Τεχνητή νοημοσύνη και παιδιά
Όλο και συχνότερα η τεχνητή νοημοσύνη κάνει την εμφάνιση της στην καθημερινότητά μας, καθώς συμβάλλει σημαντικά στον τρόπο που εργαζόμαστε και επικοινωνούμε. Παρά το γεγονός πως μπορεί να συνεισφέρει στην επίλυση διαφόρων ερωτημάτων και προβλημάτων, υπάρχουν αρκετές ανησυχίες στην εφαρμογή της και ιδιαίτερα στη χρήση της από τα παιδιά και τους εφήβους, σύμφωνα με διεθνείς οδηγίες του American Academy of Pediatrics Council on Communications & Media.
Οι γονείς θα πρέπει αφενός να είναι ενήμεροι σχετικά με όλα όσα αφορούν εφαρμογές που σχετίζονται με την τεχνητή νοημοσύνη, αφετέρου να λαμβάνουν υπόψιν τους ζητήματα σχετικά με τη χρήση της μέσα στην οικογένεια.
Η τεχνητή νοημοσύνη, που ως εργαλείο έχει ξεκινήσει να αναπτύσσεται από το 1950, αποτελεί ένα μοντέλο του ανθρώπινου εγκέφαλου ως προς τη συλλογή πληροφοριών, την περιγραφή εικόνων και γενικότερα το συνδυασμό πληροφοριών, με τέτοιο τρόπο που τις ταξινομεί και τις καθιστά άμεσα διαθέσιμες σε εμάς. Οι εφαρμογές της εντοπίζονται σχεδόν παντού πλέον στην καθημερινότητά μας, όπως στην επικοινωνία μας με υπηρεσίες πελατών, στη μετάφραση ειδήσεων, ακόμη και σε προγράμματα αναγνώρισης φωνής και την καταγραφή πληροφοριών.
Η χρήση ωστόσο προγραμμάτων βασισμένα στην τεχνητή νοημοσύνη στην καθημερινότητα των παιδιών, εγείρει αρκετά ερωτηματικά και ανησυχία σχετικά με την επίδρασή της στην ομαλή ανάπτυξή τους. Ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η χρήση της για την υλοποίηση σχολικών εργασιών, δεδομένου ότι το παιδί έχει πρόσβαση σε ένα τεράστιο πλήθος πληροφοριών και εικόνων, σε συνδυασμό με την απόλυτη εξοικείωση που έχουν τα παιδιά με τις οθόνες και τα κινητά τηλέφωνα, όπου και για αυτά υπάρχουν αρκετές ενστάσεις και ενδοιασμοί για τη χρήση τους. Επιπλέον, με προγράμματα που χρησιμοποιούν την τεχνητή νοημοσύνη μπορεί ο μαθητής να ελέγξει τη γραμματική και την ορθογραφία σε μία εργασία και να διορθώσει τυχόν λάθη.
Ακόμη και στην περίπτωση που ένα παιδί δεν χρησιμοποιεί τέτοια προγράμματα, έρχεται σε επαφή με την τεχνητή νοημοσύνη καθώς σε οτιδήποτε κάνει σε έναν υπολογιστή, όπως να «κατεβάσει» ένα αρχείο ή να «φορτώσει» ένα τραγούδι, αφήνει το «ψηφιακό του αποτύπωμα». Επιπρόσθετα, όπως έχουν επισημάνει επιστήμονες υγείας της UNICEF, τα περισσότερα διαδραστικά παιχνίδια και οι διαδικτυακές πλατφόρμες που χρησιμοποιούν τα παιδιά εξαρτώνται από τη λειτουργία της τεχνητής νοημοσύνης.
Παρόλο που η τεχνητή νοημοσύνη εξελίσσεται ραγδαία, χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή στην σχέση που έχουν τα παιδιά με τέτοια προγράμματα. Για παράδειγμα μελέτες δείχνουν πως όταν ένα μικρό παιδί «συνομιλεί» με μία τέτοια εφαρμογή, υποθέτει πως μοιάζει με έναν άνθρωπο, μοιράζεται προσωπικές ιστορίες και αποκαλύπτει λεπτομέρειες, που για κάποιον ενήλικα είναι ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα. Ιδιαίτερα, σε έρευνα σε παιδιά ηλικίας 3-6 ετών, η πλειοψηφία τους πιστεύει πως οι «έξυπνες» συσκευές μπορούν να έχουν σκέψεις, συναισθήματα και δεξιότητες όπως ένας άνθρωπος. Μάλιστα ένα μικρό ποσοστό παιδιών θεωρεί τις συσκευές αυτές ως πραγματικά ανθρώπινες. Τέτοιου είδους αποτελέσματα εγείρουν σημαντικούς ενδοιασμούς ως προς την επίδραση που έχει η τεχνητή νοημοσύνη στην κοινωνικοποίηση των παιδιών και στον τρόπο με τον οποίο αλληλεπιδρούν με τους άλλους.
Ένας άλλος ενδοιασμός για την τεχνητή νοημοσύνη, είναι ο κίνδυνος που ελλοχεύει να αρχίσουν να εμπιστεύονται περισσότερο αυτές τις εφαρμογές, από ότι τον κοινωνικό τους περίγυρο. Άλλη έρευνα έδειξε πράγματι πως τα παιδιά θεωρούν αυτές τις εφαρμογές πολύ πιο αξιόπιστες, κυρίως όταν πρόκειται για απαντήσεις που αφορούν συγκεκριμένα γεγονότα, σε σχέση με τους ανθρώπους. Ιδιαίτερες ανησυχίες προκύπτουν και για τους εφήβους, καθότι η πλειοψηφία τους χρησιμοποιεί προγράμματα βασισμένα στην τεχνητή νοημοσύνη για να δημιουργούν εικόνες και φωτογραφίες που θα μοιραστούν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Σίγουρα η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να αποτελέσει ένα εξαιρετικά χρήσιμο εργαλείο στην εκπαίδευση των μαθητών, προωθώντας τη δημιουργικότητά τους, βελτιώνοντας τις γλωσσικές τους δεξιότητες και εκφράζοντας τις ιδέες και τα συναισθήματά τους μέσω φωτογραφιών, γραφημάτων και άλλων τρόπων έκφρασης. Είναι κρίσιμο ωστόσο οι γονείς να έχουν πλήρη έλεγχο όλων των εφαρμογών που χρησιμοποιούν τα παιδιά, ώστε να αποφευχθούν ενδεχόμενα προβλήματα και πιθανοί κίνδυνοι. Όταν ένα παιδί «εκτίθεται» στην τεχνητή νοημοσύνη έρχεται σε επαφή με προκαταλήψεις, ιδέες και στερεότυπα καθώς οι εφαρμογές αυτές έχουν απόλυτη πρόσβαση στο διαδίκτυο χωρίς ωστόσο να ελέγχεται η αξιοπιστία των πληροφοριών. Οι γονείς θα πρέπει να εξηγήσουν στα παιδιά τι σημαίνει η πληροφορία από μία αξιόπιστη συγκριτικά με μία μη έγκυρη πηγή πληροφόρησης. Σημαντικό επίσης στοιχείο είναι να εκπαιδεύσουν τα παιδιά στο διαμοιρασμό της πληροφορίας, εξηγώντας τους τι σημαίνει ιδιωτικότητα και ποιες πληροφορίες μπορούν να κοινοποιηθούν ή όχι. Για παράδειγμα εντοπίστηκε ένα παιχνίδι το οποίο κατέγραφε τις συζητήσεις μεταξύ παιδιών και γονέων, μεταδίδοντας τις πληροφορίες αυτές σε τρίτους. Καλό θα είναι οι γονείς να ελέγχουν τα διαδραστικά παιχνίδια με τα οποία απασχολούνται τα παιδιά και διαφημίζουν πως μπορούν να «συνομιλούν» μαζί τους. Το παιδί θα πρέπει να μάθει να αποφεύγει να «ανεβάζει» φωτογραφίες του σε προγράμματα που δουλεύουν με την τεχνητή νοημοσύνη, καθώς υπάρχει ο κίνδυνος παραποίησης αυτών των φωτογραφιών και δημιουργίας υλικού ακατάλληλου περιεχομένου. Σημαντικός παράγοντας επιπλέον, είναι και αυτός των διαφημίσεων που προβάλλονται, καθώς με την τεχνητή νοημοσύνη, αυτές γίνονται στοχευμένες βάσει του ιστορικού αναζήτησης του παιδιού.
Καταλήγοντας, οι γονείς συνίσταται να είναι πάντα κοντά κατά τη διάρκεια έκθεσης του παιδιού σε προγράμματα και εφαρμογες βασισμένες στην τεχνητή νοημοσύνη. Δεν συνίσταται η πρόκληση φόβου, ώστε το παιδί να τρομοκρατηθεί γύρω από τη σύγχρονη τεχνολογία. Παράλληλα, οι γονείς καλό είναι να θυμούνται πως το παιδί δεν μπορεί μέσα σε μία συζήτηση να κατανοήσει όλες τις διαφορετικές πτυχές που αφορούν την τεχνητή νοημοσύνη, για το λόγο αυτό θα πρέπει σε τακτά χρονικά διαστήματα να συζητούν θέματα προσωπικών δεδομένων και ασφάλειας στο διαδίκτυο.