Προδοσία: Ο χαμένος παράδεισος ή ο δρόμος της αυτονομίας;
Πώς να περιγραφεί η προδοσία; Με λέξεις αιχμηρές, με χρώμα σκοτεινό ή ματωμένο, με μουσική πένθιμη; Σαν ένας ανατέλλων ήλιος, που έδυσε αφύσικα, πριν την ώρα του;
Για κάποιους, η προδοσία σημαίνει «νιώθω παρείσακτος, ξένος, ερημωμένος, βιώνω το κενό, αδυνατώ να επιστρέψω στο σημείο εκκίνησης», λέξεις παράξενα διαφορετικές από το ίδιο το ρήμα: Προδίδω σημαίνει δίδω πρόγευση, δίνω κάτι από πριν, αφήνω κάτι να φανεί, πώς έφτασε να σημαίνει αθετώ; Ισως αυτή η διπλή έννοια να είναι και το διπλό μήνυμα της ίδιας της ζωής, καθώς πορεύεται εν μέσω του θανάτου.
Η προδοσία σημαίνει πάντα πτώση. Και η πτώση σημαίνει μια θέση σε κάποιο ύψος, μια θέση που ίσως δεν μας τοποθέτησε κάποιος άλλος αλλά ο ίδιος ο εαυτός μας.
Η προδοσία δεν πάει μόνη της: Υποκρισία, ψευτιά, κοροϊδία,ανεντιμότητα, αδυναμία, μικρότητα, απρέπεια, ευτέλεια, ένας ατέλειωτος κατάλογος με λέξεις επιγραμματικές, εν συντομία περιγράφει τα πέτρινα συναισθήματα, αναγκαίο ανάχωμα σε μια άνευ προηγουμένου βροχή από ματαιωμένες ελπίδες: Σχέση, αμοιβαιότητα, μαζί, ασφάλεια, γαλήνη, βεβαιότητα, γέλιο, χαρά.
Η βροχή από ελπίδες, όσο όξυνη και να αποδειχθεί, διελαύνει τη ζωή μας, κάποτε σε παθητική και καθόλου σπάνια σε ενεργητική φωνή. Προδομένος και προδότης συναντιώνται σε δεμένες μεταξύ τους πράξεις , στην κρυμμένη αμοιβαιότητα, στο αμήχανο ερώτημα για το ποιός έκανε την αρχή αυτής της επαίσχυντης πράξης, ως παραβάτης και πού ακριβώς βρίσκεται η παράβαση. Ερωτήματα που θα πυρπολήσουν σκέψεις, θα ανακαλέσουν αναμνήσεις, που θα επιβεβαιώσουν την παραπλάνηση του εαυτού από τον άλλο.
Η προδοσία μας καταδιώκει στη ζωή μας, είναι μια από τις κυρίαρχες δοκιμασίες του πόνου, η αίσθηση ότι κάποιος μας πρόδωσε, δεν ανταποκρίθηκε στις υποσχέσεις του, δεν τήρησε τις συμφωνίες μας, δεν σεβάστηκε το περιεχόμενο της σχέσης μας. Είναι τέλος πάντων ο μόνος και αποκλειστικός παραβάτης, πολλές φορές ερήμην της επίγνωσής του.
Η προδοσία δείχνει να είναι αποτέλεσμα της φαντασίας, αυτής που υπόσχεται με ένα κλειστό κύκλωμα αναπαραγωγής ότι ποτέ δεν θα προδοθούμε, ποτέ δεν θα προδώσουμε, μιας φαντασίας που αγνοεί τα αρχέτυπα, από τον συμβολικό μύθο για την προδοσία και την πτώση των πρωτόπλαστων μέχρι τη σύγχρονη και προδοτική αμοιβαιότητα ανάμεσα στη μάνα και το παιδί της: Αυτή ελπίζει το παιδί να εκπληρώσει τις προσδοκίες της κι αυτό ελπίζει η μάνα του να μην του φορτώνει τις δικές της επιθυμίες.
Πόσο, όμως ο προδομένος επιζητεί την προδοσία του ; Πόσο ωθείται από δικές του διεργασίες να προδοθεί για να απαλλαγεί από το βάρος των προσδοκιών του άλλου;
Ποιές κοινές και άγνωστες δυνάμεις οδηγούν στον προδοτικό ρόλο του Ιούδα ή του άσωτου, ως αναγκαία συνθήκη του προδομένου να κατακτήσει την αυτονομία του, να βρεθεί σε ένα άλλο, κοινό σημείο μιας πιο αυθεντικής, θαρραλέας και υπεύθυνης σχέσης, εκεί που δεν θα υπάρχει τόπος για προδοσία; Ισως η προδοσία να γεννιέται όταν αναζητούμε την τροχιά κάποιου άλλου , για να μας θέσει σε κίνηση, τίμημα της εξάρτησής μας από αυτόν. Και τί σημαίνει, άραγε, «προδόθηκα από τα λόγια μου, με πρόδωσαν οι δυνάμεις μου ή οι κινήσεις μου» παρά την προσδοκία ότι όλοι, ακόμα και το σώμα μου, υπηρετούν σχέδια της φαντασίας μου;
Η ζωή δεν έχει ποτέ υποσχεθεί πορεία με πιστοποιημένα δικαιώματα, χωρίς εμπόδια και χωρισμούς, χωρίς ανθρώπους που θα ανακόψουν τις ευχάριστες αισθήσεις μας. Αντίθετα, η αναζήτηση της αυτόνομης συνύπαρξης σημαίνει συνύπαρξη των αντιθέτων, πλούσια ζωή, πλούσιες σχέσεις.Και, καθώς οι σχέσεις αυξάνονται στη ζωή μας, ίσως η προδοσία να είναι το τίμημα να ανατείλει ο προσωπικός μας ήλιος, ο χώρος του εαυτού. Γιατί δεν μπορεί να προδοθεί ο ανεξάρτητος.