Από τα πρώτα κιόλας χρόνια της ζωής του το παιδί έχει έμφυτη περιέργεια να διερευνά το σώμα του και να παρατηρεί το σώμα των άλλων. Το σώμα του είναι ο καθρέφτης του εαυτού του, η ταυτότητά του, με την υποκειμενικότητα να είναι ο απόλυτος πρωταγωνιστής.
Το υποκειμενικά βιωμένο σώμα γίνεται ένας σημαντικός δίαυλος αυτοεκτίμησης, πηγή συγκρούσεων, αποστερήσεων ή και απολαύσεων που δεν είναι ποτέ μόνιμες και σταθερές αλλά σε όλη τη διάρκεια της ζωής βρίσκονται σε ένα διαρκές και δυναμικό γίγνεσθαι.
Οι διακρίσεις των γονιών στα δίδυμα παιδιά τους μπορεί να προκαλέσουν ψυχολογικές επιπτώσεις;
Πολλοί γονείς, χωρίς να το καταλαβαίνουν, κάνουν διακρίσεις ανάμεσα στα παιδιά τους, δείχνοντας μεγαλύτερη αγάπη και αποδοχή στο ένα αντί για το άλλο αδελφάκι. Το βίωμα αυτό είναι ιδιαίτερα επίπονο, τόσο για τον ψυχισμό του παιδιού που είναι πιο επιθυμητό όσο και για τον ψυχισμό του παιδιού που νιώθει αδικημένο.
Καθότι τα δίδυμα αδελφάκια μοιράζονται πολλές ψυχολογικές και φυσικές ομοιότητες, αδυνατούν να δικαιολογήσουν την προτίμηση του γονιού προς το αδελφάκι τους. Ως εκ τούτου, συχνά παρατηρούνται τα ακόλουθα συμπτώματα:
Όπως το στρες επηρεάζει τις διατροφικές μας επιλογές, ωθώντας μας σε κακές διατροφικές συνήθειες έτσι και το τι επιλέγουμε να τρώμε μπορεί να επηρεάσει [...]
Ενα παιδί µπορεί να λέει ψέµατα τόσο στον εαυτό του όσο και στους γύρω του, προκειµένου να αντλήσει ψυχικά οφέλη. Ο µηχανισµός αυτός τις περισσότερες φορές λειτουργεί ασυνείδητα. Η θεµατολογία παραποίησης της αλήθειας από ένα παιδί περιλαµβάνει:
* Απόκρυψη µιας δυνάµει επικριτέας συµπεριφοράς από τον γονιό ή τον δάσκαλο (π.χ. δεν έκανε την εργασία στο σπίτι, προκάλεσε ένα µικρό ατύχηµα).
Η ηλικιακή σειρά γέννησής μας μέσα στην οικογένεια θεωρείται ένας σημαντικός παράγοντας επιρροής στην ανάπτυξη της προσωπικότητάς μας. Ο Αυστριακός ψυχίατρος Άλφρεντ Άντλερ, γνωστός για το έργο του στον χώρο της μεταφροϋδικής ψυχαναλυτικής σκέψης, πίστευε ότι η σειρά γέννησης μπορεί να καθορίσει σημαντικά τη δυνατότητα ενός ατόμου να χτίζει φιλίες σχέσεις αγάπης και να εργάζεται.
Τα μοναχοπαίδια είναι συνήθως καλομαθημένα, έχουν όλη την προσοχή και τη φροντίδα εστιασμένη στο πρόσωπό τους, αλλά ταυτόχρονα, είναι και οι μόνοι δέκτες των όποιων αρνητικών οικογενειακών βιωμάτων.
Η σχολική βία είναι ένα αυξανόμενο φαινόμενο. Πώς ορίζεται και γιατί συμβαίνει;
Η βία περιλαμβάνει τις καταστάσεις αυτές όπου το παιδί-θύτης συστηματικά λέει ή κάνει πράγματα για να επιβάλει τη δύναμη και την εξουσία του σε ένα άλλο παιδί-θύμα.
Περιλαμβάνει την ψυχολογική και τη σωματική κακοποίηση από τον θύτη στο θύμα, δηλαδή τη χρήση υποτιμητικών ονομάτων, τον αποκλεισμό του από τις ομαδικές δραστηριότητες, τον εξευτελισμό του μπροστά σε άλλα παιδιά, τις απειλές, τον εκφοβισμό, τον ξυλοδαρμό, τον εξαναγκασμό του σε ανεπιθύμητες πράξεις.
Πίσω από ένα κακομαθημένο παιδί βρίσκεται πάντα η σκιά ενός γονιού που δεν θέτει όρια στο μεγάλωμά του.
Τα όρια και οι κανόνες συμπεριφοράς δεν είναι προϊόν γενετικής προδιάθεσης, αλλά αποτέλεσμα του πλαισίου μέσα στο οποίο το παιδί γεννιέται και μεγαλώνει. Κατ΄ αρχήν, λοιπόν, τα παιδιά είναι αθώα!
Ας δούμε όμως τι λάθη προκύπτουν μέσα από τις γονεϊκές διαδικασίες μάθησης, οι οποίες διαμορφώνουν εν τέλει την προσωπικότητα του παιδιού:
* Ο εγωκεντρισμός, ως μοτίβο ύπαρξης και διεκδικητικότητας: ένας εγωκεντρικός γονέας συχνά δημιουργεί αντίστοιχα αισθήματα στο παιδί του («όντας το επίκεντρο του κόσμου, έχω ό,τι θέλω»). Την πεποίθηση αυτή εύκολα υιοθετεί ένα μικρό παιδί, όμως ταυτόχρονα η ενίσχυση μιας καθήλωσης στον παιδικό εγωκεντρισμό προμηνύει έναν μελλοντικά απαιτητικό και ανικανοποίητο ενήλικα.
Ο γιος μας πηγαίνει στην Β τάξη του λυκείου και ανακαλύψαμε ότι κάνει χρήση κάνναβης. Τι μπορεί να τον οδηγεί σε αυτήν την συμπεριφορά;
Ο έφηβος διανύει μια εκρηκτική και ταυτόχρονα ρευστή περίοδο κατά την οποία αναζητά με κάθε δυνατό, συνειδητό ή μη, τρόπο να ενώσει τα διάσπαρτα κομμάτια της ταυτότητάς του.
Η κυκλικότητα των συναισθημάτων του, οι εναλλαγές της συμπεριφοράς του και η έντονη ανάγκη για αποδοχή, αν και συχνά μη-εκφρασμένη, αποτελούν χαρακτηριστικές πτυχές του εφηβικού ψυχισμού.
Η έκφραση θυμού και η βίαιη συμπεριφορά στον έφηβο μπορεί να είναι ανησυχητικό σύμπτωμα;
Ο θυμός είναι ένα συναίσθημα που ο έφηβος συχνά βιώνει μέσα του στο πλαίσιο της αγωνιώδους προσπάθειάς του να ενώσει τα διάσπαρτα κομμάτια της ταυτότητάς του, να απαντήσει στο ερώτημα «ποιος είμαι;», να αντιταχθεί στην εξουσία των γονιών του, των δασκάλων του, μιας ολόκληρης κοινωνίας που τον περιβάλλει.
Ωστόσο, ο θυμός αυτός μπορεί να περάσει στην πράξη μέσα από την έκφραση επιθετικότητας και βίαιης συμπεριφοράς απέναντι στον εαυτό του ή στους άλλους.
Η σχέση του κάθε παιδιού με τον γονιό του είναι μία σχέση μοναδική. Όταν η άνευ όρων αγάπη κυριαρχεί, όχι ως επιταγή αλλά ως βίωμα, τότε εκείνη αποτελεί μία ασπίδα προστασίας από όσα απειλούν τα παιδιά μας σήμερα.
Ταυτόχρονα, εάν η αγάπη συνοδεύεται από υγιείς και εποικοδομητικές γονεϊκές στάσεις και συμπεριφορές, τότε η ομαλή ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού ευνοείται. Άλλωστε, σαν συγκοινωνούντα δοχεία, οι απόψεις, οι επιθυμίες και οι φόβοι των ίδιων των γονιών διαπερνούν τον παιδικό ψυχισμό.
Ποια είναι τα συμπτώματα και οι αιτίες της νυχτερινής ενούρησης στα παιδιά;
Πρόκειται για την ακούσια απώλεια ούρων κατά τη διάρκεια του ύπνου. Τα παιδιά ηλικίας 3-6 ετών είναι πιο ευάλωτα, αν και παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας μπορεί να εμφανίσουν επίσης αυτή τη συμπεριφορά.
Η νυχτερινή ενούρηση αποδίδεται κυρίως σε ψυχολογικούς και συναισθηματικούς παράγοντες, όπως είναι το αίσθημα ανασφάλειας, το άγχος, οι φοβίες, η συγκεκαλυμένη θλίψη, τα νέα γεγονότα στα οποία το παιδί δυσκολεύεται να προσαρμοστεί (π.χ. η άφιξη ενός νέου μωρού στην οικογένεια, η αλλαγή σχολείου, η μετακόμιση σπιτιού, η απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου).
Εκτός από τον πρώτο αποχωρισμό βρέφους – μητέρας, που συντελείται τη στιγμή της γέννησης, ένας επόμενος λαμβάνει χώρα κατά την προσαρμογή του παιδιού στον παιδικό σταθμό.
Ο αποχωρισμός σημαίνει απώλεια. Tο παιδί χάνει τη θαλπωρή, τη μητρική παρουσία, τη δεδομένη ασφάλεια που μέχρι τώρα το προστάτευε. Καλείται πλέον να αφομοιώσει την ασφάλεια της μητρικής και της πατρικής αγάπης και ως πυξίδα να τη «χρησιμοποιήσει» προκειμένου να πορευτεί στη νέα του ζωή στον παιδικό σταθμό.
Ποιες είναι οι βασικές τεχνικές για το χτίσιμο της εμπιστοσύνης;
Το χτίσιμο της εμπιστοσύνης του παιδιού προς στον γονιό είναι μια διαδικασία η οποία ξεκινά από τη γέννηση κιόλας του βρέφους.
Η μητέρα αρχίζει και λειτουργεί ως ένα υποκείμενο μιας άνευ όρων αγάπης, πηγής τροφής και συναισθηματικής ανακούφισης απέναντι στο μωρό της, το οποίο αρχίζει και σχηματοποιεί μέσα του το πρώτο βίωμα της ασφάλειας.
Η μητρική ασφάλεια είναι αυτή που διαμορφώνει στο μωρό έναν εσωτερικό «χάρτη» εμπιστοσύνης για τον εαυτό του και τον έξω κόσμο. Οι ματαιώσεις στην επάρκεια της συναισθηματικής ασφάλειας που βιώνει ένα βρέφος μπορεί εν δυνάμει να λειτουργήσουν ως εμπόδια στη δυνατότητά του να εμπιστεύεται τον έξω κόσμο όσο μεγαλώνει.
Πώς βιώνει ένα παιδί της Α’ Δημοτικού την προσαρμογή στο σχολείο;
Τα πρωτάκια είναι οι μικροί πρωταγωνιστές των ημερών μας. Βιώνουν έναν από τους σημαντικότερους αποχωρισμούς στην έως τώρα ζωή τους. Από τη μία, τον αποχωρισμό από τους γονείς και από την οικογενειακή θαλπωρή. Από την άλλη, καλούνται να αναλάβουν ευθύνες και να γίνουν ουσιαστικά αυτόνομα για πρώτη φορά.
Μεγάλες και καταιγιστικές οι αλλαγές που συμβαίνουν μέσα τους. Το έως τώρα γνωστό μεταμορφώνεται σε άγνωστο, το ασφαλές σε ανασφαλές, το σταθερό σε ασταθές, το γνώριμο σε απρόβλεπτο.
Τα συναισθήματα άγχους, φόβου και αγωνίας είναι απολύτως φυσιολογικά, ιδίως τις πρώτες ημέρες κατά τις οποίες το παιδί είναι φορτισμένο συναισθηματικά στην προσπάθειά του να επεξεργαστεί τις νέες αυτές εικόνες και τα βιώματα.
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.ΕντάξειΌροι Χρήσης