Στένωμα Ουρήθρας
Στένωμα Ουρήθρας
Η ουρήθρα είναι ο ελαστικός σωλήνας από τον οποίο βγαίνουν τα ούρα από την κύστη.
Στους άνδρες, η ουρήθρα διέρχεται μέσω του πέους και μεταφέρει το σπέρμα και τα ούρα. Στις γυναίκες έχει μικρότερο μήκος και έχει έξοδο πάνω από το κολπικό άνοιγμα.
Σαν στένωμα ουρήθρας ορίζουμε εκείνη την παθολογική κατάσταση κατά την οποία αναπτύσσεται ουλώδης συνδετικός ιστός στον αυλό (σωλήνα) της ουρήθρας που έχει σαν αποτέλεσμα την δραστική μείωση του εύρους του.
– Κακώσεις και βλάβες στην ουρήθρα από εξωτερικό τραυματισμό (τροχαίο) και από τη χρήση εργαλείων για ιατρικούς σκοπούς (π.χ. καθετηριασμός).
– Λοίμωξη της ουρήθρας (ουρηθρίτιδα) που προκαλείται από σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα.
– Παρατεταμένη παραμονή ουροκαθετήρα.
Στενώματα ουρήθρας (εικόνα ανιούσας ουρηθρογραφίας)
– Μειωμένη ροή ούρων.
– Δυσκολία στην έναρξη της ούρησης
– Ούρηση με διχαλωτή ροή
– Συχνουρία
– Τσούξιμο ή πόνος κατά την ούρηση
Συχνά προκαλούνται λοιμώξεις του προστάτη και των νεφρών λόγω των στενωμάτων της ουρήθρας, αφού είναι σύνηθες να μην αδειάζει εντελώς η κύστη από τα ούρα.
Ουρηθροκυστεογραφία : Είναι μια ειδική ακτινογραφία με την οποία βάζουμε την σφραγίδα της διάγνωσης και επί πλέον έχουμε την ακριβή εντόπιση και το ακριβές μήκος του στενώματος, παράμετροι πολύ σημαντικές για τον σχεδιασμό της αντιμετώπισης.
Ουροροομετρία : Γίνεται μέτρηση της ποσότητας των ούρων ανά δευτερόλεπτο σε μια ειδική συσκευή κατά την διάρκεια της ούρησης και καταγραφή των αποτελεσμάτων.
Ουρηθροκυστεοσκόπηση : Είναι μια ενδοσκοπική εξέταση στην οποία καθίσταται ορατή υπό άμεση όραση η ακριβής θέση και το εύρος του στενώματος.
Εισάγονται στην ουρήθρα ειδικοί καθετήρες (διαστολείς) για να ανοίξουν το στένωμα. Η διαδικασία αυτή πρέπει να γίνεται σε τακτά χρονικά διαστήματα για την αποφυγή υποτροπής.
Δεν αποτελεί λύση του προβλήματος, ιδίως για νεαρά άτομα, διότι συχνά το στένωμα υποτροπιάζει.
Ίσως προσφέρει και έχει θέση σε ηλικιωμένα άτομα που δεν μπορούν να υποβληθούν σε μια πιο επιθετική λύση του προβλήματος.
Είναι μια ενδοσκοπική μέθοδος κατά την οποία μέσω ενός ειδικού εργαλείου (οπτικός ουρηθροτόμος) κόβεται και διανοίγεται η ουλή, αυξάνοντας έτσι τη διάμετρο της στενωμένης ουρήθρας. Συνήθως εφαρμόζεται στις περιπτώσεις που το μήκος του στενώματος δεν ξεπερνά τα 2 εκ. Και αυτή η μέθοδος παρουσιάζει πιθανότητα υποτροπής, που αυξάνει στη δεύτερη ή τρίτη προσπάθεια. Αυτό που επικρατεί διεθνώς είναι να δοκιμάσει κανείς να αντιμετωπίσει το πρόβλημα με ουρηθροτομή άπαξ και αν το στένωμα υποτροπιάσει να προχωρήσει σε μια μόνιμη λύση.
Ουρηθροπλαστική
Η μέθοδος που μπορεί να αποφέρει οριστική θεραπεία είναι η ουρηθροπλαστική. Προτιμάται η εκτομή του στενώματος και η τελικο-τελική αναστομωτική ουρηθροπλαστική, η οποία δίδει ποσοστά ίασης που ξεπερνούν το 90%. Αν το στένωμα έχει μεγαλύτερο μήκος προτιμάται η αυξητική ουρηθροπλαστική, συνήθως με στοματικό βλεννογόνο με εξίσου καλά αποτελέσματα.