Η Ουστεκινουμάμπη προκάλεσε κλινική ανταπόκριση σε ασθενείς με τη νόσο Crohn
Η ΟΥΣΤΕΚΙΝΟΥΜΑΜΠΗ ΠΡΟΚΑΛΕΣΕ ΚΛΙΝΙΚΗ ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΥΦΕΣΗ ΣΕ ΜΕΛΕΤΗ ΦΑΣΗΣ 3 ΓΙΑ ΤΗΝ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΑΣΘΕΝΩΝ ΜΕ ΜΕΤΡΙΑ ΩΣ ΣΟΒΑΡΗ ΝΟΣΟ CROHN ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΕΜΦΑΝΙΣΑΝ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ ΑΠΟΤΥΧΙΑ Η ΕΛΛΕΙΨΗ ΑΝΟΧΗΣ ΣΕ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΜΕ ANTI–TNF–ALPHA.
Αποτελέσματα Αποτελεσματικότητας και Ασφάλειας από την Δεύτερη Μελέτη Εισαγωγής Φάσης 3 της ουστεκινουμάμπης (UNITI-1) σε Ασθενείς με Ανθεκτικότητα στους Αναστολείς TNF, τα οποία Παρουσιάστηκαν στο 11ο Συνέδριο του ECCO
Τα δεδομένα Φάσης 3 που παρουσιάστηκαν στο 11ο Συνέδριο του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Νόσου Crohn και Κολίτιδας (ECCO) έδειξαν ότι η θεραπεία με ουστεκινουμάμπη προκάλεσε κλινική ανταπόκριση και κλινική ύφεση σε ενήλικους ασθενείς με μέτρια ως σοβαρή νόσο Crohn οι οποίοι προηγουμένως είχαν εμφανίσει αποτυχία ή έλλειψη ανοχής σε μία ή περισσότερες θεραπείες με αναστολέα παράγοντα νέκρωσης όγκων (TNF)-άλφα (πληθυσμός αποτυχίας αντι-TNF). Η μελέτη Φάσης 3 UNITI-1 της Janssen, που περιέλαβε 741 άτομα με νόσο Crohn, πέτυχε το πρωτεύον καταληκτικό σημείο της, καθώς οι θεραπευτικές ομάδες της ουστεκινουμάμπης εμφάνισαν σημαντικώς υψηλότερα ποσοστά κλινικής ανταπόκρισης κατά την εβδομάδα 6 σε σύγκριση με την ομάδα του εικονικού φαρμάκου (p=0.003, p=0.002, αντίστοιχα).[1] Τα κύρια δευτερεύοντα καταληκτικά σημεία κλινικής ανταπόκρισης κατά την εβδομάδα 8 (p≤0.001) και κλινικής ύφεσης κατά την εβδομάδα 8 (p<0.001, p=0.003, αντίστοιχα) ήταν επίσης σημαντικώς υψηλότερα μεταξύ των ασθενών που έλαβαν ουστεκινουμάμπη σε σύγκριση με τους ασθενείς που έλαβαν εικονικό φάρμακο.1
Αυτά τα πρόσφατα ευρήματα ακολουθούν τα αποτελέσματα Φάσης 3 της μελέτης UNITI-2, που τεκμηρίωσαν την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια της ουστεκινουμάμπης σε ασθενείς στους οποίους η συμβατική θεραπεία είχε προηγουμένως αποτύχει και που στην πλειονότητά τους δεν είχαν προηγούμενο ιστορικό λήψης αντι-TNF-άλφα θεραπείας.[2] Αιτήσεις προς τις ρυθμιστικές αρχές για την έγκριση της ουστεκινουμάμπης για την θεραπευτική αντιμετώπιση της μέτριας ως σοβαρής ενεργής νόσου Crohn βρίσκονται επί του παρόντος υπό εξέταση στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ. Η ουστεκινουμάμπη, που έχει εγκριθεί για την θεραπευτική αντιμετώπιση της μέτριας ως σοβαρής ψωρίασης κατά πλάκας και της ενεργής ψωριασικής αρθρίτιδας σε πολλές χώρες, είναι ένα μονοκλωνικό αντίσωμα που στοχεύει τις κυτταροκίνες ιντερλευκίνη (IL)-12 και IL-23, οι οποίες πιστεύεται ότι έχουν ρόλο σε ανοσοδιαμεσολαβούμενες νόσους, όπως η νόσος Crohn.[3]
Ο Καθηγητής Paul Rutgeerts, Ομότιμος Καθηγητής Ιατρικής και Πρώην Διευθυντής του Διεπιστημονικού Τμήματος Ενδοσκόπησης του Καθολικού Πανεπιστημίου του Leuven του Βελγίου και μέλος της επιτροπής συντονισμού της ουστεκινουμάμπης στη νόσο Crohn δήλωσε: «Τα αποτελέσματα της μελέτης UNITI-1 αναδεικνύουν ότι η θεραπεία με ουστεκινουμάμπη προκάλεσε κλινική ανταπόκριση και ύφεση σε ασθενείς με μέτρια ως σοβαρή νόσο Crohn στους οποίους η προηγούμενη θεραπεία με αναστολείς TNF είχε αποτύχει. Καθώς δύο μελέτες Φάσης 3 έναρξης θεραπείας τεκμηρίωσαν την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια της ουστεκινουμάμπης σε πληθυσμούς χωρίς προηγούμενο ιστορικό θεραπείας με αντι-TNF-άλφα και σε πληθυσμούς με αποτυχία θεραπείας, αναμένουμε με ανυπομονησία τα προσεχή ευρήματα των μελετών συντήρησης. Η ανάγκη επαγωγής και διατήρησης του ελέγχου των συμπτωμάτων της νόσου είναι κεφαλαιώδης κατά την θεραπευτική αντιμετώπιση της νόσου Crohn».
Οι ασθενείς που συμμετείχαν στην μελέτη Φάσης 3 UNITI-1 έλαβαν εφάπαξ ενδοφλέβια (IV) έγχυση εικονικού φαρμάκου, ουστεκινουμάμπης 130 mg ή ουστεκινουμάμπης ~6 mg/kg (διαβάθμιση της δοσολογίας ανάλογα με το βάρος: οι ασθενείς με σωματικό βάρος μικρότερο ή ίσο με 55 kg έλαβαν 260 mg, οι ασθενείς με βάρος μεγαλύτερο των 55 kg και μικρότερο ή ίσο με 85 kg έλαβαν 390 mg και οι ασθενείς με βάρος μεγαλύτερο των 85 kg έλαβαν 520 mg) κατά την εβδομάδα 0. Όλοι οι ασθενείς που εντάχθηκαν στην μελέτη είχαν προηγουμένως εμφανίσει αποτυχία ή έλλειψη ανοχής στη χορήγηση χορήγηση τουλάχιστον μιας θεραπείας αντι-TNF-άλφα, ενώ οι μισοί από τους ασθενείς που εντάχθηκαν στην μελέτη είχαν ιστορικό τουλάχιστον δύο αποτυχημένων θεραπειών με αντι-TNF-άλφα.1
Κατά την εβδομάδα 6, 34 τοις εκατό των ασθενών που έλαβαν ουστεκινουμάμπη 130 mg και 34 τοις εκατό των ασθενών που έλαβαν ουστεκινουμάμπη ~6 mg/kg πέτυχαν κλινική ανταπόκριση, όπως αυτή ορίζεται με μείωση κατά τουλάχιστον 100 βαθμούς του Δείκτη Δραστηριότητας της Νόσου Crohn (CDAI) σε σχέση με το σημείο αναφοράς (baseline), σε σύγκριση με 22 τοις εκατό για τους ασθενείς που έλαβαν εικονικό φάρμακο (P = 0.002 για την ουστεκινουμάμπη 130 mg; P = 0.003 για την ουστεκινουμάμπη ~6 mg/kg).1 Ο CDAI είναι ένα βοήθημα αξιολόγησης της νόσου με βάση τα συμπτώματα που χρησιμοποιείται συνήθως στις κλινικές μελέτες για την ποσοτικοποίηση της δραστηριότητας της νόσου Crohn.
Κατά την εβδομάδα 8, 34 τοις εκατό και 38 τοις εκατό των ασθενών που έλαβαν ουστεκινουμάμπη 130 mg και ουστεκινουμάμπη ~6 mg/kg, αντίστοιχα, πέτυχαν κλινική ανταπόκριση, σε σύγκριση με 20 τοις εκατό για τους ασθενείς που έλαβαν εικονικό φάρμακο (P < 0.001). Επιπλέον, 16 τοις εκατό των ασθενών που έλαβαν ουστεκινουμάμπη 130 mg και 21 τοις εκατό των ασθενών που έλαβαν ουστεκινουμάμπη ~6 mg/kg πέτυχαν κλινική ύφεση κατά την εβδομάδα 8, όπως αυτή ορίζεται με βαθμολογία CDAI κάτω των 150 βαθμών, σε σύγκριση με 7 τοις εκατό για τους ασθενείς που έλαβαν εικονικό φάρμακο (P = 0.003 για την ουστεκινουμάμπη 130 mg, P < 0.001 για την ουστεκινουμάμπη ~6 mg/kg).1
Εκτός από τις σημαντικές βελτιώσεις των σημείων και συμπτωμάτων όπως αυτά αξιολογήθηκαν με βάση το CDAI, αμφότερες οι δόσεις της ουστεκινουμάμπης είχαν ως αποτέλεσμα σημαντικές βελτιώσεις στο Ερωτηματολόγιο Φλεγμονώδους Νόσου του Εντέρου (IBDQ), ενός μέσου μέτρησης της σχετιζόμενης με την υγεία ποιότητας ζωής των ασθενών με φλεγμονώδη νόσο του εντέρου (IBD), καθώς και σημαντικές μειώσεις των δεικτών φλεγμονής, όπως της λακτοφερίνης και της καλπροτεκτίνης κοπράνων και της C-αντιδρώσας πρωτεΐνης (CRP) (P < 0.001 για την ουστεκινουμάμπη ~6 mg/kg; P = 0.012 για την ουστεκινουμάμπη 130 mg).[4]
Μέχρι την εβδομάδα 8 (περίοδος ελέγχου με εικονικό φάρμακο), υπήρχαν παρόμοια ποσοστά αναφορών ανεπιθύμητων ενεργειών (ΑΕ), σοβαρών ΑΕ και λοιμώξεων μεταξύ των θεραπευτικών ομάδων της ουστεκινουμάμπης και του εικονικού φαρμάκου. Μια περίπτωση μηνιγγίτιδας από Λιστέρια αναφέρθηκε στην ομάδα της ουστεκινουμάμπης ~6 mg/kg. Δεν παρατηρήθηκαν κακοήθη νεοπλάσματα, θάνατοι, περιπτώσεις φυματίωσης ή μείζονα ανεπιθύμητα καρδιαγγειακά συμβάματα (MACE) στους ασθενείς που έλαβαν θεραπεία με ουστεκινουμάμπη.1
Ο Newman Yeilding, M.D., Επικεφαλής της Ανάπτυξης Ανοσολογίας, Janssen Έρευνα & Ανάπτυξη, LLC, δήλωσε: «Είμαστε στην ευχάριστη θέση να κοινοποιήσουμε αυτά τα σημαντικά αποτελέσματα από την μελέτη Φάσης 3 έναρξης της θεραπείας UNITI-1, τα οποία συμπληρώνουν τα αποτελέσματα της Φάσης 3 της μελέτης UNITI-2 και υποστηρίζουν περαιτέρω τις αιτήσεις που έχουν υποβληθεί στις ρυθμιστικές αρχές για την έγκριση της ουστεκινουμάμπης για την θεραπευτική αντιμετώπιση της μέτριας ως σοβαρής ενεργής νόσου Crohn. Το Τμήμα Ανοσολογίας της Janssen παραμένει προσηλωμένο στην συνέχιση της ανάπτυξης της ουστεκινουμάμπης και στην ανακάλυψη καινοτόμων φαρμάκων για την θεραπευτική αντιμετώπιση των ανοσοδιαμεσολαβούμενων νόσων».
Σχετικά με την Μελέτη UNITI-1
Η UNITI-1, μια Φάσης 3, πολυκεντρική, τυχαιοποιημένη, διπλά τυφλή, ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο μελέτη παράλληλων ομάδων, αξιολόγησε την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια της θεραπείας εισαγωγής με ουστεκινουμάμπη σε ενήλικους ασθενείς με μέτρια ως σοβαρή νόσο Crohn. Οι ασθενείς (n=741) τυχαιοποιήθηκαν ισομερώς σε λήψη εφάπαξ ενδοφλέβιας έγχυσης εικονικού φαρμάκου, ουστεκινουμάμπης 130 mg ή ουστεκινουμάμπης ~6 mg/kg (διαβάθμιση της δοσολογίας ανάλογα με το βάρος: οι ασθενείς με σωματικό βάρος μικρότερο ή ίσο με 55 kg έλαβαν 260 mg, οι ασθενείς με βάρος μεγαλύτερο των 55 kg και μικρότερο ή ίσο με 85 kg έλαβαν 390 mg και οι ασθενείς με βάρος μεγαλύτερο των 85 kg έλαβαν 520 mg) κατά την εβδομάδα 0. Όλοι οι ασθενείς που συμμετείχαν στην μελέτη είχαν προηγουμένως εμφανίσει αποτυχία ή έλλειψη ανοχής στην χορήγηση τουλάχιστον μιας θεραπείας αντι-TNF-άλφα. Tο πρωτεύον καταληκτικό σημείο ήταν η κλινική ανταπόκριση κατά την εβδομάδα 6, που μετρήθηκε με βάση το ποσοστό ασθενών οι οποίοι πέτυχαν μείωση κατά τουλάχιστον 100 βαθμούς της βαθμολογίας του CDAI σε σχέση με το σημείο αναφοράς (baseline). Τα κύρια δευτερεύοντα καταληκτικά σημεία κατά την εβδομάδα 8 περιλάμβαναν την κλινική ανταπόκριση και την κλινική ύφεση (που ορίζονταν ως μείωση κατά τουλάχιστον 150 βαθμούς της βαθμολογίας του CDAI). Την εβδομάδα 8, οι ασθενείς είτε μεταφέρονταν στην μελέτη συντήρησης IM-UNITI ή θα έπρεπε να ολοκληρώσουν μια περίοδο παρακολούθησης ασφάλειας ως την εβδομάδα 20.1
Η UNITI-1 είναι μέρος ενός συνολικού προγράμματος κλινικής ανάπτυξης Φάσης 3 που διερευνά την ουστεκινουμάμπη για την θεραπευτική αντιμετώπιση της μέτριας ως σοβαρής νόσου Crohn.
Σχετικά με τη νόσο Crohn
Περισσότερα από πέντε εκατομμύρια άτομα σε παγκόσμιο επίπεδο ζουν με νόσο Crohn και ελκώδη κολίτιδα – που είναι συλλογικά γνωστές ως φλεγμονώδης νόσος του εντέρου (IBD).[5] Η νόσος Crohn είναι μια χρόνια φλεγμονώδης διαταραχή του γαστρεντερικού σωλήνα που προσβάλλει σχεδόν 250.000 άτομα στην Ευρώπη.[6] Tο αίτιο της νόσου Crohn δεν είναι γνωστό, αλλά η νόσος σχετίζεται με διαταραχές του ανοσιακού συστήματος που θα μπορούσαν να πυροδοτούνται από γενετική προδιάθεση, την διατροφή ή άλλους περιβαλλοντικούς παράγοντες. Τα συμπτώματα της νόσου Crohn μπορούν να είναι ποικίλα αλλά συχνά περιλαμβάνουν κοιλιακό πόνο και ευαισθησία, συχνές διάρροιες, αιμορραγία από το ορθό, απώλεια βάρους και πυρετό. Επί του παρόντος δεν υπάρχει ίαση για τη νόσο Crohn.[7]
Σχετικά με την ουστεκινουμάμπη8
Η ουστεκινουμάμπη, ένας ανθρώπινος ανταγωνιστής της IL-12 και της IL-23, έχει εγκριθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση για την θεραπευτική αντιμετώπιση της μέτριας ως σοβαρής ψωρίασης κατά πλάκας σε ενήλικους που απέτυχαν να ανταποκριθούν ή εμφανίζουν κάποια αντένδειξη ή έλλειψη ανοχής σε άλλες ή εμφανίζουν δυσανεξία σε άλλες συστηματικές θεραπείες όπως η κυκλοσπορίνη, η μεθοτρεξάτη ή το ψωραλένιο συν φωτοθεραπεία με υπεριώδη ακτινοβολία Α (PUVA). Η ουστεκινουμάμπη ενδείκνυται επίσης για την θεραπευτική αντιμετώπιση της μέτριας ως σοβαρής ψωρίασης κατά πλάκας σε έφηβους ασθενείς ηλικίας 12 ετών ή μεγαλύτερους που εμφανίζουν ανεπαρκή έλεγχο ή έλλειψη ανοχής σε άλλες συστηματικές θεραπείες ή φωτοθεραπείες. Επιπλέον, η ουστεκινουμάμπη έχει εγκριθεί σε μονοθεραπεία ή σε συνδυασμό με μεθοτρεξάτη για την θεραπευτική αντιμετώπιση της ενεργής ψωριασικής αρθρίτιδας σε ενήλικους ασθενείς που έχουν εμφανίσει ανεπαρκή ανταπόκριση σε προηγούμενη θεραπεία με μη βιολογικά νοσοτροποιητικά αντιρευματικά φάρμακα (DMARD).
Η Janssen μέλος του ομίλους εταιριών της Johnson & Johnson διατηρει τα αποκλειστικά παγκόσμια δικαιώματα εμπορικής κυκλοφορίας της ουστεκινουμάμπης, που επί του παρόντος έχει εγκριθεί για την θεραπευτική αντιμετώπιση της μέτριας ως σοβαρής ψωρίασης κατά πλάκας σε 87 χώρες και της ψωριασικής αρθρίτιδας σε 71 χώρες.
Σημαντικές Πληροφορίες Ασφάλειας (ΕΕ)[8]
Ειδικές Προειδοποιήσεις και Προφυλάξεις
Λοιμώξεις: Δυνητική αύξηση του κινδύνου λοιμώξεων και επανενεργοποίησης λανθανουσών λοιμώξεων. Συνιστάται προσοχή σε ασθενείς με χρόνια λοίμωξη ή ιστορικό υποτροπιάζουσας λοίμωξης, ιδίως φυματίωση (ΤΒ). Οι ασθενείς θα πρέπει να διερευνώνται για φυματίωση και να αντιμετωπίζονται θεραπευτικά για λανθάνουσα ΤΒ πριν από την έναρξη της χορήγησης ουστεκινουμάμπης. Επίσης, να εξετάζεται το ενδεχόμενο αντιφυματικής θεραπείας πριν από την έναρξη της χορήγησης ουστεκινουμάμπης σε ασθενείς με προηγούμενο ιστορικό λανθάνουσας ή ενεργής φυματίωσης. Οι ασθενείς θα πρέπει να ζητούν ιατρική συμβουλή σε περίπτωση εκδήλωσης σημείων ή συμπτωμάτων ενδεικτικών λοίμωξης. Αν αναπτυχθεί σοβαρή λοίμωξη, θα πρέπει να παρακολουθείται στενά και να μην χορηγείται ουστεκινουμάμπη έως ότου υφεθεί η λοίμωξη.
Κακοήθη νεοπλάσματα: Δυνητική αύξηση του κινδύνου κακοήθων νεοπλασμάτων. Δεν έχουν διεξαχθεί μελέτες σε ασθενείς με ιστορικό κακοήθους νεοπλάσματος ή σε όσους συνεχίζουν να λαμβάνουν ουστεκινουμάμπη μετά την διάγνωση κακοήθους νεοπλάσματος. Συνιστάται προσοχή κατά την εξέταση του ενδεχομένου χορήγησης ουστεκινουμάμπης σε αυτούς τους ασθενείς. Συνιστάται παρακολούθηση για την εμφάνιση δερματικού καρκίνου που δεν ανήκει στην κατηγορία του μελανώματος, ιδίως σε ασθενείς ηλικίας άνω των 60 ετών ή με ιατρικό ιστορικό παρατεταμένης ανοσοκατασταλτικής θεραπείας ή με ιστορικό θεραπείας PUVA.
Αντιδράσεις υπερευαισθησίας: Έχουν αναφερθεί σοβαρές αντιδράσεις υπερευαισθησίας (αναφυλαξία και αγγειοοίδημα), που σε μερικές περιπτώσεις εκδηλώθηκαν αρκετές ημέρες μετά την θεραπεία. Αν παρατηρηθούν τέτοιες αντιδράσεις, θα πρέπει να χορηγείται η ενδεικνυόμενη θεραπεία και να διακόπτεται η χορήγηση της ουστεκινουμάμπης.
Εμβολιασμοί: Οι ασθενείς που λαμβάνουν ουστεκινουμάμπη δεν θα πρέπει να λαμβάνουν εμβόλια με ζώντες ιούς ή βακτήρια όπως το BCG. Πριν από την λήψη εμβολίου με ζώντα ιό ή βακτήριο, η θεραπεία με ουστεκινουμάμπη πρέπει να μην χορηγείται επί τουλάχιστον 15 εβδομάδες μετά την τελευταία δόση και η χορήγησή της μπορεί να αρχίζει εκ νέου τουλάχιστον 2 εβδομάδες μετά τον εμβολιασμό. Οι ασθενείς που λαμβάνουν ουστεκινουμάμπη μπορούν να υποβληθούν ταυτόχρονα σε εμβολιασμό με αδρανοποιημένα ή μη ζώντα εμβόλια.
Συγχορήγηση ανοσοκατασταλτικής θεραπείας: Συνιστάται προσοχή, που περιλαμβάνει και την περίοδο αλλαγής των ανοσοκατασταλτικών βιολογικών ουσιών. Σε μελέτες της ψωρίασης, δεν έχει διερευνηθεί η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα της ουστεκινουμάμπης σε συνδυασμό με άλλες ανοσοκατασταλτικές ουσίες, μεταξύ των οποίων και βιολογικές ή φωτοθεραπεία. Σε μελέτες της ψωριασικής αρθρίτιδας, η συγχορήγηση μεθοτρεξάτης δεν φάνηκε να επηρεάζει την ασφάλεια ή την αποτελεσματικότητα της ουστεκινουμάμπης.
Ανοσοθεραπεία: Δεν είναι γνωστό αν η ουστεκινουμάμπη επηρεάζει την ανοσοθεραπεία των αλλεργιών.
Σοβαρές δερματικές διαταραχές: Σε ασθενείς με ψωρίαση έχει αναφερθεί αποφολιδωτική δερματίτιδα μετά από θεραπεία με ουστεκινουμάμπη. Οι ασθενείς με ψωρίαση κατά πλάκας ενδέχεται να εμφανίσουν ερυθροδερμική ψωρίαση, με συμπτώματα που μπορεί να είναι κλινικά πανομοιότυπα με εκείνα της αποφολιδωτικής δερματίτιδας, στο πλαίσιο της φυσικής πορείας της νόσου τους. Αν εκδηλωθούν αυτά τα συμπτώματα, θα πρέπει να χορηγείται η ενδεικνυόμενη θεραπεία. Η ουστεκινουμάμπη θα πρέπει να διακόπτεται αν υπάρχει υποψία φαρμακευτικής αντίδρασης.
Ευαισθησία στο λάτεξ: Το κάλυμμα της βελόνας περιέχει φυσικό ελαστικό (λάτεξ), που ενδέχεται να προκαλέσει αλλεργικές αντιδράσεις.
Ηλικιωμένοι ασθενείς > 65 ετών: Συνιστάται προσοχή κατά την θεραπευτική αντιμετώπιση ηλικιωμένων ασθενών.
Για πλήρεις συνταγογραφικές πληροφορίες στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) παρακαλείσθε να χρησιμοποιείτε την διεύθυνση: http://www.ema.europa.eu/ema/index.jsp?curl=pages/medicines/human/medicines/000958/human_med_001065.jsp&mid=WC0b01ac058001d124
Σχετικά με τη Φαρμακευτικη Εταιρεία Janssen
Στην Janssen, είμαστε αφοσιωμένοι στην αντιμετώπιση και επίλυση κάποιων από τις πιο σημαντικές ανεκπλήρωτες ιατρικές ανάγκες της εποχής μας στην ογκολογία, την ανοσολογία, την νευροεπιστήμη, τις λοιμώδεις νόσους και τα εμβόλια, καθώς και τις καρδιαγγειακές και μεταβολικές νόσους. Καθοδηγούμενοι από την δέσμευσή μας προς τους ασθενείς, αναπτύσσουμε καινοτόμα προϊόντα, υπηρεσίες και λύσεις φροντίδας υγείας για την παροχή βοήθειας στους ανθρώπους με σοβαρές νόσους σε ολόκληρο τον κόσμο. Εκτός από τα καινοτόμα φάρμακά της, η Janssen βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της ανάπτυξης πρωτοβουλιών εκπαίδευσης και δημόσιας πολιτικής για την εξασφάλιση πρόσβασης στις πιο πρόσφατες θεραπευτικές πληροφορίες, τις υπηρεσίες υποστήριξης και την ποιοτική φροντίδα για τους ασθενείς και τις οικογένειές τους, τους φροντιστές και τους υποστηρικτές τους, καθώς και για τους επαγγελματίες υγείας.
Η Janssen Research & Development, LLC είναι μία από τις Φαρμακευτικές Εταιρείες Janssen της Johnson & Johnson. Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την Janssen στην Ευρώπη, την Μέση Ανατολή και την Αφρική, παρακαλείσθε να επισκέπτεστε την διεύθυνση www.janssen.com/EMEA. Ακολουθείστε μας στο Twitter @JanssenEMEA.
Προειδοποιήσεις που αφορούν τις Δηλώσεις σχετικά με το μέλλον
Αυτό το δελτίο τύπου περιέχει «δηλώσεις σχετικά με το μέλλον» όπως αυτές καθορίζονται από τον Νόμο του 1995 περί Αναμόρφωσης Δικαστικών Θεμάτων Ιδιωτικών Τίτλων σχετικά με την ανάπτυξη προϊόντων. Ο αναγνώστης προειδοποιείται να μην βασίζεται σε αυτές τις δηλώσεις σχετικά με το μέλλον. Αυτές οι δηλώσεις βασίζονται στις τρέχουσες προσδοκίες μελλοντικών συμβάντων. Αν οι υποκείμενες εικασίες αποδειχθούν ανακριβείς ή αν υλοποιηθούν γνωστοί ή άγνωστοι κίνδυνοι ή αβεβαιότητες, τα πραγματικά αποτελέσματα θα μπορούσαν να διαφέρουν ουσιωδώς από τις προσδοκίες και προβλέψεις της Janssen Έρευνα & Ανάπτυξη, LLC ή/και της Johnson & Johnson. Οι κίνδυνοι και οι αβεβαιότητες περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων τα εξής: προκλήσεις και αβεβαιότητες που είναι εγγενείς στην ανάπτυξη νέων προϊόντων, που περιλαμβάνουν την αβεβαιότητα της κλινικής επιτυχίας και την επίτευξης άδειας των ρυθμιστικών αρχών∙ ανταγωνισμό, που περιλαμβάνει τις τεχνολογικές προόδους, τα νέα προϊόντα και τις πατέντες που επιτυγχάνουν οι ανταγωνιστές∙ αμφισβήτηση της πατέντας∙ αλλαγές των ισχυόντων νόμων και κανονισμών, που περιλαμβάνουν τις μεταρρυθμίσεις της φροντίδας υγείας σε παγκόσμιο επίπεδο∙ τάσεις προς περιορισμό του κόστους φροντίδας υγείας. Ένας επιπλέον κατάλογος και περιγραφή αυτών των κινδύνων, αβεβαιοτήτων και άλλων παραγόντων υπάρχει στην Ετήσια Έκθεση της Johnson & Johnson’s στο Έντυπο 10-K για το οικονομικό έτος που έληξε στις 28 Δεκεμβρίου 2014, στο οποίο περιλαμβάνεται το Έκθεμα 99, καθώς και στις επακόλουθες αναφορές της εταιρείας προς την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ. Αντίγραφα αυτών των αναφορών είναι διαθέσιμα διαδικτυακά στην διεύθυνση www.sec.gov, www.jnj.com ή κατόπιν αιτήματος προς την Johnson & Johnson. Οι Φαρμακευτικές Εταιρείες Janssen της Johnson & Johnson δεν αναλαμβάνουν να ενημερώσουν οποιαδήποτε δήλωση σχετικά με το μέλλον ως αποτέλεσμα νέων πληροφοριών ή μελλοντικών συμβάντων ή εξελίξεων.
Βιβλιογραφία
[1] Rutgeerts P. ECCO 2016:Abstract A1263.
[2] Feagan B, et al. UEGW 2015: UEG15-LB-5668.
[3] Neurath MF et al. Nat Rev Immunol 2014;14:329-342.
[4] Gasink C. ECCO 2016: Abstract A1271.
[5] World IBD Day. Home. Available at http://www.worldibdday.org/index.html. Last accessed February 2016.
[6] European Federation of Pharmaceutical Industries and Associations. Inflammatory Bowel Disease. Available at http://www.efpia.eu/diseases/78/59/Inflammatory-Bowel-Disease. Last accessed February 2016.
[7] Crohn’s & Colitis Foundation of America. What is Crohn’s Disease? Available at http://www.ccfa.org/what-are-crohns-and-colitis/what-is-crohns-disease/. Last accessed February 2016.
[8] Summary of Product Characteristics Stelara 45 mg solution. Janssen-Cilag International NV. Last updated June 2015.