Διατροφή και κύηση
Η κύηση αποτελεί μια περίοδο με αυξημένες διατροφικές ανάγκες για την γυναίκα, που οφείλονται αφ’ ενός στην ανάγκη του να υποστηρίξει την ραγδαία ανάπτυξη του εμβρύου και αφετέρου στις αυξημένες διατροφικές ανάγκες της ίδιας.
Η κύηση αποτελεί μια περίοδο με αυξημένες διατροφικές ανάγκες για την γυναίκα, που οφείλονται αφ’ ενός στην ανάγκη του να υποστηρίξει την ραγδαία ανάπτυξη του εμβρύου και αφετέρου στις αυξημένες διατροφικές ανάγκες της ίδιας.
Ο τοκετός ξεκινά όταν αρχίζει να διαστέλλεται ο τράχηλος της μήτρας. Οι μύες της μήτρας συστέλλονται σε τακτικά διαστήματα και στη διάρκεια των συστολών αυτών σφίγγει η περιοχή της κοιλιάς.
Κάποιες γυναίκες βιώνουν ευδιάκριτα σημάδια τοκετού, ενώ άλλες όχι.
Κατά τη διάρκεια της κύησης οι ορμονικές μεταβολές, η χάλαση των λείων μυϊκών ινών, η ανάπτυξη του πλακούντα και της εμβρυϊκής κυκλοφορίας οδηγούν σε αύξηση του όγκου κυκλοφορούντος αίματος που μπορεί να φθάσει προ του τοκετού το 50%. Η συστηματική αγγειακή αντίσταση και η αρτηριακή πίεση ελαττώνονται και η καρδιακή συχνότητα αυξάνεται κατά 10-20 σφύξεις /min. Σαν αποτέλεσμα παρουσιάζεται αύξηση της καρδιακής παροχής κατά 30-50%. Περαιτέρω αύξηση εμφανίζεται κατά την διάρκεια του τοκετού και της λοχείας.
Όταν το κεφάλι του εμβρύου πιέσει το περίνεο, κάνοντάς το πολύ λεπτό, τότε ο γιατρός κάνει περινεοτομή. Δηλαδή μια τομή στην περιοχή ανάμεσα στον κόλπο και τον πρωκτό.
Η περινεοτομή βοηθάει την έξοδο του μωρού αλλά προλαμβάνει και από τυχόν μεγάλο ή ανεξέλεγκτο σχίσιμο του περινέου.
Είναι απολυτως φυσιολογικό το αποτέλεσμα του κολπικού επιχρίσματος να περιέχει το κολποβακτηρίδιο Doderlein.
Το κολποβακτηρίδιο ειναι ο φυσιολογικός ”κάτοικος ” του κόλπου και ονομάζεται αλλοιως γαλακτοβάκιλλος. Είναι ο φυσικός αμυντικός μηχανισμός που αποτρέπει την ανάπτυξη παθολογικών μικροβίων στον κόλπο. Είναι δηλαδή η φυσική προστασία του σώματος κατά της κολπίτιδας.
Με τον όρο «σύγχυση θηλών» εννοείται το πρόβλημα που προκύπτει όταν ένα μωρό, εκτός από το στήθος τρέφεται με το μπουκάλι ή όταν του δίνεται πιπίλα. Ο τρόπος που ένα μωρό πίνει στο στήθος, έχει πολλές και ουσιαστικές διαφορές από τον τρόπο που πίνει από το μπουκάλι.
Σε γενικές γραμμές, το μωρό σας δε χρειάζεται τίποτα εκτός από το μητρικό γάλα και σχεδόν όλες οι μητέρες έχουν από τη φύση τη δυνατότητα να θρέψουν με το γάλα τους εξ’ ολοκλήρου το μωρό τους χωρίς να χρειάζεται να δώσουν κάποιο συμπλήρωμα.
Κατά τις πρώτες ημέρες είναι εντελώς φυσιολογικό και αναπότρεπτο, το μωρό σας να χάσει βάρος. Απώλεια βάρους μέχρι 7% του βάρους γέννησης, είναι απόλυτα φυσιολογική και σε μια τέτοια περίπτωση δεν απαιτείται κάποιο συμπλήρωμα.
Συχνά συμβαίνει μια μητέρα να νομίζει ότι έχει λίγο γάλα, στην πραγματικότητα όμως το γάλα να είναι αρκετό για το μωρό της.
Πολύ συχνά ακούει κανείς από μητέρες, ότι αναγκάστηκαν να διακόψουν το θηλασμό γιατί δεν είχαν αρκετό γάλα για το μωρό τους. Είναι όμως γεγονός ότι, εκτός ίσως από ελάχιστες εξαιρέσεις, όλες οι γυναίκες είναι σε θέση να παράγουν αρκετό γάλα για να θρέψουν το παιδί τους.
Όπως αναφέραμε και παραπάνω, το σχήμα του στήθους και των θηλών είναι διαφορετικό από γυναίκα σε γυναίκα και αυτό είναι φυσιολογικό. Εκτός από ακραίες περιπτώσεις, κάθε γυναίκα μπορεί να θηλάσει το παιδί της, ανεξάρτητα από το μέγεθος του στήθους της ή το σχήμα των θηλών της. Αυτό σημαίνει ότι ακόμα και εάν έχετε επίπεδες ή εισέχουσες θηλές μπορείτε να θηλάσετε με επιτυχία.
Ένα από τα συχνότερα προβλήματα πού παρουσιάζονται κατά το θηλασμό, είναι αυτό των ραγάδων των θηλών. Με τον όρο ραγάδες περιγράφονται οι πληγές πού είναι δυνατόν να προκληθούν στις θηλές, κυρίως όταν το μωρό δεν «παίρνει» σωστά το στήθος.
Τέτοιου είδους πληγές είναι συνήθως πολύ επώδυνες και κάνουν το θηλασμό δυσάρεστη υπόθεση.
Στην περίπτωση της μαστίτιδας, μικρόβια μολύνουν κάποιο λοβό του αδένα του στήθους. Η εικόνα της μαστίτιδας είναι χαρακτηριστική. Το σημείο του στήθους που έχει μολυνθεί είναι κόκκινο, ζεστό και σκληρό όπως όταν κάποιος γαλακτοφόρος πόρος έχει φράξει, στα συμπτώματα όμως προστίθεται και υψηλός πυρετός, πόνοι στις αρθρώσεις και αίσθημα κόπωσης και κατάπτωσης. Τα μέτρα αντιμετώπισης είναι τα ίδια όπως στην προηγούμενη περίπτωση
Οι έφηβες έγκυες είναι πιθανότερο να γεννήσουν πρόωρα και να αποκτήσουν μικρό νεογνό, συγκριτικά με τις κοπέλες που αποκτούν παιδί μετά τα 20 έτη, σύμφωνα με ιρλανδική μελέτη που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο BMC Pregnancy and Childbirth. Τα κορίτσια 14 με 17 ετών είναι επίσης πιθανότερο να γεννήσουν πρόωρα αν κυοφορούν ήδη το δεύτερο παιδί τους, σύμφωνα με στοιχεία από δείγμα 50.000 γυναίκες στην Αγγλία.
Η νοσολογική ενότητα της ενδομητρίωσης αποτελεί ίσως το συχνότερο και σημαντικότερο αίτιο υπογονιμότητας, πυελικών συμφύσεων και πόνου κατά την επαφή (δυσπαρεύνια). Συχνά εμφανίζεται σε συσχέτιση με την παρουσία ινομυωμάτων ( σε ποσοστό 30-40%),ιδιαίτερα σε περιστατικά υπογονιμότητας.