Εμφύτευση Εμβρύου
Η ενσωμάτωση του εμβρύου σε ιστό ώστε να μπορέσει να δημιουργήσει επαφή με το κυκλοφορικό σύστημα της μητέρας για να μπορεί να διατρέφεται. Η εμφώλευση του γονιμοποιημένου ωαρίου στον βλεννογόνο της μήτρας.
Η ενσωμάτωση του εμβρύου σε ιστό ώστε να μπορέσει να δημιουργήσει επαφή με το κυκλοφορικό σύστημα της μητέρας για να μπορεί να διατρέφεται. Η εμφώλευση του γονιμοποιημένου ωαρίου στον βλεννογόνο της μήτρας.
Η τοποθέτηση ωαρίου (μεταφορά ενός ή περισσοτέρων εμβρύων), που έχει γονιμοποιηθεί έξω από το σώμα της γυναίκας, στο εσωτερικό της μήτρας ή στη σάλπιγγα.
Χρήση ωαρίων από άλλη γυναίκα.
Η δυνατότητα της σάλπιγγας να επιτρέψει τη δίοδο των γονιμοποιημένων ωαρίων και τη μετάβασή τους στη μήτρα.
Το γενετικό υλικό ενός κυττάρου που καθορίζει τα χαρακτηριστικά και τις λειτουργίες του.
Διέγερση των ωοθηκών με φάρμακα για να παράγουν περισσότερα ωάρια από ένα φυσιολογικό κύκλο.
Η έκκριση ωχρινοποιητικής ορμόνης (LH) η οποία προκαλεί την απελευθέρωση ενός ώριμου ωαρίου από το ωοθυλάκιο.
Ο αριθμός των σπερματοζωαρίων ανά χιλιοστό του λίτρου, σε κάθε εκσπερμάτιση.
Σταδιακή αργή αλλαγή θερμοκρασίας κατεψυγμένων εμβρύων ώστε να αποφευχθούν τυχόν βλάβες στη δομή τους.
η Ωοθυλακιοτρόπος Ορμόνη (FSH) και η Ωχρινοτρόπος Ορμόνη (LH), ρυθμίζουν την αναπαραγωγική λειτουργία και διεγείρουν τις ωοθήκες στις γυναίκες και τους όρχεις στους άνδρες.
Μία επέμβαση κατά την οποία ωάρια συλλέγονται από τις ωοθήκες, αναμιγνύονται με το σπέρμα και αμέσως μεταφέρονται στην σάλπιγγα, έτσι ώστε η γονιμοποίηση να επιτευχθεί μέσα στο σώμα της γυναίκας.
Το αναπαραγωγικό κύτταρο, δηλαδή το ανδρικό σπερματοζωάριο ή το θηλυκό ωάριο.
Εξέταση όρχεων για εντοπισμό πιθανής κακοήθειας ή εστιών σπερματογένεσης.
Το κύτταρο που έχει σχηματιστεί κατά το στάδιο της εμβρυϊκής ανάπτυξης μετά από 5 ή 6 ημέρες καλλιέργειας στο εργαστήριο.