Τεστ Παπ και Thin Prep
Tι είναι το τεστ Παπ;
Το τεστ Παπανικολάου είναι μία εξέταση, κατά την οποία εξετάζονται κύτταρα του τραχήλου της μήτρας (κυτταρολογικό επίχρισμα) για να διαπιστωθούν τυχόν αλλαγές που δεν οφείλονται σε ορμονικές αλλαγές ή στην ηλικία. Η επιστήμη αλλά και ολόκληρος ο κόσμος οφείλει την ανακάλυψη του τεστ Παπ η αλλιώς τεστ Παπανικολάου στον Γεώργιο Παπανικολάου, τον Έλληνα γιατρό και βιολόγο που κατά τη διάρκεια των επιστημονικών του ερευνών ανακάλυψε την πρωτότυπη για την εποχή μέθοδο των επιχρισμάτων.
Είναι απαραίτητο να γίνεται;
Η πρόληψη του καρκίνου του τραχήλου είναι σωτήρια για τη γυναίκα. Ο καρκίνος του τραχήλου της μήτρας αποτελεί τον δεύτερο σε συχνότητα καρκίνο στον γυναικείο πληθυσμό. Ωστόσο, μπορεί να διαγνωστεί έγκαιρα με το τεστ που δείχνει εάν υπάρχουν ύποπτες αλλοιώσεις των κυττάρων οι οποίες μπορεί να εξελιχθούν σε καρκίνο του τραχήλου της μήτρας. Σε γυναίκες που δεν ελέγχονται τακτικά με τεστ Παπανικολάου, ο καρκίνος του τραχήλου της μήτρας μπορεί να αναπτύσσεται δίχως να γίνει αντιληπτός καθώς δεν ακολουθείται από συμπτώματα. Όταν τα συμπτώματα εμφανιστούν, η νόσος θα βρίσκεται ήδη σε προχωρημένο στάδιο. Με το τεστ Παπ μπορούν επίσης να ανιχνευτούν ορισμένα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, λοιμώξεις όπως κολπίτιδες, τραχηλίτιδες ενώ ελέγχεται η ορμονική λειτουργία όπως και η χορήγηση ορμονικών σκευασμάτων μέσω της επίδρασης τους στη μορφολογία των κυττάρων που εξετάζονται.
Ποιες είναι οι γυναίκες οι οποίες οφείλουν να υποβάλλονται σε εξέταση;
Η λήψη τεστ πρέπει να αρχίζει από τη ηλικία των 20 ετών και μετά (ανεξάρτητα με την ηλικία έναρξης των σεξουαλικών επαφών) σε ενεργές σεξουαλικά γυναίκες και μέχρι την ηλικία των 65 ετών. Σε γυναίκες 65 ετών ή μεγαλύτερες, που είχαν 3 πρόσφατα τεστ χωρίς παθολογία και κανένα παθολογικό τεστ εντός της τελευταίας δεκαετίας, μπορεί να σταματήσει ο έλεγχος με τεστ Παπ. Πρέπει να τονίζεται στις γυναίκες αυτές, ότι αυτό δεν σημαίνει, ότι δεν πρέπει να ελέγχονται κάθε χρόνο για πρόληψη των καρκίνων των ωοθηκών, του ενδομητρίου, του αιδοίου και κυρίως του μαστού.
Χρειάζεται κάποια προετοιμασία;
Όχι, απλά η γυναίκα πρέπει να φροντίζει να είναι εκτός περιόδου. Ιδανική περίοδος για τη λήψη είναι η 1η εβδομάδα μετά το τέλος της περιόδου δηλαδή περίπου στα μισά του κύκλου. Να τονίσουμε ότι το τεστ Παπανικολάου δεν επιβάλλεται να γίνει στη μέση του κύκλου, αλλά όταν γίνεται πρέπει να ενημερώνετε σε ποια ημέρα του κύκλου σας είστε (δηλαδή πότε ήταν η τελευταία σας περίοδος), δεδομένου ότι τα κύτταρα στον τράχηλο της μήτρας υφίστανται διαφοροποιήσεις εξαιτίας των φυσιολογικών ορμονικών αλλαγών μέσα στο μήνα, οι οποίες λαμβάνονται υπόψη κατά την αξιολόγηση του δείγματος. Για να διασφαλιστούν τα πιο ακριβή αποτελέσματα πρέπει να αποφεύγεται η σεξουαλική επαφή, η χρήση ταμπόν, τα σπερματοκτόνα και οι ενδοκολπικές αλοιφές ή ενδοκολπικά υπόθετα για 48 ώρες πριν τη λήψη.
Πώς γίνεται η λήψη;
Η γυναίκα ξαπλώνει στη γυναικολογική καρέκλα όπως για τη συνηθισμένη γυναικολογική εξέταση, με τη βοήθεια ενός κολποδιαστολέα γίνεται επισκόπηση του κόλπου και του τραχήλου και στη συνέχεια με μια μικρή σπάτουλα και με ένα μαλακό βουρτσάκι λαμβάνεται δείγμα κυττάρων από τον κόλπο και από τον τράχηλο (τόσο τον εξωτράχηλο όσο και τον ενδοτράχηλο). Τα δείγματα στρώνονται σε μικρά γυάλινα πλακάκια, μονιμοποιούνται και μετά από μια μικρή επεξεργασία, εξετάζονται σε δεύτερο χρόνο από κυτταρολόγους στο μικροσκόπιο.
Πονάει η εξέταση;
Το τεστ Παπ δεν πονάει. Οι περισσότερες γυναίκες δεν νιώθουν καμία ενόχληση και δεν καταλαβαίνουν πραγματικά τίποτα. Κάποιες φορές ίσως αισθανθεί η γυναίκα μία μικρή ενόχληση, που διαρκεί δευτερόλεπτα, κάτι που εξαρτάται και από τον τρόπο της λήψης. Είναι απόλυτα φυσιολογικό να παρατηρηθεί μετά τη λήψη, κάποιες φορές σε κάποιες γυναίκες, λίγο αίμα, ροζ ή ανοιχτού κόκκινου χρώματος, το οποίο όμως θα σταματήσει μετά από μερικές ώρες.
Τι προκαλεί τις αλλοιώσεις των κυττάρων που ανιχνεύονται στο τεστ Παπ;
Οι ιοί των ανθρώπινων θηλωμάτων HPV προκαλούν την πλειονότητα των αλλοιώσεων στα κύτταρα του τραχήλου. Η μόλυνση από τον ιό HPV είναι πολύ συνήθης και προσβάλλει γυναίκες και άνδρες. Κατά γενικό κανόνα ο ιός μεταδίδεται με την ερωτική επαφή. Οι συνήθεις στόχοι των HPV είναι το δέρμα και οι βλεννογόνοι του κατώτερου γεννητικού συστήματος, της περιοχής του πρωκτού και του στοματοφάρυγγα. Οι HPV μεταδίδονται με την τριβή του δέρματος και των βλεννογόνων. Όταν υπάρχει έντονη τριβή δημιουργούνται μικρές αμυχές από τις οποίες εισέρχεται ο ιός και μολύνει τη βασική στιβάδα του επιθηλίου. Μέχρι τώρα έχουν εντοπιστεί περισσότεροι από 100 τύποι του ιού. Ορισμένα στελέχη ονομάζονται χαμηλού κινδύνου και προκαλούν τα οξυτενή κονδυλώματα τα οποία παρατηρούμε κυρίως στα εξωτερικά γεννητικά όργανα. Τα στελέχη υψηλού κινδύνου προκαλούν μη ορατές επίπεδες αλλοιώσεις του τραχήλου, που εξελίσσονται στις προκαρκινικές δυσπλασίες και στον καρκίνο.
Χρειάζεται άλλη εξέταση;
Το τεστ Παπ είναι μια εξέταση ρουτίνας για μαζικό έλεγχο (screening) του γυναικείου πληθυσμού. Χρησιμεύει μόνο για την πρόληψη του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας. Δεν είναι αξιόπιστο για την ανίχνευση άλλων γυναικολογικών καρκίνων (ενδομητρίου, ωοθηκών, κόλπου, αιδοίου). Για την πρόληψη του συνόλου των γυναικολογικών καρκίνων ο γυναικολόγος θα καθορίσει, ανάλογα με την περίπτωση, εάν χρειάζονται συμπληρωματικές εξετάσεις και ποιες (υπερηχογράφημα έσω γεννητικών οργάνων, βιοψία ενδομητρίου, μαστογραφία, υπερηχογράφημα μαστών, καρκινικοί δείκτες κ.ά.). Με το τεστ Παπ έχουμε ενδείξεις για πιθανό πρόβλημα, όχι όμως σίγουρη και τελική διάγνωση. Σε περίπτωση παθολογικού αποτελέσματος στο τεστ παπ ο γυναικολόγος και πάλι θα προσδιορίσει τι χρειάζεται να γίνει στη συνέχεια (κολποσκόπηση, βιοψία, HPV-DNA τεστ, κ.ά.) ώστε να αποδειχθεί η πιθανή παθολογική κατάσταση και να αντιμετωπιστεί σωστά.
Κάθε πότε πρέπει να γίνεται η εξέταση;
Τουλάχιστον μία φορά τον χρόνο και με την προϋπόθεση ότι είναι φυσιολογικό. Σε γυναίκες που δεν ελέγχονται τακτικά με τεστ Παπανικολάου, ο καρκίνος του τραχήλου της μήτρας μπορεί να αναπτύσσεται χωρίς να έχουν ανιχνευθεί προκαρκινικές αλλοιώσεις. Να αναφερθεί ότι τα ποσοστά των ψευδώς αρνητικών τεστ κυμαίνονται από 30% έως 40%. Όμως, εάν η γυναίκα υποβάλλεται σε τακτικούς ελέγχους, ο κίνδυνος να ξεφύγει κάποια σοβαρή αλλοίωση ελαχιστοποιείται, αφού η καρκινογένεση στον τράχηλο της μήτρας είναι χρονοβόρα διαδικασία και εάν δεν φανεί κάτι σε ένα τεστ, θα φανεί στο επόμενο.
THIN PREP
Tο Thin Prep είναι η πρώτη πραγματική βελτίωση του κλασσικού Τεστ Παπ από την πρωτοεμφάνιση του πριν από 50 χρόνια. Η λήψη του Thin Prep γίνεται με τον ίδιο ακριβώς ανώδυνο τρόπο όπως και το κλασσικό τεστ Παπ, τα κύτταρα όμως δεν επιστρώνονται απευθείας στο πλακίδιο, αλλά τοποθετούνται σε φιαλίδιο με μονιμοποιητικό υγρό και ακολουθεί αυτόματη διαδικασία επεξεργασίας τους με ειδικό μηχάνημα. Τα κύτταρα συλλέγονται από τον τράχηλο με ένα ειδικό βουρτσάκι. Συλλέγονται συγχρόνως κύτταρα από το εξωτερικό μέρος του τραχήλου και τον ενδοτραχηλικό σωλήνα. Στη συνέχεια, το τελικό τμήμα της βούρτσας αποσπάται και τοποθετείται σε ένα φιαλίδιο με το ειδικό υγρό. Η μέθοδος αυτή ονομάζεται Κυτταρολογία Υγρής Φάσης.
Τα σημαντικότερο πλεονεκτήματα του Thin Prep είναι ότι εξασφαλίζει τη συλλογή όλων των κυττάρων της λήψης και τη σωστή συντήρηση τους, ενώ αντίθετα, στο κλασσικό τεστ Παπ απορρίπτεται μεγάλη ποσότητα των κυττάρων με τη σπάτουλα και το βουρτσάκι λήψης. Στο κλασσικό τεστ Παπ, η απλή επάλειψη των κυττάρων στα γυάλινα πλακίδια προκαλεί ακανόνιστη επίστρωση και συχνά δυσκολεύει την αξιολόγηση στο μικροσκόπιο. Αντιθέτως, το Thin Prep προσφέρει επιχρίσματα άριστης ποιότητας καθώς τα κύτταρα εμφανίζονται το ένα δίπλα στο άλλο και όχι σε συμπλέγματα, με αποτέλεσμα να φαίνονται ευκολότερα πιθανές ανωμαλίες των κυττάρων και ο κυτταρολόγος να κάνει ακριβέστερη διάγνωση.
Ακόμη το Thin Prep επιτρέπει τη διενέργεια επιπλέον εξετάσεων, που τυχόν θα χρειαστούν, στο ίδιο δείγμα, χωρίς επαναληπτική επίσκεψη και λήψη άρα λιγότερη ταλαιπωρία για τη γυναίκα. Μπορεί δηλαδή ταυτόχρονα να πραγματοποιηθεί ανίχνευση και τυποποίηση των στελεχών του ιού των ανθρώπινων θηλωμάτων (HPV) καθώς και ταυτοποίηση χλαμυδίων και άλλων λοιμογόνων παραγόντων (π.χ. μυκόπλασμα, ουρεόπλασμα, HSV, κλπ).