Η θέση του ιωδίου στην διατροφή μας
Το ιώδιο αποτελεί ένα ιχνοστοιχείο απαραίτητο για την ομαλή λειτουργία του θυρεοειδούς καθώς είναι βασικό συστατικό των θυρεοειδικών ορμονών δηλαδή της θυροξίνης (Τ4) και της τριωδοθυρονίνης (Τ3).
Σύμφωνα με την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας η συνιστώμενη ημερήσια πρόσληψη (ΣΗΠ) ιωδίου είναι η εξής:
- Παιδιά 0-5 ετών: 90μg/ ημέρα
- Παιδιά 6-12 ετών: 120μg/ ημέρα
- Ενήλικες και άτομα >12ετών: 150μg/ ημέρα
- Έγκυες γυναίκες: 250μg/ ημέρα
- Θηλάζουσες γυναίκες: 250μg/ ημέρα
Τροφές πλούσιες σε ιώδιο είναι τα ψάρια, το γάλα και τα υπόλοιπα γαλακτοκομικά προϊόντα και τα αυγά. Ενδεικτικά, ένα ποτήρι γάλα (250ml) περιέχει κατά μέσο όρο 85μg ιωδίου και μία μερίδα βακαλάου (120g) περίπου 190μg. Στην χώρα μας με την εφαρμογή της ιωδίωσης του άλατος από 60ετίας τουλάχιστον, η συνηθισμένη δίαιτα περιέχει ικανοποιητική ποσότητα ιωδίου για να καλύπτει την συνιστώμενη ημερήσια πρόσληψη οπότε δεν συνιστάται η συμπληρωματική χορήγηση ιωδίου εκτός ειδικών περιπτώσεων (για παράδειγμα ολική χορτοφαγική δίαιτα).
Συμπληρωματική χορήγηση ιωδίου συνιστάται πολλές φορές στην περίοδο πριν από την σύλληψη (ένα τρίμηνο πριν), στην εγκυμοσύνη και στην περίοδο της γαλουχίας οπότε συνιστάται η λήψη πολυβιταμινούχου σκευάσματος από την γυναίκα που να περιέχει 150μg ιωδίου ημερησίως με την μορφή ιωδιούχου καλίου.
Στις ημέρες μας υπάρχει όμως και ο κίνδυνος υπερβολικής πρόσληψης ιωδίου είτε διαιτητικά είτε κυρίως μέσω συμπληρωμάτων.Η πρόσληψη ποσότητας ιωδίου άνω των 1100μg /ημέρα πρέπει να αποφεύγεται γιατί μπορεί να προκαλέσει προβλήματα υγείας.
Οι καταναλωτές θα πρέπει να γνωρίζουν πως πολλά συμπληρώματα ιωδίου, ιωδιούχου καλίου και φυκιών περιέχουν ιώδιο σε ποσότητες ακόμα και εκατονταπλάσιες μεγαλύτερες της συνιστώμενης ημερήσιας ποσότητας.
Η οδηγία είναι πως θα πρέπει να αποφεύγονται ιωδιούχα σκευάσματα και σκευάσματα από φύκια που περιέχουν ιώδιο σε περίσσεια άνω των 500μ g ημερησίως, ειδικά σε παιδιά, εφήβους και κατά την κύηση και λοχεία .
Παράλληλα διάφορες επιδημιολογικές μελέτες έχουν δείξει ότι η χορήγηση ιωδίου ως συμπλήρωμα αυξάνει την επίπτωση αυτοάνοσης θυρεοειδικής νόσου, είτε υπό μορφή κλινικού ή υποκλινικού υποθυρεοειδισμού είτε υπό μορφή υπερθυρεοειδισμού.
Όσον αφορά τους ασθενείς με παθήσεις θυρεοειδούς, η υπερβολική πρόσληψη ιωδίου θα πρέπει να αποτρέπεται ειδικά στους ασθενείς με υπερθυρεοειδισμό (δηλαδή υπερλειτουργία του θυρεοειδούς πχ νόσος Grave’s).
Οι ασθενείς με υπερθυρεοειδισμό συνιστάται να ακολουθούν μία κανονική δίαιτα αλλά να αποφεύγουν φύκια ή σκευάσματα με εκχυλίσματα φυκιών.
Για τους ασθενείς με υποθυρεοειδισμό που λαμβάνουν αγωγή υποκατάστασης με θυροξίνη, δεν έχει νόημα και θα πρέπει να αποφεύγεται η συμπληρωματική χορήγηση ιωδίου (πλην ειδικών, σπάνιων περιπτώσεων).
Για τις κατηγορίες ασθενών που πρόκειται να λάβουν θεραπεία με ραδιενεργό ιώδιο είτε για αντιμετώπιση καρκίνου του θυρεοειδούς ή υπερθυρεοειδισμού συνιστάται για βραχύ χρονικό διάστημα δίαιτα φτωχή σε ιώδιο σύμφωνα με τις οδηγίες του θεράποντος ιατρού. Αυτό γίνεται γιατί η διαιτητική πρόσληψη ιωδίου θα εμποδίσει την πρόσληψη του ραδιενεργού ιωδίου και θα ελαττώσει την αποτελεσματικότητα του.