Αναπνοή
η ανταλλαγή οξυγόνου και διοξειδίου του άνθρακα μεταξύ της ατμόσφαιρας και των σωματικών κυττάρων. περιλαμβάνει την εισπνοή και την εκπνοή
η ανταλλαγή οξυγόνου και διοξειδίου του άνθρακα μεταξύ της ατμόσφαιρας και των σωματικών κυττάρων. περιλαμβάνει την εισπνοή και την εκπνοή
φάρμακα τα οποία καταπραΰνουν τον πόνο
ελάττωση του αριθμού των ερυθρών ή/και της περιεκτικότητας τους σε αιμοσφαιρίνη που εκδηλώνεται με αδυναμία και ωχρότητα του ατόμου.
μπορεί να είναι αποτέλεσμα της νόσου ή της θεραπείας
απώλεια τριχών από περιοχές του δέρματος όπου φυσιολογικά είναι παρούσες, μπορεί να περιλαμβάνει την απώλεια τριχών όλου του σώματος και μπορεί να είναι παρενέργεια της χημειοθεραπείας.
θεραπεία παθήσεων με τη χρήση υπεριωδών ακτίνων ,ακτίνων χ ή ραδιενεργών ουσιών με σκοπό την καταστροφή των καρκινικών κυττάρων.
η αποτυπωμένη σε ειδικό φιλμ εικόνα οργάνου ή μέρους του ανθρώπινου σώματος με τη βοήθεια ακτίνων χ
ενέργεια που μεταδίδεται με κύματα ή δέσμη σωματιδίων
σφαιρική πρωτεΐνη των ερυθρών αιμοσφαιρίων που δεσμεύει και μεταφέρει οξυγόνο στα κύτταρα
απόπτυση με τον βήχα αίματος ή αιματηρών πτυέλων. μπορεί να είναι μια από τις εκδηλώσεις της νόσου.
δισκοειδούς σχήματος δομή που βοηθά στην πήξη του αίματος
η εκατοστιαία αναλογία του όγκου των ερυθρών αιμοσφαιρίων στον ολικό όγκο του αίματος.
Ο αιματοκρίτης (Hct) υποδεικνύει το ποσοστό του αίματος που καταλαμβάνεται από ερυθρά αιμοσφαίρια. H μέτρηση του αιματοκρίτη γίνεται στα πλαίσια της γενικής εξέτασης του αίματος. Με άλλα λόγια πρόκειται για την εκατοστιαία αναλογία των ερυθρών ανά μονάδα όγκου του αίματος.
Οι φυσιολογικές τιμές του αιματοκρίτη είναι 37 – 47% για τις γυναίκες και 42 – 52% για τους άνδρες. Ο χαμηλός αιματοκρίτης μπορεί να οφείλεται σε διάφορα αίτια όπως απώλεια αίματος, έλλειψη σιδήρου, έλλειψη βιταμίνης 12 και άλλα. Ποικίλες καταστάσεις όπως η αφυδάτωση ή κάποια πνευμονική νόσος μπορεί να οδηγήσουν σε αύξηση του αιματοκρίτη.
κακοήθης όγκος που προέρχεται από αδενικό ιστό τύπος, μη μικροκυτταρικού καρκίνου πνεύμονα.
παροδική αλλαγή στην γεύση, μπορεί να είναι παρενέργεια της χημειοθεραπείας, της ακτινοβολίας ή της ίδιας της νόσου .
Η λέξη «επιληψία» χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον Ιπποκράτη (460-357 π.Χ.) και σημαίνει την αιφνίδια κατάληψη.
Η ιδέα ότι ο επιληπτικός καταλαμβάνεται από υπερφυσικές θεϊκές ή δαιμόνιες δυνάμεις, έκανε τους ανθρώπους να πιστεύουν ότι η επιληπτική κρίση ήταν ένας κακός οιωνός. Έτσι, η επιληπτική κρίση εμφανιζόμενη σαν προσωποποίηση του κακού, ενέπνευσε ορισμένες θρησκευτικές κινήσεις και σε άλλες περιπτώσεις, επειδή έχει στοιχεία δύναμης και φαντασίας, θεωρήθηκε ένδειξη εξουσίας (π.χ. Ναπολέων) και δημιουργικής ικανότητας (π.χ. Ντοστογιέφσκι, Μπετόβεν).