Η αξονική στεφανιογραφία βρέθηκε να έχει μεγαλύτερη προγνωστική αξία από τη δοκιμασία κόπωσης
Κατά τη διαχείριση των ασθενών με υποψία στεφανιαίας νόσου, η προγνωστική διαστρωμάτωση διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο, πάνω και πέρα από την απλή διάγνωση των στενώσεων των στεφανιαίων αγγείων. Μέχρι πριν λίγα χρόνια, η διάγνωση και η προγνωστική αξιολόγηση των ασθενών με υποψία στεφανιαίας νόσου γινόταν μόνο με λειτουργική δοκιμασία κόπωσης στην πλειοψηφία των ασθενών. Σήμερα, η δοκιμασία κόπωσης εξακολουθεί να θεωρείται ως πρώτης γραμμής λειτουργική εξέταση σε ασθενείς με πόνο στο στήθος, και είναι το πιο ευρέως χρησιμοποιούμενο τεστ στην κλινική πρακτική CAD για την αξιολόγηση της στεφανιαίας νόσου και για τον καθορισμό της πρόγνωσης των ασθενών. Ωστόσο, η προγνωστική αξία της δοκιμασίας κόπωσης αμφισβητείται από την αδυναμία της να αντικατοπτρίσει τον αντίκτυπο της αθηρωματικής πλάκας που δεν επηρεάζει τη στεφανιαία ροή στην τελική πρόγνωση
Σύμφωνα με μια μελέτη δημοσιεύθηκε στις 10 Ιουνίου 2013 στο περιοδικό JACC: Cardiovascular Imaging , η στεφανιαία αγγειογραφία με αξονική τομογραφία μπορεί να έχει μεγαλύτερη προγνωστική αξία από τη δοκιμασία κόπωσης σε ασθενείς με υποψία στεφανιαίας νόσου, ιδιαίτερα σε άτομα με χαμηλή ή μέτρια πιθανότητα της νόσου.
Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Μιλάνου, στην Ιταλία, μελέτησαν 681 ασθενείς με άτυπη ή τυπική στηθάγχη και χωρίς ιστορικό στεφανιαίας που υποβλήθηκαν σε αξονική στεφανιογραφία και δοκιμασία κόπωσης.
Τα αποτελέσματα έδειξαν σε μονοπαραγοντική ανάλυση, ότι αν και οι δύο μέθοδοι ήταν προγνωστικοί παράγοντες όλων των καρδιακών συμβαμάτων, που ορίζονται ως μη θανατηφόρο έμφραγμα του μυοκαρδίου, καρδιακό θάνατο, και επαναγγείωση, η αναλογία κινδύνου [HR] για τη δοκιμασία κόπωσης ήταν 2,09 (hazard ratio [HR]: 2.09, 95% confidence interval [CI]: 1.5 to 2.8; p < 0.0001). Αντίθετα η αναλογία κινδύνου για την αξονική στεφανιογραφία ήταν 10 φορές μεγαλύτερη (HR: 21.1, 95% CI: 14.6 to 30.5; p < 0.0001). Τα αντίστοιχα ποσοστά για την πρόβλεψη ισχυρών καρδιακών συμβάντων , που ορίζονται ως όλα τα καρδιακά επεισόδια εκτός επαναγγείωσης, ήταν HR: 1.9, 95% CI: 1.1 to 3.2; p = 0.02 and HR: 6.8, 95% CI: 3.9 to 11.0; p < 0.0001, αντίστοιχα.
Η πολυπαραγοντική ανάλυση των αποτελεσμάτων έδειξε ότι ο μόνο ανεξάρτητος προγνωστικός δείκτης του συνόλου των καρδιακών επεισοδίων καθώς και των ισχυρών καρδιακών συμβαμάτων ήταν η παρουσία στένωσης ? 50% στα στεφανιαία αγγεία , όπως φάνηκε στην αξονική στεφανιογραφία. Επιπλέον, τα θετικά ευρήματα στην αξονική στεφανιογραφία καθόριζαν μικρότερο χρόνο επιβίωσης ελεύθερων συμβαμάτων, ανεξάρτητα από την παρουσία ισχαιμίας στη δοκιμασία κόπωσης.
Οι ερευνητές τονίζουν ότι τα αποτελέσματα της μελέτης τους δείχνουν ότι οι ασθενείς με υποψία στεφανιαίας νόσου μπορούν να χωριστούν σε 3 ομάδες, με διαφορετικές στρατηγικές διαχείρισης και παρακολούθησης :
1) σε ασθενείς με φυσιολογικά στεφανιαία ανατομία στους οποίους δεν απαιτείται βραχυπρόθεσμα ή μεσοπρόθεσμα παρακολούθηση
2) ασθενείς με αθηροσκλήρωση χωρίς περιορισμό στη στεφανιαία ροή στους οποίους απαιτείται η φαρμακευτική αγωγή, η επιθετική τροποποίηση των παραγόντων κινδύνου, καθώς η ενδιάμεση παρακολούθηση με συχνές δοκιμασίες κόπωσης.
3) ασθενείς με στενώσεις που προκαλούν περιορισμό της ροής και στους οποίους περαιτέρω είναι ιδιαίτερα σκόπιμη η βραχυπρόθεσμη αξιολόγηση με λειτουργική δοκιμασία κόπωσης προσομοίωσης για να αξιολογηθεί η ανάγκη και να επιλεγεί η μορφή επαναγγείωσης του μυοκαρδίου.
Ωστόσο, η προτεινόμενη κλινική στρατηγική θα πρέπει να αξιολογηθεί στο πλαίσιο μιας ειδικής πολυκεντρικής μελέτης.
Οι συγγραφείς προτείνουν ότι η αξιολόγηση της στεφανιαίας ανατομίας με την αξονική στεφανιογραφία μπορεί να δείξει μια υψηλότερη προγνωστική αξία σε σχέση με τη δοκιμασία κόπωσης σε ασθενείς με υποψία στεφανιαίας νόσου και χαμηλή ή μέτρια πιθανότητα της νόσου.
Η αξονική στεφανιογραφία μπορεί να είναι ένα καλύτερο διαγνωστικό εργαλείο και να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στον καθορισμό της πρόγνωσης με ένα πρωτόκολλο συνδυασμένης ανατομικής και λειτουργικής αξιολόγησης.