Μπορούμε να προκαλέσουμε φόβο σε ένα βρέφος, ακόμη και τις πρώτες ημέρες της ζωής του, προκαλώντας έναν οξύ, δυνατό κρότο πίσω του ή με το να κάνουμε πως το αφήνουμε να πέσει (απώλεια στήριξης). Μέχρι την ηλικία των 6 ή 7 μηνών, το βρέφος δεν «ανησυχεί», όταν βρίσκεται με ξένα πρόσωπα, αλλά από τον 7ο μήνα και ύστερα αλλάζει στάση απέναντι στους αγνώστους.
Το τελευταίο είδος συνηθειών χαλάρωσης, είναι οι αυτόματες-ακούσιες κινήσεις. Οι νευρικές συσπάσεις, που δεν ελέγχονται από το παιδί, ονομάζονται τικ και περιλαμβάνουν ανοιγοκλείσιμο των ματιών, απότομες κινήσεις της κεφαλής, νευρικές κινήσεις των χεριών, γκριμάτσες, ξερόβηχα κ.λπ.
Όπως το στρες επηρεάζει τις διατροφικές μας επιλογές, ωθώντας μας σε κακές διατροφικές συνήθειες έτσι και το τι επιλέγουμε να τρώμε μπορεί να επηρεάσει [...]
Για το ποσο σπουδαιος ειναι ο θηλασμος εχει αποφανθει η επιστημονικη κοινοτητα. Το μητρικο γαλα ειναι το πιο ανεκτιμητο δωρο που μπορει να κανει μια [...]
Το άγχος συχνά βασανίζει τα άτομα όχι μόνο από άποψη ψυχολογική, με τη μορφή του τρόμου, της ανησυχίας και της εσωτερικής έντασης αλλά και με τη μορφή σωματικών ασθενειών. Ο όρος «στρες» χρησιμοποιείται συχνά με αυτή την έννοια.
Χρησιμοποιείται ευρέως, για να περιγράψει κάθε κατάσταση υπερφόρτισης, στην οποία το άτομο έχει εξωθηθεί στα όρια της αντοχής του. Είτε το στρες είναι στιγμιαίο και ακραίο είτε διαβρώνει βαθμιαία την προσωπικότητά μας με τις φαινομενικά μικρο-κρίσεις, ανησυχίες και συγκρούσεις της σύγχρονης ζωής, οι αντιδράσεις του ατόμου, τόσο στο ψυχολογικό όσο και στο σωματικό μέρος, είναι σχεδόν ίδιες.
Το περιστασιακό πιπίλισμα του αντίχειρα είναι ένα τόσο συνηθισμένο αναπτυξιακό φαινόμενο των πρώτων χρόνων της παιδικής ηλικίας (παρουσιάζεται περίπου στο 40% των παιδιών μεταξύ 2 και 7 ετών), ώστε αν συμβαίνει μεμονωμένα – χωρίς άλλη εκδήλωση συμπτωμάτων άγχους – δεν πρέπει να ανησυχούν ιδιαίτερα οι γονείς.
Το άγχος δεν είναι σαφώς εστιασμένο σε ένα συγκεκριμένο ερέθισμα ή σε μια συγκεκριμένη κατάσταση. Μπορεί να είναι γενικευμένος, αόριστος, αιωρούμενος φόβος να διαπερνά τα πάντα, να απλώνεται ελεύθερα, να εκφράζεται σαν ένα αόριστο και γενικευμένο συναίσθημα εσωτερικής έντασης.
Ενώ οι ενήλικοι μπορούν να αποκρύπτουν, να καμουφλάρουν, τα συναισθήματά τους, και μάλιστα τόσο καλά, ώστε να είναι αδύνατον ο άλλος να καταλάβει πώς ακριβώς νιώθουν, τα παιδιά, αντίθετα, συμπεριφέρονται με τρόπο περισσότερο άμεσο, περισσότερο διαφανή.
Η ονυχοφαγία θεωρείται ένα από τα χαρακτηριστικά του αγχώδους παιδιού. Πράγματι, μπορεί να εμφανίζεται ως μέρος ενός συνδρόμου συναισθηματικής διαταραχής, αλλά δεν συνεπάγεται υποχρεωτικά σοβαρές επιπτώσεις.
Σε μια έρευνα με 4.587 μαθητές στο Σικάγο, διαπιστώθηκε ότι τα δύο τρίτα (2/3 ) μιας ομάδας αγοριών, ηλικίας 8 ως 11 ετών, έτρωγαν τα νύχια τους. Η αναλογία για τα κορίτσια ήταν λίγο μικρότερη. Υπάρχουν επίσης μελέτες που δείχνουν υψηλά ποσοστά ονυχοφαγίας σε τυχαία δείγματα παιδιών στη Βρετανία.
Έχουμε ήδη αναφέρει ένα παράδειγμα φοβίας, της επίμονης άρνησης του παιδιού να πάει στο σχολείο, της «σχολικής φοβίας». Η φοβία είναι ένας υπερβολικός και περιοδικός-επανερχόμενος φόβος, ο οποίος είναι αδικαιολόγητος-ανεξήγητος (ακόμη και για το ίδιο το θύμα). Είναι μια φοβική αντίδραση δυσανάλογη προς την αιτία – το φοβικό αντικείμενο ή την φοβική κατάσταση – που την προκαλεί.
Πληροφορίες: Διευθυντής Παιδοψυχιατρικής Βοστανείου Νοσοκομείου ΜυτιλήνηςΠροβολή άρθρων του συγγραφέα Γράφτηκε στις ,
Η παιδική κατάθλιψη άργησε να αναγνωριστεί ως κλινική οντότητα. Η άποψη ότι οι καταθλιπτικές διαταραχές είναι σπάνιες στα μικρά παιδιά , καθώς και η έννοια της «συγκαλυμμένης κατάθλιψης» και των «καταθλιπτικών ισοδυνάμων» κυριάρχησαν επί σειρά ετών στην παιδοψυχιατρική.
Υπήρξε έντονη διαμάχη σχετικά με το κατά πόσο ήταν αναπτυξιακά συμβατό για τα παιδιά να παρουσιάζουν κατάσταση.
1. Οι αντιστάσεις έχουν βάση την κοινή παραδοχή ότι η παιδική ηλικία είναι η πιο χαρούμενη και ευχάριστη περίοδος της ανθρώπινης ζωής.
2. Ένα άλλος λόγος δυσκολίας της μελέτης της παιδικής κατάθλιψης είναι η αδυναμία του παιδιού να εκφράσει με λόγια τα συναισθήματα θλίψης, απελπισίας και απόγνωσης.
3. τέλος είναι διαφορετικέ οι περιγραφές που κάνουν οι δάσκαλοι και οι γονείς, όπως έχει βρεθεί από έρευνες.
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.ΕντάξειΌροι Χρήσης