από την κοιλότητα της μήτρας, χωρίς γενική νάρκωση και χωρίς πόνο ή άλλες παρενέργειες. (Η εργασία αυτή δημοσιεύτηκε το 01/2009 από έγκριτο ευρωπαικό γυναικολογικό περιοδικό).
Είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι η διαγνωστική υστεροσκόπηση, και πολύ περισσότερο η επεμβατική, είναι πολύ ασφαλείς μέθοδοι στα χέρια αυτού που έχει εκπαιδευτεί σε ειδικό κέντρο, διαφορετικά μπορεί να υπάρξουν πολύ σοβαρές επιπλοκές και να κινδυνεύσει η ζωή της γυναίκας. Δυστυχώς, ακόμα και σήμερα, η υστεροσκόπηση δεν περιλαμβάνεται στην υποχρεωτική εκπαίδευση του γυναικολόγου σε πολλές χώρες στην Ευρώπη. Γιά αυτό η ESGE (European Society of Gynaecological Endoscopy) της οποίας ο συγγραφέας αυτού του άρθρου είναι μέλος, έχει βάλει κριτήρια που πρέπει να πληρεί ο γυναικολόγος για να μπορεί να χειρουργήσει ενδοσκοπικά.

Συνοψίζοντας λοιπόν, το υστεροσκόπιο, μπορεί να βοηθήσει στην ακριβή διάγνωση της παθολογίας του ενδομητρίου καθώς επίσης και στην χειρουργική αποκατάσταση της με ασφάλεια, γρήγορα και αποτελεσματικά. Η υστεροσκόπηση, είναι συνήθως πολύ καλά ανεκτή μέθοδος από την ασθενή, ακόμα και αν γίνεται χωρίς αναισθησία, προσφέροντας σωστή διάγνωση, γρήγορη ανάρρωση, μικρή παραμονή στο νοσοκομείο και άρα μείωση του κόστους της επέμβασης .

Facebooktwitterpinterest

Στείλτε τις απορίες σας

Στείλτε τις απορίες σας στο Γιατρό - Συγγραφέα του παραπάνω άρθρου
  • This field is for validation purposes and should be left unchanged.