Η Ηπατίτιδα Δέλτα (HDV)
Η Ηπατίτιδα Δέλτα (HDV) αποτελεί μια σοβαρή μορφή χρόνιας ηπατοπάθειας, η οποία απαιτεί πάντοτε τη συνύπαρξη του ιού της ηπατίτιδας Β. Ο ιός της ηπατίτιδας δέλτα είναι ένας μικρός σε μέγεθος ελλειμματικός ιός RNA. Είναι το μοναδικό μέλος της οικογένειας Deltavirus.
Αυτός ο ιός απαιτεί την παρουσία και τη συμμετοχή του ιού της ηπατίτιδας Β, τόσο για τη συναρμολόγησή του και τη σύνδεσή του με τα ηπατοκύτταρα, όσο και για τη μετάδοσή του, καθώς το ιικό σωματίδιό του περιβάλλεται από το αντιγόνο HbsAg (αντιγόνο επιφανείας) του ιού της ηπατίτιδας Β.
Ένα χαρακτηριστικό αρκετά ιδιαίτερο του ιού είναι ότι σε αντίθεση με άλλους ιούς RNA, δεν έχει δική του RNA πολυμεράση, αλλά χρησιμοποιεί αυτήν του ξενιστή.
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Μεταδίδεται μόνο σε άτομα, τα οποία έχουν ταυτόχρονα λοίμωξη με τον ιό της ηπατίτιδας Β (HBV). Συνεπώς, άτομα τα οποία έχουν ανοσία στον ιό της ηπατίτιδας Β (anti-Hbs>10 διεθνής μονάδες), δεν παρουσιάζουν ευπάθεια στον ιό της ηπατίτιδας δέλτα.
Η μετάδοση πραγματοποιείται με παρόμοιο τρόπο με αυτόν της ηπατίτιδας Β, κυρίως παρεντερικά, ωστόσο ο ιός της ηπατίτιδας δέλτα είναι ιδιαίτερα μολυσματικός.
Έχουν απομονωθεί παγκοσμίως 8 διαφορετικοί γονότυποι, με το γονότυπο 1 να εμφανίζεται κυρίως στην Ευρώπη.
ΚΛΙΝΙΚΗ ΕΙΚΟΝΑ
Η οξεία συλλοίμωξη ηπατίτιδας Β-ηπατίτιδας Δ κυμαίνεται από ήπια έως σοβαρή ή ακόμα και κεραυνοβόλο ηπατίτιδα, με διαταραχή της ηπατικής βιοχημείας και των ηπατικών δεικτών.
Στη χρόνια μορφή της, η ηπατίτιδα δέλτα μπορεί να οδηγήσει, σε μεγαλύτερο βαθμό, σε σχέση με την χρόνια ηπατίτιδα Β σε σοβαρή ηπατική νόσο και επιταχυνόμενη εξέλιξη σε κίρρωση και ανάπτυξη ηπατοκυτταρικού καρκίνου (ΗΚΚ).
ΔΙΑΓΝΩΣΗ
Χρησιμοποιούνται τα αντισώματα IgG και ΙgM έναντι του HDAg. Επίσης, γίνεται προσδιορισμός του HDV-RNA του ιού, μέσω PCR, το οποίο αποτελεί τη μόνη ειδική, αλλά και ευαίσθητη μέθοδο για τη διάγνωση της ενεργού νόσου και συμβάλλει τα μέγιστα στην αξιολόγηση του ιού τόσο στη έναρξη, όσο και κατά τη διάρκεια της θεραπείας. Καθώς, η ηπατίτιδα δέλτα σχετίζεται άμεσα με ταυτόχρονη λοίμωξη με τον ιό της ηπατίτιδας Β, χρειάζεται και εκτενής έλεγχος δεικτών ηπατίτιδας Β.
ΘΕΡΑΠΕΙΑ
Στη παρούσα φάση, ο θεραπευτικός χειρισμός περιλαμβάνει τη χρήση της πεγκυλιωμένης ιντερφερόνης άλφα 2a (PegIFNα-2a) για διάστημα τουλάχιστον 48 εβδομάδων σε ασθενείς με χρόνια ηπατίτιδα δέλτα και αντιρροπούμενη ηπατική νόσο. Το θεραπευτικό «screening» μπορεί να πραγματοποιηθεί με τη μέτρηση του HDV-RNA, αλλά και των επιπέδων του HBsAg, τις εβδομάδες 12 και 24 του κύκλου θεραπείας. Ωστόσο, αυτή η θεραπεία δε συνιστάται σε ασθενείς με ρήξη της αντιρρόπησης. Σε αυτούς τους ασθενείς εκτιμάται η επιλογή της ηπατικής μεταμόσχευσης.
Παράλληλα, θεραπεία με νουκλεοσ(τ)ιδικά ανάλογα (συλλοίμωξη βήτα-δέλτα) συστήνεται μόνο σε ασθενείς με HBV-DNA σταθερά πάνω από 2000 IU/ml και με προχωρημένη ηπατική νόσο, αλλά και σε όλους τους ασθενείς με μη αντιρροπούμενη ηπατική νόσο και HBV-DNA ανιχνεύσιμο.
Τη δεδομένη χρονική περίοδο εξετάζονται, σε διάφορες κλινικές μελέτες, εναλλακτικές νέες θεραπείες.
Πηγές
Rizzetto M. Hepatitis D Virus: Introduction and Epidemiology. Cold Spring Harb Perspect Med 2015 Jul 1;5:a021576.
Mentha N, Clément S, Negro F, et al. A review on hepatitis D: From virology to new therapies. J Adv Res. 2019 Mar 29;17:3-15.
Caviglia GP, Rizzetto M. Treatment of hepatitis D: an unmet medical need. Clin Microbiol Infect. 2020 Jul;26:824-827.
EASL