Οστεοκλάστης
Μεγάλο πολυπύρηνο κύτταρο (που διαθέτει πάνω από ένα κυτταρικό πυρήνα), το οποίο διασπά το οστό και ευθύνεται για την απορρόφησή του.
Μεγάλο πολυπύρηνο κύτταρο (που διαθέτει πάνω από ένα κυτταρικό πυρήνα), το οποίο διασπά το οστό και ευθύνεται για την απορρόφησή του.
Ειδικό κύτταρο που χτίζει οστό παράγοντας θεμέλια ουσία η οποία στη συνέχεια επιμεταλλώνεται.
Περιοχή χαμηλά στην πλάτη που περιλαμβάνει πέντε σπονδύλους, οι οποίοι αποτελούν το μεγαλύτερο και ισχυρότερο κινητό τμήμα της σπονδυλικής στήλης.
Συνεχής, δια βίου διαδικασία κατά την οποία ώριμος οστίτης ιστός απομακρύνεται από το σκελετό και παράγεται νέος οστίτης ιστός.
Η διάσπαση του οστού από τους οστεοκλάστες που έχει ως αποτέλεσμα την έκλυση μεταλλικών στοιχείων και τη μεταφορά ασβεστίου από το οστό στο αίμα.
Μέτρηση της οστικής πυκνότητας που βασίζεται στην περιεκτικότητα σε ασβέστιο και άλλα μέταλλα ενός συγκεκριμένου τμήματος του οστού. Η BMD είναι ενδεικτική της οστικής αντοχής και αντικατοπτρίζει τον κίνδυνο μελλοντικού κατάγματος.
Όταν τα νύχια αναπτύσσονται προς τα μέσα, μπορεί να τρυπήσουν το δέρμα και να αναπτυχθεί μόλυνση, κατάσταση ιδιαιτέρως επώδυνη. Ένας γιατρός μπορεί με μια εύκολη μικροεπέμβαση να σταματήσει τον πόνο και να διορθώσει το πρόβλημα.
Πάντοτε χρειάζονται ιατρικό έλεγχο, ειδάλλως αυξάνεται ο κίνδυνος επαναλαμβανόμενης κάκωσης και ανάπτυξης χρόνιας αστάθειας της ποδοκνημικής άρθρωσης.
Συνήθως αναπτύσσεται με το πέρασμα του χρόνου, καθώς εκφυλίζεται ο χόνδρος, και τελικά οδηγεί σε αρθρίτιδα. Όσο νωρίτερα διαγνωστεί, τόσο καλύτερα αντιμετωπίζεται.
Τύπος ελαφρού πορώδους οστού με όψη κηρήθρας, που αποτελεί την πλειονότητα του εσωτερικού οστίτη ιστού, συμπεριλαμβανομένου του ισχίου και της σπονδυλικής στήλης.
Κατηγορία φαρμάκων που προλαμβάνουν την απώλεια οστικής μάζας και χρησιμοποιούνται για τη θεραπευτική αγωγή της οστεοπόρωσης και παρόμοιων παθήσεων.
Μέλος της φαρμακευτικής κατηγορίας των διφωσφονικών, που χορηγούνται ευρέως για τη θεραπευτική αγωγή της οστεοπόρωσης. Η αλενδρονάτη αναστέλλει την οστική απορρόφηση μέσω δράσεων στους οστεοκλάστες και στους προδρόμους οστεοκλαστών, μειώνοντας το ρυθμό οστικής απορρόφησης. Μέσω μιας διαδικασίας σύζευξης, η αλενδρονάτη μειώνει επίσης την παραγωγή οστού.
Το πολυγαλακτικό οξύ, είναι απορροφήσιμο υλικό που διεγείρει τους ινοβλάστες για τη παραγωγή κολλαγόνου. Κάθε ένεση τοποθετείται στο χόριο, δηλαδή στο όριο της κατώτερης στοιβάδας του δέρματος με την υποδόρια στοιβάδα. Η όλη διαδικασία απαιτεί περίπου 20-30 λεπτά.
Τα αποτελέσματα φαίνονται σταδιακά από το πρώτο μήνα, καθώς το πολυγαλακτικό οξύ δρα σε βάθος χρόνου. Η πρώτη επανάληψη γίνεται σε 1-3 μήνες και ακολούθως η θεραπεία επαναλαμβάνεται περίπου κάθε 12-18 μήνες.
Η πάθηση αυτή συνιστά μια διαταρραχή όσων αφορά τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τα χρώματα, το κόκκινο και το πράσινο ή το μπλέ και το κίτρινο. Για παράδειγμα, στις ακόλουθες εικόνες, τα άτομα χωρίς αχρωματοψία βλέπουν το Α=8 και το Β=5 ενώ τα άτομα που έχουν αχρωματοψία βλέπουν Α=3 και Β=2.
Α Β
Ποια είναι τα αίτια της πάθησης?