Λεμφαγγειίτιδα
Το λεμφαγγειακό (λεμφικό) σύστημα, είναι συμπληρωματικό του κυκλοφορικού (αγγειακού) συστήματος. Διαθέτει δικά του ιδιαίτερα αγγεία, τα λεμφαγγεία. Εξασφαλίζει την σταθερότητα του χώρου μεταξύ των κυττάρων των ιστών (διάμεσος χώρος). Υγρά, πρωτείνες και άλλα μακρομόρια που διαφεύουν από τα τριχοειδή αγγεία του κυκλοφορικού συστήματος (λέμφος), συλλέγονται από μικρά λεμφαγγεία και ακολούθως μέσω μεγαλυτέρων, επαναδιοχετεύονται στην κυκλοφορία του αίματος. Συγκεκριμένα, μεγαλύτερα λεμφαγγεία σχηματίζονται από τη συμβολή μικρών και τριχοειδικών λεμφαγγείων. Τα λεμφαγγεία πορεύονται κατά μήκος των φλεβών. Κατά τη διαδρομή τους αυτή συμβάλουν και με άλλα λεμφαγγεία, σχηματίζοντας ακόμη μεγαλύτερα στελέχη, τα οποία τελικώς συνιστούν δύο τελικά στελέχη, τον μείζονα και ελάσσονα θωρακικό πόρο. Από τους δυο αυτούς πόρους η λέμφος αποχύνεται στις μεγάλες φλέβες στη βάση του τραχήλου.
Το λεμφαγγειακό σύστημα είναι επίσης επιφορτισμένο, για την απορρόφηση του λίπους από το έντερο. Τέλος το εν λόγω σύστημα, συμμετέχει ενεργά στην άμυνα του οργανισμού, αφού μέσω των λεμφαγγείων κατευθύνονται λευκά αιμοσφαίρια και αντιγόνα από τους ιστούς στους λεμφαδένες ή λεμφογάγγλια. Οι λεμφαδένες αποτελούν όργανα σταθμούς – ηθμούς στην πορεία της λέμφου, τα οποία δομούνται από Β και Τ- λεμφοκύτταρα, δηλαδή κύτταρα υπεύθυνα για τις αμυντικές διαδικασίες του οργανισμού, καθώς και μακροφάγα κύτταρα, τα οποία δραστηριοποιούνται στην φαγοκυττάρωση και εξουδετέρωση εισβολέων (μικρόβια, ξένα σώματα, κ.λ.π.).
Ο όρος λεμφαγγειϊτιδα αναφέρεται σε μία οξεία φλεγμονώδη διεργασία των υποδορίων (υποδερματίων) λεμφαγγείων, η οποία προκαλείται από πληθώρα μικροοργανισμών. Πύλη εισόδου θεωρείται ένα επιφανειακό θλαστικό τραύμα, μια παρωνυχία ή ακόμη και μια μολυσμένη πομφόλυγα. Σπανιότερα αίτια είναι λοιμώξεις μαλακών μορίων.