Η κάμψη του πέους και το μήκος

Η κάμψη του πέους και το μήκος Facebooktwitterpinterest


Η νόσος του Peyronie
είναι μια επίκτητη καλοήθης κατάσταση, χωρίς γνωστές συστηματικές επιπλοκές με την παρουσία συμπτωμάτων που περιλαμβάνουν την παρουσία μιας πλάκας στο σώμα του πέους ή σκλήρυνσης του πέους, κάμψη του πέους ή παραμόρφωσή του κατά τη διάρκεια της στύσης (συχνά μαζί με στροφή), μείωση του μήκους του και στυτική δυσλειτουργία.

Οι συντηρητικές θεραπείες μπορεί να είναι φάρμακα από το στόμα (κολχικίνη, POTABA, βιταμίνη Ε), ενέσιμη στη βλάβη (στεροειδή, βεραπαμίλη, κολλαγενάση, ιντερφερόνες), ή τοπική. Η χειρουργική θεραπεία για τη νόσο του Peyronie θα πρέπει να προορίζεται για τον ασθενή που έχει αποτύχει η συντηρητική θεραπεία και του οποίου η κάμψη του πέους και η στυτική δυσλειτουργία δυσχεραίνει τη συνουσία. Ανεξάρτητα από τη χειρουργική επέμβαση, ο ασθενής θα πρέπει να έχει επίγνωση των εγγενών κινδύνων της χειρουργικής επέμβασης. Η παρουσία ΣΔ (στυτικής δυσλειτουργίας), εκτιμάται ότι θα είναι παρούσα στο 30% των περιπτώσεων και  διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στην πορεία της νόσου. Οι παράγοντες που συμβάλλουν στην ΣΔ στη νόσο του Peyronie είναι η σοβαρή δυσμορφία του πέους που κάνει δύσκολη τη σεξουαλική επαφή και την είσοδο στον κόλπο, η χαλαρή στύση, η διαταραχή της αγγειακής λειτουργίας του πέους και η ψυχολογική δυσφορία ή το άγχος κατά τη στύση λόγω της εμφάνισης του πέους.

Χειρουργική θεραπεία

Ο στόχος της χειρουργικής θεραπείας είναι απλά να γίνουν και οι 2 πλευρές του πέους ίσες σε μέγεθος είτε με την επιμήκυνση της κοντύτερης πλευράς ή της μείωσης της μακρύτερης πλευράς. Όταν γίνεται προσπάθεια επιμήκυνσης είναι απαραίτητη η χρήση κάποιου είδους μοσχεύματος, αυτόλογου ή συνθετικου, ενώ για να μικρύνει η μακρύτερη πλευρά αυτό γινεται με ειδικές τεχνικές πτύχωσης του ινώδους χιτώνα. Όταν συνυπάρχει και ΣΔ με τη νόσο του Peyronie, μια επιλογή είναι η ταυτόχρονη τοποθέτηση πεικής πρόθεσης, η οποία θα ισιώσει το πέος και επιτυγχάνεται και στύση.

Τεχνικές πτύχωσης εκτελούνται στην κυρτή πλευρά του πέους, απέναντι από τη θέση της μεγαλύτερης παραμόρφωσης. Περιγράφηκε αρχικά απο τον Nesbit σε ασθενείς με συγγενείς παραμορφώσεις του πέους. Οι Pryor και Fitzpatrick εφάρμοσαν για πρώτη φορά την τεχνική σε ασθενείς με τη νόσο του Peyronie το 1979. Σε μια επισκόπηση από 359 εργασίες σε βάθος 15-ετών, το 82% των περιπτώσεων ήταν επιτυχείς, με τους άνδρες να επιτυγχάνουν διύσδηση στον κόλπο. Οι άνδρες οι οποίοι είναι καλοί υποψήφιοι για πτύχωση είναι οι ασθενείς με καλή στυτική λειτουργία και επαρκή μήκος, χωρίς κάποια άλλη παραμόρφωση του πέους.

Αρκετές τροποποιήσεις της Nesbit πτύχωσης έχουν περιγραφεί, συμπεριλαμβανομένης της Yachia. Αυτή η τεχνική μπορεί να βασίζεται σε μια μεγάλη τομή ή αρκετές μικρότερες. Τα επιτυχή αποτελέσματα της τεχνικής αυτής κυμαίνονται από 80% έως 95%, και οι επιπλοκές είναι παρόμοιες με εκείνες της Nesbit. Μια πρόσφατη μελέτη από τους Gholami και Lue σε 124 ασθενείς που υποβλήθηκαν σε απλή πτύχωση χωρίς εκτομή ιστού και παρακολουθήθηκαν για μέσο όρο 2,6 χρόνια, έδειξε ικανοποίηση των ασθενών σε ποσοστό που έφτανε το 96%.

Τεχνικές με τη χρήση μοσχεύματος. Το βασικό μειονέκτημα των τεχνικών πτύχωσης είναι ότι δεν είναι επαρκείς στο να διορθώνουν σοβαρές κάμψεις, χωρίς να προκαλούν ταυτόχρονα σημαντική μείωση του μήκους του πέους. Επιπλέον, ορισμένες κλινικές καταστάσεις, όπως μια περιμετρική πλάκα που προκαλεί παραμόρφωση τύπου κλεψύδρας (hourglass deformity), δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με πτύχωση. Οι τεχνικές με τη χρήση μοσχεύματος θεωρόυνται οι ιδανικές για την αποκατάσταση του ελλέιματος χιτώνα που δημιουργείται απο την επιμήκυνση της κοντύτερης πλευρας, σε πιο δύσκολες περιπτώσεις. Οι Devine και Horton περιέγραψαν την πρώτη επιτυχημένη αποκατάσταση της κάμψης λόγω Peyronie χρησιμοποιώντας μοσχεύματα δέρματος (αυτόλολγο μόσχευμα). Η μακροχρόνια παρακολούθηση των ασθενών όπου έχει χρησιμοποιηθεί αυτόλογο μόσχευμα έχει δείξει χαμηλό βαθμό ικανοποίησης των ασθενών. Το επόμενο ερώτημα που τέθηκε ήταν αν ήταν απαραίτητη ή όχι η εκτομή της πλάκας που προκαλεί την κάμψη ή απλά η διατομή της. Μια μελέτη 418 ανδρών έδειξε ότι στο 17% απαιτείται περαιτέρω χειρουργική επέμβαση για την επίμονη καμπυλότητα και ότι το 20% των ασθενών είχαν σημαντική στυτική δυσλειτουργία όταν αφαιρείται η πλάκα. Το 1991, οι Gelbard και Hayden πρότειναν τη διατομή της πλάκας και τη χρήση μοσχεύματος ως μέθοδος για να μειώσουν τις επιπλοκές που σχετίζονται με την αφαίρεση της πλάκας, δηλαδή ΣΔ. Η ΣΔ μετά απο εκτομή της πλάκας πιστεύεται ότι οφείλεται σε βλάβη του υποκείμενου στυτικού ιστού, απώλεια της συνέχειας του νέου μοσχεύματος, και νέα κανάλια φλεβικής διαφυγής.

Η επιλογή της καταλληλότερης θεραπείας θα πρέπει να γίνεται πάντα μετά απο την προσεκτική εξέταση του ασθενή απο τον Ουρολόγο και τη συζήτηση όλων των εναλλακτικών θεραπειών.

Facebooktwitterpinterest

Στείλτε τις απορίες σας

Στείλτε τις απορίες σας στο Γιατρό - Συγγραφέα του παραπάνω άρθρου
  • This field is for validation purposes and should be left unchanged.