Υποθυρεοειδισμός στα παιδιά.- Ο υποθυρεοειδισμός είναι μία συχνή ενδοκρινοπάθεια. Χαρακτηρίζεται από μειωμένη παραγωγή θυρεοειδικών ορμονών από τον θυρεοειδή αδένα, που δεν μπορεί να καλύψει τις φυσιολογικές ανάγκες του οργανισμού.
Εκτός από τον καρκίνο θυρεοειδούς, είναι δυνατόν να παρατηρηθούν με πολύ μικρότερη συχνότερα και κάποιοι άλλοι σπανιότεροι κακοήθεις όγκοι θυρεοειδούς, όπως:
Λέμφωμα θυρεοειδούς.
Η διάγνωσή του έχει σημασία καθώς ο ρόλος της χειρουργικής είναι περιο-ρισμένος στην αντιμετώπισή του, η οποία σήμερα επιτυγχάνεται με συνδυασμένη χημειο-/ακτινο-θεραπεία.
Όπως το στρες επηρεάζει τις διατροφικές μας επιλογές, ωθώντας μας σε κακές διατροφικές συνήθειες έτσι και το τι επιλέγουμε να τρώμε μπορεί να επηρεάσει [...]
Οι όζοι θυρεοειδούς είναι ένα αρκετά συνηθισμένο εύρημα. Αν και οι περισσότεροι είναι καλοήθεις, σε ένα σημαντικό ποσοστό (8 – 10 %) μπορεί να υποκρύπτεται καρκίνος θυρεοειδούς. Το υπερηχογράφημα, σε συνδυασμό με την παρακέντηση με λεπτή βελόνη ( FNA) αποτελούν τις δύο βασικές διαγνωστικές εξετάσεις για τη προεγχειρητική διάγνωση του καρκίνου θυρεοειδούς.
Πρωτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός και προεγχειρητικός εντοπισμός: στόχοι και η σημασία του στην πράξη-. Ο πρωτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός είναι μία σχετικά συχνή ενδοκρινοπάθεια. Στις περισσότερες περιπτώσεις οφείλεται σε μονήρες αδένωμα παραθυρεοειδούς (85 %). Σε ένα μικρότερο ποσοστό ασθενών (περίπου 15 %) οφείλεται σε προσβολή περισσοτέρων του ενός παραθυρεοειδούς (multigland disease [MGD], συνήθως υπερπλασία ή διπλό αδένωμα). Ο καρκίνος παραθυρεοειδούς είναι μία εξαιρετικά σπάνια αιτία πρωτοπαθούς υπερπαραθυρεοειδισμού (≤ 1 %).
Η ασθενής είχε υποβληθεί στο παρελθόν σε ολική θυρεοειδεκτομή και κεντρικό λεμφαδενικό καθαρισμό τραχήλου για θηλώδες καρκίνωμα θυρεοειδούς. Η ιστολογική είχε δείξει τότε την ύπαρξη εστίας θηλώδους καρκίνου διαμέτρου 15 mm στο δεξιό λοβό του θυρεοειδούς. Λεμφαδενικές μεταστάσεις υπήρχαν σε 4 από τους συνολικά 10 αφαιρεθέντες λεμφαδένες του κεντρικού διαμερίσματος. Η ασθενής υποβλήθηκε σε επικουρική θεραπεία με ραδιενεργό ιώδιο.
Ο όρος ‘έκτοπος παραθυρεοειδής’ δεν αφορά μόνο την περίπτωση του υπεράριθμου παραθυρεοειδή, καθώς έκτοπος μπορεί να είναι και ένας από τους φυσιολογικούς τέσσερις παραθυρεοειδείς αδένες.
Οι συνηθέστερες θέσεις στις οποίες μπορεί να βρίσκεται ο έκτοπος παραθυρεοειδής είναι μεταξύ οισοφάγου και τραχείας (τραχειοοισοφαγική αύλακα σε διάφορα ύψη στον τράχηλο, ~ 30 %), μεσοθωράκιο (~ 25 %), η ενδοθυμική θέση (~ 25 %), η ενδοθυρεοειδική θέση (~ 10 %), το καρωτιδικό έλυτρο (~ 10 %), ενώ σε ένα ποσοστό ~ 2 % μπορεί να βρίσκεται ψηλά στον τράχηλο.
Το μυελοειδές καρκίνωμα (Medullary Thyroid Cancer, MTC) αντιστοιχεί στο 7 % περίπου των κακοήθων όγκων του θυρεοειδούς και ευθύνεται για το 15 % των θανάτων ασθενών με καρκίνο θυρεοειδούς. Περιέχει αμυλοειδές και εμφανίζεται υπό τη μορφή ενός συμπαγούς όγκου, σκληράςφής που δεν προσλαμβάνει ραδιενεργό ιώδιο και εκκρίνει καλσιτονίνη.
Το θυλακιώδες καρκίνωμα αντιστοιχεί στο 10 % περίπου του συνόλου των κακοήθων όγκων του θυρεοειδούς. Εμφανίζεται σε μεγαλύτερες ηλικίες σε σύγκριση με το θηλώδες καρκίνωμα θυρεοειδούς. Εμφανίζει ελαστική ή και μαλακή υφή κατά την ψηλάφηση, περιβάλλεται δε από κάψα. Στην μικροσκοπική εξέταση μπορεί να είναι δύσκολη η διάκριση του θυλακιώδους καρκινώματος από το θυλακιώδες αδένωμα ή ακόμη και το φυσιολογικό θυρεοειδικό παρέγχυμα. Η διάκριση δε αυτή μπορεί να γίνει με την διάσπαση της κάψας ή την διήθηση των αγγείων, που χαρακτηρίζει το θυλακιώδες καρκίνωμα.
Τo θηλώδες καρκίνωμα θυρεοειδούς αντιστοιχεί περίπου στο 85 % του συνόλου των καρκίνων θυρεοειδούς. Εμφανίζεται συνήθως υπό τη μορφή μονήρους όζου σε σχετικά νεαρούς ενήλικες. Στη συνέχεια επεκτείνεται εντός του θυρεοειδικού παρεγχύματος μέσω των λεμφαγγείων αυτού και στη συνέχεια στους πέριξ (περιοχικούς) λεμφαδένες του τραχήλου. Χαρακτηρίζεται από αυξημένη συχνότητα λεμφαδενικών μεταστάσεων, που συχνά είναι μικροσκοπικές.
Η συνηθέστερη μορφή καρκίνου που διαγιγνώσκεται στην διάρκεια της κύησης είναι το θηλώδες και δευτερευόντως το θυλακιώδες καρκίνωμα. ΠΡΩΤΟ ΣΕΝΑΡΙΟ – διάγνωση του καρκίνου στο 1ο τρίμηνο της κύησης.
Η χειρουργική επέμβαση δεν θα πρέπει να γίνεται στο πρώτο τρίμηνο της κύησης καθώς στη φάση αυτή εξελίσσεται η οργανογένεση του εμβρύου και μπορεί να προκληθούν βλάβες αυτής.
Αποτελεί τη συνηθέστερη αιτιολογία πρωτοπαθούς υπερπαραθυρεοειδισμού. Συνηθέστατα είναι μονήρη (στο 85 % περίπου των ασθενών), ενώ σε λιγότερες περιπτώσεις (περίπου 5 %) μπορεί να πρόκειται για πολλαπλά αδενώματα.
Η κλινική εικόνα και η διαγνωστική διερεύνηση είναι αυτή που περιγράφεται υπό τον τίτλο ‘Πρωτοπαθής Υπερπαραθυρεοειδισμός’. Υπό τον τίτλο ‘Προεγχειρητικός Εντοπισμός’ παρουσιάζονται οι διαθέσιμες απεικονιστικές επιλογές για την αναγνώριση της θέσης του αδενώματος (-των).
Α. Διάχυτη τοξική βρογχοκήλη (νόσο Graves)
B. Οζώδη τοξική βρογχοκήλη
Γ. Τοξικό αδένωμα
Δ. Σπανιότερα αίτια, όπως λήψη θυρεοειδικών ορμονών σε μεγάλες δόσεις, αδένωμα υπόφυσης που εκκρίνει TSH, τροφοβλαστικούς όγκους που εκκρίνουν χοριακές γοναδοτροπίνες σε μεγάλες δόσεις (που έχουν δράση ανάλογη της TSH), θυρεοειδίτιδες κλπ
Επιμένων ή υποτροπιάζων υπερπαραθυρεοειδισμός παρατηρείται σε ένα μικρό αλλά σημαντικό ποσοστό ασθενών (5 – 10 %) που έχουν ήδη υποβληθεί σε μία επέμβαση για την αντιμετώπιση της νόσου.
Σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει ο ασθενής να υποβάλλεται σε προσεκτική διαγνωστική διερεύνηση κατ’ αρχάς για την τεκμηρίωση της διάγνωσης του υπερπαραθυρεοειδισμού.
Αφού τεκμηριωθεί η διάγνωση και πριν την επανεπέμβαση έχει ιδιαίτερη σημασία οι εξετάσεις εντοπισμού (έχουν συζητηθεί λεπτομερώς στο κεφάλαιο ‘Αδένωμα Παραθυρεοειδούς’.
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.ΕντάξειΌροι Χρήσης