Επαγωγική (induction) χημειοθεραπεία

η θεραπεία που χορηγείται σαν αρχική σε ασθενείς που έχουν προχωρημένη νόσο, όταν δεν υπάρχει εναλλακτική θεραπεία.

Εν τω βάθει φλεβική θρόμβωση

παρουσία θρόμβου στο εν τω βάθει φλεβικό δίκτυο των κάτω άκρων και λιγότερο συχνά των άνω άκρων.

Χειρουργική της αορτής και αορτικού τόξου

Χειρουργική της αορτής και αορτικού τόξου

Ανεύρυσμα ανιούσης αορτής, τόξου και κατιούσης αορτή Το αορτικό ανεύρυσμα είναι μία παθολογική διάταση των τοιχωμάτων της αορτής (η μεγαλύτερη αρτηρία [...]

Κινδυνεύουν τα μάτια μας από τις βαφές μαλλιών;

Κινδυνεύουν τα μάτια μας από τις βαφές μαλλιών;

Οι βαφές μαλλιών είναι ένα από τα ευρύτερα χρησιμοποιούμενα καλλυντικά προϊόντα, αλλά δεκάδες χημικές ουσίες που περιέχονται σε αυτές μπορεί να [...]

Υπέρηχος καρδιάς (διαθωρακικό)

Υπέρηχος καρδιάς (διαθωρακικό)

Το διαθωρακικό υπερηχογράφημα (trans-thoracic echocardiogram) αποτελεί τη βασική εξέταση απεικόνισης για κάθε ασθενή. [...]

Εμφύσημα

χρόνια ασθένεια των πνευμόνων που χαρακτηρίζεται από δυσκολία στην αναπνοή, λόγω απώλειας της ελαστικότητας των πνευμόνων.

Εκτεταμένο στάδιο (Extensive Disease) μικροκυτταρικού καρκίνου πνεύμονα

το στάδιο στο οποίο η νόσος έχει επεκταθεί και σε άλλα μέρη του σώματος πέραν του πνεύμονα .

Δυσφαγία

αίσθημα παρεμπόδισης μετακίνησης της τροφής (στερεής ή υγρής).

Δύσπνοια

αίσθημα αναπνευστικής δυσφορίας το οποίο συνοδεύεται από μεταβολές της συχνότητας και του ρυθμού των αναπνοών. από τα κύρια συμπτώματα του καρκίνου του πνεύμονα.

Διάφραγμα

ο κύριος αναπνευστικός μυς. χωρίζει τη θωρακική από την κοιλιακή κοιλότητα.

Διάγνωση

η διαδικασία προσδιορισμού της φύσης συγκεκριμένης ασθένειας μέσω του ιστορικού του ασθενούς, της φυσικής εξέτασης και των εργαστηριακών εξετάσεων.
1) Η φύση της νόσου, η ταυτοποίηση μιας νόσου.
2) Συμπέρασμα ή απόφαση που επετεύχθη μέσω της διάγνωσης. Η διάγνωση είναι πνευμονία.
3) Η ταυτοποίηση (προσδιορισμός) οιουδήποτε προβλήματος. Η διάγνωση ήταν βουλωμένο σωληνάριο ενδοφλέβιας έγχυσης.

Δεύτερης γραμμής χημειοθεραπεία (2nd line therapy)

η θεραπεία που έπεται της αρχικής

Γονιδιακή θεραπεία

η θεραπεία που σκοπεύει στην διακοπή της καρκινικής διαδικασίας αντικαθιστώντας τα κατεστραμμένα γονίδια ή μπλοκάροντας την έκφρασή τους.

Γονίδιο

η βιολογική μονάδα της κληρονομικότητας, αυτοαναπαραγώμενη και εντοπιζόμενη σε καθορισμένη θέση ενός συγκεκριμένου χρωμοσώματος .
Η βασική βιολογική μονάδα της κληρονομικότητας.
Τμήμα του δεσοξυριβονουκλεϊνικού οξέος (DNA) που απαιτείται για να συμβάλλει σε κάποια λειτουργία.

Βρογχοσκόπηση

εξέταση στην οποία ελέγχεται το τραχειοβρογχικό δένδρο και διεξάγονται ενδοβρογχικά διαγνωστικοί και θεραπευτικοί χειρισμοί, όπως η λήψη δειγμάτων για καλλιέργεια και βιοψία.

Βρόγχος

ένας από τους μεγάλους αεραγωγούς που μεταφέρουν αέρα προς τους πνεύμονες (δεξιός και αριστερός κύριος βρόγχος) καθώς και εντός των πνευμόνων (λοβαίοι και τμηματικοί βρόγχοι).

Βλεννογονίτιδα

η φλεγμονή των βλεννογόνων (π.χ. στοματικός βλεννογόνος), προκαλεί πόνο, πληγές καθώς και μεγάλη παραγωγή βλέννης και μπορεί να είναι παρενέργεια της θεραπείας.